«Βαμβάκι: Με επιθετική τιμολογιακή πολιτική στην τουρκική αγορά η Βραζιλία»

To 2023, το ελληνικό βαμβάκι πέρασε δύσκολες στιγμές, κάτι που αποτυπώνεται και στα στοιχεία των εξαγωγών μέχρι το τελευταίο τετράμηνο του έτους. Όπως αναφέρει στην «ΥΧ» ο έμπορος εκκοκκισμένου βάμβακος Δημήτρης Μαδιανός, θα έπρεπε να έχουν πουληθεί τα 2/3 του ελληνικού βαμβακιού – αντίθετα, σύμφωνα με τις στατιστικές, πουλήθηκε μόλις το 1/3. Από τα μέσα του Ιανουαρίου, υπήρξε κινητικότητα σε μεγάλο βαθμό από την Τουρκία και συγκεκριμένα από την περιοχή της Ανατολικής Θράκης και κοντά στην Κωνσταντινούπολη.

Ο κ. Μαδιανός σημειώνει ότι αυτό οφείλεται στη σημαντική μείωση της διαθέσιμης ποσότητας του τούρκικου βαμβακιού, «το οποίο άρχισε να ακριβαίνει, ενώ για κάποιο διάστημα ήταν τρομερά φτηνό και οι Τούρκοι κατανάλωναν αποκλειστικά το δικό τους». Η παραγωγή τους ήταν περίπου 700.000 τόνοι, ενώ υπήρχαν και άλλοι 500.000 τόνοι σε αποθέματα. «Κάποια στιγμή, οι Τούρκοι είχαν στοκ σε νήμα, βαμβάκι και ύφασμα κι αυτό προκάλεσε σοβαρά προβλήματα», εξηγεί ο συνομιλητής μας, προσθέτοντας ότι σταδιακά κατανάλωσαν τα στοκ και προχώρησαν σε νέες αγορές.

Απώλεια μεριδίου

Ο κ. Μαδιανός εκτιμά ότι, από τις αρχές του 2024, έχουν «φύγει» από την Ελλάδα λίγο πάνω από 20.000 τόνοι βαμβακιού, με κατεύθυνση κυρίως τα τουρκικά κλωστήρια, ποσότητες που δεν είναι οι αναμενόμενες.

Προσθέτει, επίσης, ότι σύντομα θα αρχίσει να κατευθύνεται στην Τουρκία βαμβάκι από χώρες όπως η Βραζιλία, η οποία, όπως σχολιάζει, παίζει «επιθετικά» κι έχει αυξήσει το ποσοστό επί των συνολικών εισαγωγών, μέχρι τον Ιανουάριο, σχεδόν στο 10%. Αντίθετα, το ελληνικό είχε μείωση της τάξης του 11%».

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι λόγοι που το ελληνικό βαμβάκι έχασε μερίδιο σχετίζονται με την υποβαθμισμένη παραγωγή κατά την τελευταία εκκοκκιστική περίοδο, αλλά και το κλίμα γύρω από την ποιότητα. «Σχεδόν όλοι οι Τούρκοι, αλλά και πελάτες από την Αίγυπτο μάς ζητούσαν να μην είναι από τη Θεσσαλία, χωρίς να το έχουν δει, λόγω της κακής ανάμνησης από τον Ιανό. Τα φετινά βαμβάκια, πάντως, δεν ήταν τόσο άσχημα όσο την περίοδο του Ιανού, που ήταν τελείως ανοιχτά, με αποτέλεσμα να έχουν πολλή λάσπη και σκόνη», επισημαίνει.

Ζήτημα τιμής

Ενώ ξεπεράστηκε το ζήτημα της πραγματικής ποιότητας του ελληνικού βαμβακιού, αυτό που παίζει, πλέον, καθοριστικό ρόλο είναι η τιμή. Ο κ. Μαδιανός εξηγεί ότι οι Τούρκοι αγόρασαν φθηνότερο βαμβάκι, το οποίο σταδιακά καταφτάνει, αλλά οι κινήσεις τους είναι μετρημένες. Η κατανάλωση ενδεχομένως να ξεπεράσει τους 1,5 εκατ. τόνους. Το ελληνικό καλύπτει κυρίως τρέχουσες ανάγκες, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας.

«Αν η τιμή στο ελληνικό βαμβάκι ήταν χαμηλότερη, θα είχαν γίνει περισσότερες αγοραπωλησίες», λέει και αναφέρεται στο χρηματιστηριακό ράλι των τελευταίων τριών εβδομάδων.

«Υπήρχαν κλωστήρια που έβλεπαν και δεν αγόραζαν και, όταν έφτασε η στιγμή να κάνουνε τις αγορές τους, το χρηματιστήριο άρχισε να φεύγει πάνω από τα 90 σεντς. Ενώ όλοι πίστευαν ότι θα γίνει διόρθωση προς τα κάτω, ανέβηκε πολύ», αναφέρει, εκτιμώντας ότι, αν στο μέτωπο των τιμών επικρατούσε σταθερότητα αυτό το διάστημα, θα είχαν γίνει πολύ περισσότερες συμφωνίες.

Σε ερώτηση για τα αποθέματα του ελληνικού βαμβακιού, ο ίδιος εκτιμά ότι περίπου 80.000 τόνοι παραμένουν απούλητοι και είναι χαμηλής ποιότητας, επομένως η τιμή χρειάζεται να είναι ελκυστική. Θεωρεί ότι η Τουρκία το έχει ανάγκη και μένει να συμφωνήσει στην τιμή. Ως προς την Αίγυπτο, ο κ. Μαδιανός σημειώνει τη μεγάλη υποτίμηση της αιγυπτιακής λίρας και την έλλειψη σε δολάρια, με συνέπεια δυσχέρειες στις εισαγωγές.