Απολιγνιτοποίηση: Αντιδράσεις προκαλεί το νομοσχέδιο για τη «δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση»

Αντιδράσεις προκάλεσε το προτεινόμενο σχέδιο νόμου «Δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση και ρύθμιση ειδικότερων ζητημάτων απολιγνιτοποίησης» του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων καθώς, μεταξύ άλλων, η δημόσια διαβούλευση διήρκεσε μόλις επτά ημέρες (από 12 έως 19 Οκτωβρίου), επί του κειμένου απουσιάζει η συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Κοινωνίας των Πολιτών στη διαδικασία μετάβασης, ενώ περιέχει πολλές ασάφειες.

Το σχέδιο νόμου αφορά την αναπτυξιακή μετάβαση των περιοχών της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και του Δήμου Μεγαλόπολης που εξαρτώνται από την εξόρυξη και χρήση του λιγνίτη και των περιφερειών Βορείου Αιγαίου, Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης, που εξαρτώνται από τη χρήση πετρελαίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ουσιαστικά, όμως, επικεντρώνεται μόνο στον σχεδιασμό και στην οργάνωση του συστήματος διοίκησης και στη ρύθμιση ειδικότερων ζητημάτων για την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού.

Ποιες ελλείψεις παρατηρούν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις

«Λαμβάνοντας υπόψη και τα σημαντικά οικονομικά μεγέθη που πρέπει να κινητοποιηθούν, αλλά κυρίως την επίδραση στις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας, της Μεγαλόπολης και δευτερευόντως των μη διασυνδεδεμένων νησιών, θα περιμέναμε από την κυβέρνηση μία ουσιαστική και διαφανή διαδικασία δημόσιου διαλόγου και πολύ περισσότερο την ενεργητική ενθάρρυνση της συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών», αναφέρει χαρακτηριστικά η WWF Ελλάς. Προσθέτει ότι από το σχέδιο νόμου «απουσιάζει κάθε αναφορά στη διαδικασία απολιγνιτοποίησης και στη δίκαιη μετάβαση ως συστατικό στοιχείο της προσπάθειας επίτευξης του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας».

Από την πλευρά του, το Green Tank υπογραμμίζει ότι «το νομοσχέδιο δεν αντιμετωπίζει ολιστικά το ζήτημα του μηχανισμού διακυβέρνησης της Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών, αλλά περιορίζεται σε ορισμένες ρυθμίσεις για τη διαχείριση της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027, βάσει των δομών που απαιτεί το ΕΣΠΑ. Προσθέτει, δε, ότι «ο χαρακτήρας του μηχανισμού διακυβέρνησης που παρουσιάζεται παραμένει συγκεντρωτικός και αρκετά περίπλοκος, με πιθανές αλληλεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ δομών, ενώ από τις δομές διακυβέρνησης απουσιάζει η συμμετοχή εκπροσώπων φορέων των τοπικών κοινωνιών, των εργαζομένων, και της κοινωνίας των πολιτών».

Σημειώνει ότι το νομοσχέδιο νομοθετεί σχετικά με τις μεταβιβάσεις λιγνιτικών εδαφών από τη ΔΕΗ στο ελληνικό Δημόσιο, δίχως ωστόσο να υπάρχει δημόσια πληροφόρηση για την αξία των εδαφών αυτών, το κόστος αποκατάστασής τους (καθώς και σχετικές μελέτες), το περιεχόμενο των Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων που θα προσδιορίζουν τις χρήσεις γης, αλλά και τα οφέλη και τα βάρη των υπό μεταβίβαση εδαφών. Κατά συνέπεια, παραμένει ασαφές αν οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου είναι συμβατές με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

Σημειώνεται ότι παρατηρήσεις και προτάσεις επί του σχεδίου νόμου έχουν κατατεθεί και από τους δήμους Κοζάνης και Μεγαλόπολης.