Βαμβάκι: Πεσμένες οι αποδόσεις στο σύσπορο, με δυσκολία οι πωλήσεις εκκοκκισμένου

Των Γιάννη Σάρρου και Γιάννη Τσατσάκη

Με ένα χάντικαπ 25% τουλάχιστον σε σχέση με πέρυσι, σε ό,τι αφορά το μέγεθος της εγχώριας παραγωγής, «τρέχει» η φετινή εκκοκκιστική σεζόν, στοιχείο που, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να λειτουργήσει υποστηρικτικά για τις τιμές σε μια εμπορική περίοδο που προδιαγράφεται ιδιαίτερα δύσκολη.

Καθώς η συγκομιδή σε πανελλαδικό επίπεδο έχει φτάσει πλέον στο 30%, αποκρυσταλλώνεται η εκτίμηση ότι η μείωση των αποδόσεων στα βαμβακοχώραφα φτάνει το 20% λόγω των «ανάποδων» καιρικών συνθηκών που επικράτησαν καθ’ όλη σχεδόν την καλλιεργητική σεζόν (έντονες βροχοπτώσεις και χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη σπορά, πολύ υψηλές θερμοκρασίες και ανομβρία στα περισσότερα παραγωγικά κέντρα στο δεύτερο μισό του καλοκαιριού).

Αν στην εξίσωση προστεθούν και οι απώλειες της Θεσσαλίας για τις οποίες δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ξεκάθαρη εικόνα –και δύσκολα θα υπάρξει το αμέσως επόμενο διάστημα αφού η συγκομιδή στις πλημμυρισμένες περιοχές είναι πιθανό να τραβήξει μέχρι… το Πάσχα– η υστέρηση του όγκου παραγωγής σε σχέση με πέρυσι δεν αποκλείεται να φτάσει το 40%.

Η κυρίαρχη εκτίμηση αυτή τη στιγμή στην αγορά είναι ότι οδεύουμε προς μια παραγωγή της τάξης των 600-650.000 τόνων σύσπορου βάμβακος και περίπου 200.000 τόνων εκκοκκισμένου, στους οποίους θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και 30.000 τόνους στοκ από την περσινή σεζόν. Το δυστύχημα είναι ότι το τονάζ αυτό βρίσκεται προ των πυλών μιας νεκρής, από πλευράς ζήτησης, αγοράς. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αφετηρία της εκκοκκιστικής σεζόν, οι προπωλήσεις δεν ξεπερνούσαν τους 30.000 τόνους, νούμερο που συνιστά ιστορικό χαμηλό.

Πολύ φθηνά πουλάει η Τουρκία

Εξίσου αποκαλυπτικό είναι το γεγονός ότι το basis (πριμ επί των χρηματιστηριακών τιμών) που πέρυσι τέτοια εποχή έφτανε τα 10 σεντς, φέτος έχει υποχωρήσει στα 2 σεντς –κι αυτό είναι θεωρητικό καθώς, όπως λέει στην «ΥΧ» επικεφαλής εκκοκκιστικής επιχείρησης, «στην πράξη σήμερα δεν πουλάς».

Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτή τη στιγμή στην ελληνική αγορά μοναδικός αγοραστής είναι ένας μεγάλος πολυεθνικός εμπορικός όμιλος, ο οποίος μάλιστα έχει ήδη προμηθευτεί πολύ μεγάλες ποσότητες, της τάξης των 150.000 τόνων, από την Τουρκία σε «σκοτωμένες» τιμές.

Ειδικότερα, το «βαμβάκι του Αιγαίου» (ή «βαμβάκι Σμύρνης»), που θεωρείται εφάμιλλο ποιοτικά του ελληνικού, αγοράζεται με έκπτωση 10 σεντς στην τιμή του χρηματιστηρίου, ενώ για το υποδεέστερο «βαμβάκι της Ούρφα» το discount φτάνει τα 20 σεντς.

Οι λόγοι για τις χαμηλές αυτές τιμές του τούρκικου βαμβακιού πρέπει να αναζητηθούν στην κατακρήμνιση της λίρας, οι ισοτιμίες της οποίας με το δολάριο και το ευρώ έχουν φτάσει το 1 προς 27 και 1 προς 30 αντίστοιχα, και στο πολύ υψηλό κόστος δανεισμού που καθιστά πολύ δύσκολη την άντληση ρευστότητας.

Δίχως πρόσβαση σε νέα χρηματοδότηση, παραγωγοί και επιχειρήσεις της γειτονικής χώρας προτιμούν να «διώξουν» το προϊόν που έχουν στα χέρια τους, για να εισπράξουν συνάλλαγμα. Για τους ίδιους λόγους, η Τουρκία, όπου παραδοσιακά κατευθύνεται σχεδόν το 50% της ελληνικής παραγωγής εκκοκκισμένου, είναι, μέχρι στιγμής, απούσα από την αγορά, και αυτό δύσκολα θα αλλάξει το αμέσως επόμενο διάστημα.

