Βασανιστικά αργά οι πωλήσεις εκκοκκισμένου, τρενάρουν τα φιξαρίσματα στο σύσπορο βαμβάκι οι παραγωγοί
Εάν υπήρχε μια λέξη που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει την τρέχουσα εκκοκκιστική σεζόν, που οδεύει προς το κλείσιμο, αυτή θα ήταν, δίχως άλλο, το «αργά». Με βασανιστικά αργούς ρυθμούς κλείνονται οι νέες δουλειές, καθώς, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε στα μέσα Δεκεμβρίου, οι πωλήσεις υπολογίζονται μεταξύ 60.000 και 70.000 τόνων, όταν πέρυσι τέτοια εποχή άγγιζαν τους 200.000 τόνους.
Εξίσου πίσω βρίσκονται και οι φορτώσεις, ενώ από την πλευρά των παραγωγών τα φιξαρίσματα εύλογα γίνονται με το σταγονόμετρο, καθώς οι προσφερόμενες τιμές υπολείπονται ακόμα και αυτών που «έπαιζαν» την περίοδο της συγκομιδής. Την περασμένη εβδομάδα και για λόγους που ακόμα και έμπειροι αναλυτές δυσκολεύτηκαν να εξηγήσουν, αλλά δεν σχετίζονταν με τη φυσική αγορά, το χρηματιστήριο εκδήλωσε μια ανοδική αντίδραση, σκαρφαλώνοντας από τα 78-79 σεντς στην περιοχή των 82 σεντς/λίμπρα. Μια εξήγηση που δόθηκε ήταν ότι το βαμβάκι προσέλκυσε το ενδιαφέρον κερδοσκοπικών κεφαλαίων που «έβγαιναν» από τη ζάχαρη, η οποία μόλις είχε ολοκληρώσει έναν δικό της ανοδικό κύκλο. Άλλοι την απέδιδαν στις υποψίες ότι η αμερικανική παραγωγή είναι ενδεχομένως χαμηλότερη ακόμα και από αυτή που αποτυπώνει η τελευταία έκθεση προσφοράς-ζήτησης του USDA (WASDE).
Δεν είχε συνέχεια η άνοδος
Ανεξάρτητα από τις αιτίες, η ουσία είναι ότι το +3% που «έγραψε» ουσιαστικά… εν μία νυκτί η Νέα Υόρκη, μεταφράστηκε, βοηθούσης και της ισχυροποίησης του δολαρίου, σε μια ελαφρά βελτίωση των εγχώριων τιμών, οι οποίες από τα 52-53 λεπτά/κιλό ανέβηκαν στα 55-56 λεπτά στην αποθήκη του παραγωγού. Έκτοτε, βέβαια, η αγορά «κάθισε» ξανά, μπαίνοντας σε φάση χαμηλού όγκου συναλλαγών και μικρής διακύμανσης, γύρω από τα 81-82 σεντς/λίμπρα –«συμπτώματα» που μαρτυρούν ότι στερείται παλμού.
Ο λόγος για αυτό δεν είναι άλλος από την αναιμική ζήτηση, η οποία, με τη σειρά της, είναι απότοκη του αρνητικού οικονομικού κλίματος και, ειδικότερα, του υψηλού κόστους του χρήματος. Αγοραστικό ενδιαφέρον στην παρούσα φάση δεν υπάρχει ούτε από την Τουρκία, παρά την κινητικότητα που παρουσιάστηκε πρόσκαιρα, όπως αποδείχθηκε, στα τέλη Νοεμβρίου. Αυτό αποτυπώνεται και στην αποκλιμάκωση του basis (πριμ επί των χρηματιστηριακών τιμών), το οποίο, ανάλογα με την ποιότητα, κυμαίνεται από αρνητικό έδαφος έως τα 4 σεντς/λίμπρα.
Όπως επισημαίνει στην «ΥΧ» επικεφαλής μεγάλης εκκοκκιστικής επιχείρησης, η αγορά μοιάζει αυτήν τη στιγμή να χρειάζεται περισσότερο χρόνο ώστε να συσσωρεύσει δύναμη και να ανασυνταχθεί. «Φαίνεται ότι βρισκόμαστε σε σημείο αναστροφής, όμως η διαδικασία εξορθολογισμού και ομαλοποίησης της οικονομικής δραστηριότητας που έχει να κάνει με τους ρυθμούς ανάπτυξης παγκοσμίως, την βελτίωση του κλίματος και την παύση του κύκλου ανόδου των επιτοκίων εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος θεωρεί πιθανό το αμέσως επόμενο διάστημα να δούμε μεταβλητότητα και διακυμάνσεις τιμών που δε θα σχετίζονται τόσο με τα θεμελιώδη, όσο με «εξωγενείς» παράγοντες της αγοράς βάμβακος. «Εκεί ενδεχομένως να προκύψουν κάποιες “μικρο-ευκαιρίες”, τις οποίες θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να εκμεταλλευτούμε», υπογραμμίζει, προσθέτοντας ότι «στην θέση που βρισκόμαστε εμείς, βρίσκονται άλλωστε και οι παραγωγοί ανά τον κόσμο. Άπαντες αναμένουν μια ανάκαμψη 3-4%, προς την περιοχή των 82-85 σεντς/λίμπρα –που για την Ελλάδα αντιστοιχούν σε τιμές από 55 έως 60 λεπτά για το σύσπορο– προκειμένου να τοποθετηθούν».
