Βίκος: Η ζήτηση του σπόρου ανέβασε τις τιμές

Μπορεί ο βίκος να αποτελεί ένα άριστο αζωτοδεσμευτικό ψυχανθές φυτό, με πολλαπλές δυνατότητες για την προστασία του περιβάλλοντος, όπως επίσης και για τη βελτίωση της γονιμότητας των εδαφών, όμως από πολλούς κτηνοτρόφους επιλέγεται ως βασική ζωοτροφή στο σιτηρέσιο των ζώων.

Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, όπως διαμορφώθηκε, βοηθά στην προώθηση και στην καλλιέργειά του από τους αγρότες, μέσα από ολοκληρωμένες πρακτικές φιλοπεριβαλλοντικών δράσεων. Για την τρέχουσα περίοδο, μπορεί ο κύκλος της σποράς να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, όμως, λόγω της έλλειψης του σπόρου από την αγορά, παρατηρήθηκαν σοβαρά προβλήματα στη ζήτηση και η τιμή του προϊόντος πήρε την ανιούσα.

Ο Φάνης Κατσιλούρης, γεωπόνος στον Αγροτικό Συνεταιρισμό Νίκαιας Λάρισας, ασχολείται με τη σποροπαραγωγή του βίκου, μία από τις βασικές δραστηριότητες του συνεταιρισμού. Ο ίδιος κάνει λόγο για σταθερή πορεία και φυσικά μία καλύτερη προοπτική, έτσι όπως διαμορφώνεται από τη νέα ΚΑΠ. Για τη νέα καλλιεργητική περίοδο, εκτιμά ότι «ο καιρός δεν ήταν σταθερός, με αποτέλεσμα να μην είναι πετυχημένες οι σπορές».

Επισημαίνει, επίσης, ότι ένα μεγάλο ποσοστό του σπόρου τον αγοράζουν οι ίδιοι οι κτηνοτρόφοι, «ώστε να τον χρησιμοποιήσουν για την παραγωγή ζωοτροφής, λόγω του αυξημένου κόστους της μηδικής και, παράλληλα, να αξιοποιήσουν τα ορεινά εδάφη».

Αναφερόμενος στο θέμα των τιμών και ειδικά για τους σποροπαραγωγούς, η τιμή που έλαβαν οι ίδιοι κυμαίνεται περίπου στα 46 λεπτά, με τη μέση απόδοση σε σπόρο να ξεπερνά τα 140 κιλά το στρέμμα. «Η τιμή που πουλήθηκε το προϊόν τη νέα περίοδο έφτασε κοντά στο 1,20 ευρώ, λόγω της έλλειψης», επισημαίνει κλείνοντας.

Κυριαρχούν ελληνικές ποικιλίες

Για υψηλότερες τιμές στην αγορά του σπόρου κάνει λόγο ο Δημήτρης Τσαρτσάλης, υποστηρίζοντας ότι οι τιμές για τις ποικιλίες Αλέξανδρος, Οίστρος και Οθέλλος, καθώς και για τον Ζέφυρο, κυμάνθηκαν από 1 έως 1,5 ευρώ το κιλό.

«Το ενδιαφέρον για τους κτηνοτρόφους και για τους γεωργούς στην τρέχουσα περίοδο σε σύγκριση με πέρυσι ήταν σημαντικά μεγαλύτερο». Υποστηρίζει επίσης ότι, από τη μία πλευρά, οι κτηνοτρόφοι ενδιαφέρονται να εμπλουτίσουν την γκάμα με δικές τους ζωοτροφές, αξιοποιώντας και άνυδρες εκτάσεις, ώστε να έχουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Από την άλλη, οι γεωργοί, εκτιμώντας τον ρόλο του φυτού ως εδαφοβελτιωτικό, το χρησιμοποιούν για την παραγωγή σπόρου, όπως επίσης και για πώληση του σανού.

