Δενδρώδεις καλλιέργειες: Η σημερινή στροφή στη δενδροκομία μέσα από την αναδιάρθρωση καλλιεργειών και την κλιματική αλλαγή

του Δρος Αλέξανδρου Παπαχατζή, καθηγητή Δενδροκομίας Παν/μίου Θεσσαλίας, διευθυντή του Εργαστηρίου «Δενδροκηπευτικών & Εδαφικών Πόρων, HORTLAB», μέλους του ΔΣ του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου «Κυκλικής Οικονομίας & Κλιματικής Αλλαγής»

Η ποιοτική υπεροχή των ελληνικών δενδροκομικών είναι διεθνώς αποδεκτή από αγορές και καταναλωτές. Το κύριο ζητούμενο σήμερα είναι η στροφή της Ελλάδας στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και διατροφικής αξίας, με βιώσιμο τρόπο. Υπό αυτό το πρίσμα, η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών με νέες ποικιλίες, πιο ελκυστικές στην εγχώρια και στις ξένες αγορές, αλλά και η παραγωγή πολλαπλασιαστικού υλικού που να ταυτίζεται απόλυτα με αυτές, αποτελούν μονόδρομο. Η «ΥΧ» καταγράφει τις απόψεις ανθρώπων του χώρου και μεταφέρει τη δική τους εμπειρία για το τι συμβαίνει σήμερα στον τομέα της δενδροκομίας, αλλά και τις προοπτικές που ανοίγονται για τον κλάδο.

Την τελευταία δεκαετία, οι Έλληνες αγρότες ήρθαν αντιμέτωποι με δύο μόνιμα προβλήματα που τους ανάγκασαν να στραφούν σε καλλιέργειες των οποίων πολλοί από αυτούς πριν από λίγα χρόνια ήταν ορκισμένοι πολέμιοί τους. Αυτές δεν είναι άλλες από τις δενδροκομικές καλλιέργειες. Το πρώτο πρόβλημα είναι τα μονίμως χαμηλά πλέον στρεμματικά έσοδα από τις ετήσιες εκτατικές καλλιέργειες, που μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν άκρως εξαρτώμενες από τις υψηλές επιδοτήσεις που λάμβαναν. Το δεύτερο, νεότευκτο, πρόβλημα, είναι οι μόνιμες πλέον επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που ήρθε όχι μόνο για να μείνει, αλλά και να επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια.

Στροφή σε πιο «εύκολες» καλλιέργειες

Δυστυχώς, σήμερα, καλλιεργούμε κυρίως ετήσιες καλλιέργειες, που κατά μέσο όρο έχουν στρεμματική κατανάλωση νερού που κυμαίνεται μεταξύ 400 και 700 κυβικών. Νερό, το οποίο τις περισσότερες φορές το αντλούμε από βάθη 200 και 300 μέτρων. Οι αγρότες μας, αντιμετωπίζοντας αυτά τα δύο διλήμματα, πήραν την απόφαση να στραφούν σε πιο εντατικές καλλιέργειες, όπως οι δενδροκομικές.

Έπρεπε όμως να επιλέξουν τις πιο «εύκολες» από πολλές απόψεις. Καλλιέργειες δηλαδή, με χαμηλό κόστος εγκατάστασης, ευκολία στην καλλιέργειά τους, αλλά και σε συστήματα φύτευσης στα οποία να προσαρμόζονται τα μεγάλα γεωργικά μηχανήματα που έχουν για τις εκτατικές καλλιέργειες. Ακόμη και επαναχρησιμοποίηση για την άρδευση αυτών των δέντρων, των σταλακτοφόρων σωλήνων που είχαν από τις προηγούμενες καλλιέργειες, π.χ. για τα βαμβάκια ή για τα καλαμπόκια. Σίγουρα, δε, να επιλέξουν καρποφόρα δέντρα με πιο διαχειρίσιμο προϊόν από άποψη αποθήκευσης και μετασυλλεκτικών χειρισμών. Σε αυτόν τον συνδυασμό κριτηρίων, κατά τη γνώμη μας, προκρίνονται οι δενδροκομικές καλλιέργειες των ξηρών καρπών.

Καρυδιά

Στην ομάδα των δενδροκομικών καλλιεργειών ανήκουν οι καρυδιές, που κρατούν τα σκήπτρα στις επιλογές των αγροτών. Μιλάμε για καρυδιές εμβολιασμένες με παραγωγικότατες ποικιλίες Καλιφόρνιας ή Γαλλικές, με μία ευελιξία προσαρμογής από τον κάμπο με τους 45οC θερμοκρασία, μέχρι και τα 1.300 μέτρα υψόμετρο και χωρίς απολύτως κανέναν φόβο στους όψιμους ανοιξιάτικους παγετούς. Θα πρέπει όμως οι αγρότες μας να δείξουν ιδιαίτερη προσοχή στα «μαϊμού» δέντρα τουρκικής προέλευσης, που έχουν καταστρέψει πάρα πολλούς καλλιεργητές μέχρι σήμερα, όπως κατ’ επανάληψη είχαμε προειδοποιήσει με άρθρα μας τα τελευταία χρόνια.

Αμυγδαλιά

Στην ίδια κατηγορία, μια σχετικά εύκολη και φθηνή στην εγκατάστασή της καλλιέργεια είναι και αυτή της αμυγδαλιάς. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε την τάση που υπάρχει πλέον για ποικιλίες αυτογόνιμες, που δεν εξαρτώνται άμεσα από το αν θα πετάξει η μέλισσα και αν θα υπάρχουν επικονιάστριες ποικιλίες για να γίνει η σταυρεπικονίαση και, κατ’ επέκταση, η κανονική παραγωγή τους.