Εξάλλου, από τα κλωστήρια που «χτυπήθηκαν» από τον Εγκέλαδο, ελάχιστα λειτουργούν, λόγω έλλειψης εργατικού δυναμικού. Τα παραπάνω σημαίνουν ότι το ελληνικό βαμβάκι, τουλάχιστον κατά τους πρώτους μήνες της σεζόν, θα κληθεί να κονταροχτυπηθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στο πεδίο των τιμών με άλλες ανταγωνιστικές προελεύσεις στις αγορές της Αιγύπτου και της Άπω Ανατολής.

Ο ανταγωνισμός προσθέτει λεπτά

Την ίδια στιγμή, είναι βέβαιο ότι η μείωση της εγχώριας παραγωγής θα εντείνει τον ήδη ισχυρό ανταγωνισμό μεταξύ των εκκοκκιστηρίων για εξασφάλιση πρώτης ύλης. Ωστόσο, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι κάποιες μονάδες που υπέστησαν σοβαρές ζημιές από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία, δεν πρόλαβαν να επιδιορθωθούν εγκαίρως. Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται φέτος να τεθούν σε παραγωγική λειτουργία, αν και ορισμένες εξ αυτών θα χρησιμοποιηθούν ως σταθμοί παραλαβής.

Ο ανταγωνισμός αυτός μπορεί να δώσει μερικά έξτρα λεπτά στην τιμή παραγωγού, ενώ το ίδιο ισχύει και για τα διάφορα ποιοτικά πριμ που σχετίζονται με την ποικιλία και την υγρασία, και τα οποία αθροιζόμενα αγγίζουν, σε ορισμένες περιπτώσεις, έως και τα 10 λεπτά. Το κύριο σώμα, ωστόσο, της τιμής παραγωγού, προκύπτει από το χρηματιστήριο, το οποίο, εδώ και τρεις περίπου μήνες, κινείται μεταξύ 84 και 90 σεντς/λίμπρα, διαμορφώνοντας ένα εύρος 60-65 λεπτών για το σύσπορο.

Στο διάστημα αυτό, η αγορά δοκίμασε αρκετές φορές να διασπάσει τα 90 σεντς, δίχως όμως επιτυχία, καθώς, παρά το γεγονός ότι οι παραγωγές χωρών όπως οι ΗΠΑ αναθεωρήθηκαν επί τα χείρω, τα υψηλά αποθέματα (περίπου 90 εκατ. μπάλες σε παγκόσμιο επίπεδο) και η κατανάλωση που δεν λέει να σηκώσει κεφάλι, λειτουργούσαν ανασταλτικά. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, αναμενόταν η έκθεση προσφοράς-ζήτησης Οκτωβρίου του USDA, με τους αναλυτές να προβλέπουν ότι η παγκόσμια παραγωγή θα αναπροσαρμοστεί προς τα κάτω, ωστόσο αντίστοιχη αναπροσαρμογή αναμενόταν και για την κατανάλωση, εν μέσω της αδύναμης παγκόσμιας ανάπτυξης, με αποτέλεσμα η εκτίμηση για τα αποθέματα να μην διαφοροποιείται σημαντικά. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι το χρηματιστήριο θα συνεχίσει να κινείται και το επόμενο διάστημα στο προαναφερθέν εύρος των 84-90 σεντς.

Το αισιόδοξο σενάριο

Η αίσθηση πάντως που μεταφέρουν οι περισσότεροι αναλυτές είναι ότι μεσοπρόθεσμα η αγορά έχει περισσότερες πιθανότητες να κινηθεί προς τα 90 σεντς, ενδεχομένως και να τα υπερβεί , παρά να κυλήσει προς τα 80 σεντς. Άλλωστε, το γεγονός ότι οι τιμές παραμένουν σε αυτά τα επίπεδα σε συνθήκες πολύ χαμηλής ζήτησης, είναι ενθαρρυντικό, καθώς υποδηλώνει ότι, αφ’ ης στιγμής οι μακροοικονομικές συνθήκες –άρα και οι προοπτικές για την κατανάλωση– βελτιωθούν, η εικόνα μόνο προς το καλύτερο μπορεί να διαμορφωθεί. Πόσο μάλλον που η προσφορά κάθε άλλο παρά υπερβάλλουσα μπορεί να χαρακτηρισθεί.