«Εν μέσω όλης αυτής της αβεβαιότητας, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν διαχειριζόμαστε μεγάλες παραγωγές. Επομένως, είναι λογικό να περιμένουμε ότι, όταν επανέλθει η κατανάλωση σε φυσιολογικά επίπεδα, θα γίνει εμφανής και η “γύμνια” της χαμηλής προσφοράς», καταλήγει ο συνομιλητής μας.
«Ασύμφορη η καλλιέργεια με αυτές τις τιμές»
Επί του παρόντος, βέβαια, αυτό φαντάζει μακρινό, όπως και οι τιμές στο εύρος των 62-64 λεπτών/κιλό που προσφέρονταν για το σύσπορο έως και λίγο μετά την περίοδο συγκομιδής. Αυτό εξηγεί και την απροθυμία των παραγωγών να προχωρήσουν σε φιξαρίσματα, παρά το γεγονός ότι βαδίζουμε στο τελευταίο δεκαπενθήμερο του έτους, οπότε και εκπνέουν οι σχετικές προθεσμίες των εκκοκκιστικών επιχειρήσεων.
Ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος, Ευθύμης Φωτεινός, καλεί άπαντες τους εμπλεκόμενους στην αλυσίδα αξίας του προϊόντος να τοποθετηθούν προ των ευθυνών τους, καθώς με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα, οι προοπτικές για την επόμενη καλλιεργητική σεζόν είναι δυσοίωνες. «Φτάσαμε στα μέσα Δεκεμβρίου και βλέπουμε ότι η χρηματιστηριακή άνοδος που περιμέναμε δεν εκδηλώθηκε στον επιθυμητό βαθμό», δηλώνει στην «ΥΧ».
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το βαμβάκι φέτος χτυπήθηκε και από τη θεομηνία στη Θεσσαλία, η οποία άφησε πίσω της απώλεια παραγωγής 40% σε τοπικό και 20% σε πανελλαδικό επίπεδο. Την ίδια στιγμή, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια ΚΑΠ 2023-27 που είναι λίγο… ιδιόρρυθμη όσον αφορά στην εναλλαγή των καλλιεργειών ανά τρία χρόνια. Όλα αυτά σημαίνουν ότι άπαντες, από τους παραγωγούς και τις επιχειρήσεις εφοδίων μέχρι τα εκκοκκιστήρια, πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να βάλουν πλάτη ώστε να στηρίξουμε ένα δυναμικό, εθνικό προϊόν. Είναι προφανές ότι, με τις σημερινές τιμές το βαμβάκι, είναι ασύμφορο και πολύ φοβάμαι ότι το 2024 θα έχουμε σημαντική μείωση των εκτάσεων», τονίζει ο κ. Φωτεινός.
Ανά νομό η μείωση της ηρτημένης
Ένα θετικό νέο είναι ότι το αίτημα της Διεπαγγελματικής για μείωση του ελάχιστου πλαφόν (ηρτημένης) συγκομιδής έχει βρει ανταπόκριση. «Τις προηγούμενες τρεις μέρες επισκεφθήκαμε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και κάναμε μια κουβέντα με τους υπεύθυνους. Όταν στείλαμε την επιστολή με το αίτημα για μείωση 30% στο πλαφόν, δεν είχε ξεκαθαρίσει το ποσοστό της μείωσης της παραγωγής σε κάθε νομό. Τώρα αυτό έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και, από την πληροφόρηση που έχουμε, θα υπάρξει μια μείωση ανά νομό (σ.σ. όχι κάθετη και με την εξαίρεση, φυσικά, της Θεσσαλίας) ώστε να μη χαθεί η συνδεδεμένη», εξηγεί ο πρόεδρος της ΔΟΒ, προσθέτοντας ότι οι σχετικές ανακοινώσεις αναμένονται μέσα στον Ιανουάριο.