Ακόμη ένα πλεονέκτημα που έχουν οι καινούργιες ποικιλίες είναι ότι οι πιο πολλές από αυτές είναι όψιμης άνθισης, αποφεύγοντας έτσι τους όψιμους ανοιξιάτικους παγετούς, εξασφαλίζοντας τη σταθερή ετήσια παραγωγή.

Σήμερα, στη διάθεσή μας έχουμε ποικιλίες που ανθίζουν πολύ όψιμα, ακόμη και τον Μάιο μήνα, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να επεκτείνουμε αυτή την καλλιέργεια φτάνοντας και στα 850 μέτρα υψόμετρο, κάτι που ήταν εντελώς αδιανόητο τα προηγούμενα χρόνια.

Βέβαια, η αμυγδαλιά πάντα ήταν ένα δέντρο που παλαιότερα, πριν από το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, μπορούσε να καλλιεργηθεί ξερικά, χωρίς πότισμα. Δεν θα μπορούσαμε σήμερα να σκεφτούμε κάτι τέτοιο, αν και πάλι η έρευνα δεν μας έδινε νέες ποικιλίες ανθεκτικές στην ξηρασία, που επιπλέον είναι και αυτογόνιμες. Τα πλεονεκτήματα της καλλιέργειας της αμυγδαλιάς, κάνοντας χρήση των νέων ποικιλιών, δεν σταματούν σε ό,τι αναφέραμε παραπάνω. Μπορούν σήμερα να καλλιεργηθούν και σε πλήρες εκμηχανισμένο εκτατικό σύστημα. Δηλαδή αντικατάσταση και αναδιάρθρωση ετήσιων εκτατικών καλλιεργειών με δυναμικές εντατικές καλλιέργειες αμυγδαλιάς, φυτεμένες όμως σε υπέρπυκνο σύστημα, με πλήρη μηχανική συγκομιδή (5 στρέμματα, ή 1.000 δέντρα την ώρα) και εκμηχανοποιημένες καλλιεργητικές φροντίδες.

Μιας τέτοιας μορφής σύστημα καλλιέργειας, όχι μόνο θα μπορούσε να συμπεριφερθεί ως εκτατική καλλιέργεια, καλύπτοντας δεκάδες ή εκατοντάδες στρέμματα, αλλά και ως μία πλήρως εκμηχανοποιημένη πολυετής καλλιέργεια, δηλαδή όπως μέχρι τώρα όλες οι ετήσιες καλλιέργειές μας.

Φουντουκιά και καστανιά

Από αυτή την αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν θα μπορούσαν να μείνουν απ’ έξω και οι κάπως πιο «δροσερές» περιοχές που γειτνιάζουν με θάλασσα, ή που βρίσκονται σε ημιορεινές περιοχές, συνήθως δίπλα σε λίμνες ή ποτάμια. Εδώ θα πρότεινα την καλλιέργεια της φουντουκιάς, σε θαμνώδη ή ακόμη και σε δενδρώδη μορφή, κατάλληλη για μηχανική καλλιέργεια, με τις καινούργιες ιταλικές ποικιλίες που ζητάει και η βιομηχανία σοκολάτας. Τέλος, σε δασικού χαρακτήρα περιοχές, χωρίς ασβεστούχα εδάφη, θα πρότεινα την καλλιέργεια της καστανιάς και μάλιστα με καινούργιες, κυρίως γαλλικές ποικιλίες, που είναι υβρίδια «Μαρόνια» και ανθεκτικές σε ασθένειες.

Φιστικιά Αιγίνης

Η καλλιέργεια που προσαρμόζεται καλύτερα απο όλες στην κλιματική αλλαγή, που παράγει ακόμη και χωρίς καθόλου άρδευση, στηριζόμενη μόνο στις μειωμένες βροχοπτώσεις, δηλαδή σε Rainfed agriculture ή, για να γίνει κατανοητό, σε μία «γεωργία τροφοδοτούμενη μόνο από τις βροχοπτώσεις», είναι η καλλιέργεια της φιστικιάς Αιγίνης. Έχει προσαρμοστεί άριστα όχι μόνο στα νησιά μας, όπως η Αίγινα, αλλά και σε άνυδρες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, από τα Μέγαρα στην Αττική μέχρι και βορειότερα από την Κεντρική και Ανατολική Θεσσαλία.

Η προφανής στροφή στην καλλιέργεια δέντρων ξηρών καρπών είναι πλέον όχι μόνο γεγονός, αλλά και επιτακτική ανάγκη αναδιάρθρωσης τόσο υδροβόρων όσο και θεωρητικά ξηρικών ετήσιων καλλιεργειών με χαμηλή στρεμματική πρόσοδο. Χωρίς να θυσιάσουμε την παραγωγικότητα της ελληνικής γεωργίας, αλλά τουναντίον, όσο παράδοξο και να φαίνεται, μπορούμε με τις κατάλληλες επιλογές μας σε πολυετείς δενδροκομικές καλλιέργειες, που περιγράφηκαν παραπάνω, να την ξανακάνουμε προσοδοφόρα και κερδοφόρα! Ας κινηθούμε, λοιπόν, με αποφασιστικότητα, αλλά και με μεγάλη προσοχή στις αποφάσεις μας, σε συνεργασία πάντα με τους εξειδικευμένους γεωπόνους.