Με αυτά κατά νου, ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος (ΔΟΒ), Eυθύμης Φωτεινός, παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος για τις τιμές παραγωγού. Όπως αναφέρει στην «ΥΧ», «οι τιμές ακολουθούν, όπως είναι γνωστό, τις χρηματιστηριακές αξίες βάσει των οποίων αυτή την περίοδο κυμαίνονται από 62 έως 64 λεπτά το κιλό». Εκτιμά, ωστόσο, ότι «η μειωμένη παραγωγή που θα έχει η χώρα μας θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό προς όφελος των παραγωγών», και τον ίδιο αντίκτυπο θα έχει ενδεχόμενη βελτίωση των οικονομικών συσχετισμών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Δύσκολα ξεπερνούν τα 300 κιλά στο στρέμμα οι βαμβακοπαραγωγοί

Mε χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις ξεκίνησαν τη συλλογή του βαμβακιού οι παραγωγοί της Στερεάς Ελλάδας. Οι βασικές παραγωγικές περιοχές εντοπίζονται στην Κωπαΐδα και στην κοιλάδα του Σπερχειού. Ο πρώην Δήμος Θεσσαλιώτιδας αδυνατεί στο σύνολό του να αντεπεξέλθει, λόγω αντικειμενικών δυσκολιών μετά τις πλημμύρες και ελάχιστα είναι τα κτήματα στα οποία θα μπουν συλλεκτικές μηχανές για να μαζέψουν το βαμβάκι.

Η όψιμιση της παραγωγής δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στον προγραμματισμό των βαμβακοπαραγωγών και είχε ως αποτέλεσμα χαμηλές αποδόσεις, όπως επίσης και επιδείνωση της ποιότητας του βαμβακιού. Ο Θανάσης Παπαθανασόπουλος, πρόεδρος της ΕΑΣ Λαμίας, κάνει λόγο για μείωση της τάξης των 50 έως 100 κιλών το στρέμμα, ανάλογα με την περιοχή και τη διαχείριση της καλλιέργειας. Υποστηρίζει ότι πρόκειται για μία δύσκολη χρονιά, τόσο σε παραγωγή όσο και σε θέματα τιμών, έτσι όπως διαμορφώνονται το τελευταίο διάστημα. «Κρατάμε τα βαμβάκια των μελών μας στους αποθηκευτικούς χώρους, χωρίς να δεσμευτούμε στο θέμα των τιμών, και αναμένουμε τις εξελίξεις των αγορών ώστε να λάβουμε και τις οριστικές μας αποφάσεις. Η φετινή χρονιά είναι κρίσιμη για την καλλιέργεια του βαμβακιού και απαιτεί καλή ψυχολογία από την πλευρά των παραγωγών», καταλήγει.

Αναβλαστήσεις στον Ορχομενό

Για αποδόσεις κάτω από 300 κιλά το στρέμμα στο πρώτο χέρι κάνει λόγο ο Θοδωρής Χριστοδούλου, γεωπόνος από τον Ορχομενό Βοιωτίας. Υποστηρίζει ότι οι τελευταίες βροχοπτώσεις δημιούργησαν σημαντικά προβλήματα στην παραγωγή, με αποτέλεσμα τα φυτά να αναβλαστάνουν, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα στην ωρίμανση των καρυδιών.

Σύμφωνα πάντα με τον κ. Χριστοδούλου, ένας σημαντικός αριθμός παραγωγών έχει στραφεί στην αποφύλλωση, ώστε να βοηθήσει τα φυτά να έρθουν στην πλήρη ωρίμανση των καρυδιών, αλλά και να διευκολύνει τη συλλογή. «Για να είναι αποτελεσματικός αυτός ο ψεκασμός, θα πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 10 μέρες χωρίς να έχουμε βροχοπτώσεις», αναφέρει ο κ. Χριστοδούλου, εκφράζοντας τον προβληματισμό του για το επόμενο διάστημα».

Σημειώνει δε, ότι ο ΕΛΓΑ στην περιοχή του έχει ξεκινήσει να δέχεται αιτήσεις από παραγωγούς με σοβαρά προβλήματα στην καλλιέργεια τους, λόγω των βροχοπτώσεων, αλλά και του καύσωνα. Κλείνοντας, κάνει αναφορά και στο θέμα των τιμών, όπου για τον ίδιο «είναι πολύ χαμηλές, διότι κυμαίνονται σε οριακά επίπεδα των 61 έως 64 λεπτών το κιλό και δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής, έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται σε συνδυασμό με τις στρεμματικές αποδόσεις».

Τέλος, σε ό,τι αφορά κινήσεις αγοράς βαμβακιού από επιχειρήσεις άλλων περιοχών (π.χ. της Θεσσαλίας), το ενδιαφέρον των παραγωγών είναι μικρό, λόγω των σχέσεων με τις τοπικές επιχειρήσεις, αλλά και τις συναλλαγές τους σε εφόδια.