Άρθρο Guardian: «Η άνοδος της ακροδεξιάς σε Ευρώπη και ΗΠΑ βρίσκει πάτημα στον αγροτικό λαϊκισμό»
Ανησυχία προκαλεί η τάση που παρατηρείται σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη, σύμφωνα με την οποία τα αγροτικά κινήματα χειραγωγούνται από ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις με τρόπους που παραπέμπουν σε σκοτεινές σελίδες της Ιστορίας.
Παρατάξεις όπως το γερμανικό εθνικιστικό κόμμα «Εναλλακτική για την Γερμανία» (AfD), η Εθνική Συσπείρωση (Rassemblement National) της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, το εθνικιστικό σουηδικό κόμμα «Σουηδοί Δημοκράτες» (Sverigedemokraterna), το Fidesz του ακροδεξιού Βίκτορ Ορμπάν στην Ουγγαρία, τα εθνικο-συντηρητικά «Αδέρφια της Ιταλίας» (FdI) της Τζόρτζια Μελόνι, το ακροδεξιό «Κόμμα για την Ελευθερία» (PVV), που επικράτησε προ μηνών στις γενικές εκλογές στην Ολλανδία, και άλλες ιδεολογικά συγκλίνουσες ομάδες σε όλη την Ευρώπη, εκμεταλλεύονται κυνικά τη δεινή κατάσταση των αγροτών και τις διαμαρτυρίες τους, χρησιμοποιώντας τες ως μέσο για να ανελιχθούν στο πολιτικό προσκήνιο.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της Guardian, George Monbiot, ορισμένες από αυτές τις πολιτικές ομάδες διατείνονται ότι «οι αγρότες ενσαρκώνουν την ψυχή του έθνους, αλλά ξεριζώνονται από παγκοσμιοποιητικές δυνάμεις, οι οποίες επιδιώκουν να τους αντικαταστήσουν με μετανάστες». Όπως εξηγεί ο ίδιος, η αναζωπύρωση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη τροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από αυτό που παλαιότερα ονομαζόταν «αγροτικός λαϊκισμός».
Το «αγροτικό προηγούμενο» των εισβολέων του Καπιτώλιου
Μάλιστα, ο Monbiot εντοπίζει ομοιότητες ανάμεσα στο ακροδεξιό κύµα που «χτυπάει» την Ευρώπη και κάποιες από τις τάσεις που παρατηρούνται στις ΗΠΑ. «Οι Oath Keepers και οι Three Percenters, δύο από τις πολιτοφυλακές που ηγήθηκαν της εισβολής στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 2021, βρέθηκαν για πρώτη φορά στη δημοσιότητα το 2014, όταν συσπειρώθηκαν γύρω από μια αγροτική εξέγερση κατά των πολιτειακών και ομοσπονδιακών αρχών», σημειώνει.
Και εξηγεί: «Αφότου ένας κτηνοτρόφος, ονόματι Cliven Bundy, διατάχθηκε να απομακρύνει τα βοοειδή του, τα οποία βοσκούσε παράνομα σε δημόσιες εκτάσεις στο Μπάνκερβιλ της Νεβάδα, βλάπτοντας το εύθραυστο οικοσύστημα της ερήμου, αυτές οι πολιτοφυλακές κατέφθασαν για να τον υπερασπιστούν. Αν και στην πορεία διέπραξαν εγκλήματα που υπό άλλες συνθήκες θα είχαν αντιμετωπιστεί ως τρομοκρατία, λίγοι διώχθηκαν ή συνελήφθησαν. Η ατιμωρησία τους στη Νεβάδα είναι πιθανό ότι ενθάρρυνε την επίθεσή τους στο Καπιτώλιο».
Όπως αναφέρει ο συντάκτης της Guardian, αυτά τα πολιτικά κινήματα εκμεταλλεύονται πραγματικές κρίσεις, όπως «η συσσώρευση πλούτου στα χέρια λίγων και η φτωχοποίηση των πολλών, η υπονόμευση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και η στασιμότητα των μισθών, η δημόσια λιτότητα και οι πολλαπλές αποτυχίες στο κομμάτι των δημοσίων παροχών, οι ολοένα και πιο περιορισμένες πολιτικές επιλογές, καθώς τα μεγάλα κόμματα συγκεντρώνονται γύρω από το ιδεολογικό πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού, η κατάρρευση των μικρών επιχειρήσεων –συμπεριλαμβανομένων των μικρών εκμεταλλεύσεων– προς όφελος των μεγάλων και οι περιβαλλοντικές καταστροφές που σφυροκοπούν, πλέον, πολλές κοινότητες».
Και καταλήγει: «Στη συνέχεια, [τα ακροδεξιά πολιτικά κινήματα] χρησιμοποιούν αυτές τις κρίσεις ως όπλα ενάντια σε εκείνους που επιδιώκουν να τις αντιμετωπίσουν πραγματικά: Την αριστερά, τα “πράσινα” κόμματα και τα κινήματα διαμαρτυρίας».