Αδύναμος να αντεπεξέλθει στις βροχοπτώσεις

Ο Γιώργος Χουρσεΐδης, από την Πλαγιά Κιλκίς, αξιοποιεί πάνω από 2.000 στρέμματα, δικά του και ενοικιαζόμενα, για την καλλιέργεια βίκου και μπιζελιού με σποροπαραγωγική κατεύθυνση.

Τα συμβόλαια που υπέγραψε για την τρέχουσα περίοδο έχουν τιμή 44-45 λεπτά το κιλό, αισθητά ανεβασμένη από τα περισνά 35 – 40 λεπτά. Προσπαθώντας να συγκρίνει το μπιζέλι με τον βίκο, κάνει λόγο για ειδικές τεχνικές, ώστε να επιτευχθεί ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Ο βίκος, όπως λέει, «μπορεί να φτάσει έως και τα 200 κιλά το στρέμμα, αν όμως πέσουμε σε βροχοπτώσεις μπορεί να έχουμε σημαντικές μειώσεις, λόγω του αδύναμου στελέχους. Το μπιζέλι από την άλλη είναι περισσότερο ανθεκτικό, αλλά οι αποδόσεις του κυμαίνονται στα 130 κιλά».

Και τα δύο φυτά, λόγω του αζωτοδεσμευτικού τους χαρακτήρα, δεν απαιτούν λίπανση αζώτου. Ο γεωργός κάνει χρήση καλίου μόνο όταν καλλιεργεί ηλίανθο και ελαιοκράμβη. «Μαζί με τα σιτηρά που καλλιεργώ, προσπαθώ να κάνω έναν ολοκληρωμένο προγραμματισμό διαχείρισης των ψυχανθών, ώστε να έχω καλύτερα αποτελέσματα, μειώνοντας σε μεγάλο ποσοστό τις εισροές», καταλήγει ο κ. Χουρσεΐδης.

Προπομπός για το καλαμπόκι

Τη δική του εκτίμηση μέσα από την πολύχρονη εμπειρία καταθέτει ο Δημήτρης Παπαευθυμίου, παραγωγός ψυχανθών από το Δασοχώρι Δεσκάτης. Για τον ίδιο, ο βίκος αποτελεί τον προπομπό της κάθε καλλιέργειας και είναι δυνατόν να παίξει σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της γονιμότητας των εδαφών, αλλά πολύ περισσότερο μπορεί να προσδώσει και ένα οικονομικό αποτέλεσμα.

«Χωράφια τα οποία είναι ποτιστικά μπορούν στην ίδια καλλιεργητική περίοδο, μετά τη συλλογή του σανού, να δεχθούν καλαμπόκι μικρού βιολογικού κύκλου. Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται σε μεγάλο βαθμό η προσθήκη αζώτου στο έδαφος. Η παρουσία του βίκου συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα, μειώνοντας το ποσοστό της παρουσίας των ζιζανίων», εκτιμά ο κ. Παπαευθυμίου και συμπληρώνει: «Αντίπαλός μας, όμως, στην καλλιέργεια και στη διαχείριση είναι ο καιρός και ιδιαίτερα οι βροχοπτώσεις, που παίζουν σημαντικό ρόλο κατά την περίοδο της συλλογής του φυτού για σανό».

Ταυτισμένος με την κτηνοτροφία

Για τον Θανάση Ασπρούλακη, κτηνοτρόφο και πρόεδρο του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Φθιώτιδας, η καλλιέργεια του βίκου είναι ταυτισμένη με την παραδοσιακή κτηνοτροφία. Υποστηρίζει ότι «όσοι κτηνοτρόφοι βρίσκονται στα πεδινά καλλιεργούν μεγαλύτερες εκτάσεις βίκου, σε σύγκριση με τους ορεινούς, όπου οι εκτάσεις είναι μικρότερες και οι περισσότερες δύσβατες». Αναφερόμενος στις τιμές αγοράς του σανού από τους κτηνοτρόφους, δηλώνει ότι αυτές κυμαίνονται από 28 έως 30 λεπτά το κιλό.