Η διατροφική απάτη ως έγκλημα και πειρατεία
του Γεώργιου Ζακυνθινού,
καθηγητή Τεχνολογίας,
Ασφάλειας και Ανάπτυξης Λειτουργικών Τροφίμων και
Υγειοπροστατευτικών Προϊόντων στη Δημόσια Υγεία,
Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Ο τομέας των τροφίμων υπόκειται συνεχώς σε παράνομες δραστηριότητες, όπως η νοθεία και η πειρατεία. Επιπλέον, υπάρχουν επιβλαβείς ή «οιονεί» εγκληματικές πρακτικές που βλάπτουν και τη δημόσια υγεία.
Διατροφική απάτη: Εισαγωγή, ορισμοί και αναφορές
Τροφική απάτη είναι η πράξη της σκόπιμης αλλαγής, παραποίησης, εσφαλμένης επισήμανσης, αντικατάστασης ή αλλοίωσης οποιουδήποτε τροφίμου σε οποιοδήποτε σημείο της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων από τη φάρμα στο τραπέζι. Απάτη μπορεί να συμβεί στην πρώτη ύλη, σε ένα συστατικό, στο τελικό προϊόν ή στη συσκευασία του τροφίμου.
Δόλια και σκόπιμη αντικατάσταση, αραίωση ή προσθήκη σε μια πρώτη ύλη ή προϊόν διατροφής ή ψευδής παρουσίαση του υλικού ή του προϊόντος για οικονομικό όφελος (με αύξηση της φαινομενικής αξίας ή μείωση του κόστους παραγωγής του) ή για πρόκληση βλάβης σε άλλους (με κακόβουλη μόλυνση) είναι απάτη τροφίμων. Στην επιστημονική βιβλιογραφία, καθώς και σε πολλές τεχνικές εκθέσεις, που επικεντρώνονται στην αυθεντικότητα των τροφίμων, είναι δυνατόν να εντοπιστούν διαφορετικοί ορισμοί της «διατροφικής απάτης», αν και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει εναρμονισμένος ορισμός σε ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο.
Η απάτη στον τομέα των τροφίμων είναι ένα ζήτημα που επηρεάζει όλες τις αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων και, επομένως, ολόκληρη τη βιομηχανία τροφίμων, τους πελάτες και τους καταναλωτές. Ως εκ τούτου, η ανάγκη για εξελιγμένη πρόληψη και μετριασμό της στον εν λόγω τομέα είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Η απόδειξη προέλευσης είναι ένα σημαντικό θέμα για την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, την προστασία των καταναλωτών, καθώς και τη συμμόρφωση με την εθνική νομοθεσία, τα διεθνή πρότυπα και τις οδηγίες
Σύμφωνα με στοιχεία της Europol σε επίπεδο ΕΕ, από ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Δεκεμβρίου 2021 και Μαΐου 2022, στο πλαίσιο της επιχείρησης με την κωδική ονομασία «OPSON ΧΙ», προέκυψαν αναφορές από 26 χώρες ότι κατασχέθηκαν σχεδόν 27.000 τόνοι παραποιημένων τροφίμων. Οι δράσεις κατά της απάτης στον τομέα των τροφίμων στοχεύουν σε εγκληματικά δίκτυα που μπορούν να βλάψουν σοβαρά την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών.
Κατασχέσεις και δραστηριότητες που αναφέρθηκαν στην Europol (Δεκέμβριος 2021 – Μάιος 2022):
✱ Πραγματοποιήθηκαν περίπου 74.000 έλεγχοι.
✱ Κατασχέθηκαν 26.800 τόνοι παράνομων προϊόντων.
✱ Κατασχέθηκαν 15 εκατ. λίτρα αλκοολούχων ποτών.
✱ Εκδόθηκαν 80 εντάλματα σύλληψης.
✱ Καταγγέλθηκαν 137 άτομα στις δικαστικές αρχές.
✱ Έχουν ανοιχτεί πάνω από 175 ποινικές υποθέσεις.
✱ Εκκρεμούν 2.078 διοικητικές υποθέσεις.
✱ Εξαρθρώθηκαν οκτώ εγκληματικά δίκτυα.
Μελετητές για την απάτη των τροφίμων αναφέρουν ότι στον ορισμό της απάτης στα τρόφιμα περιλαμβάνεται και η απειλή της δημόσιας υγείας, ώστε να επισημάνουν τη σημαντικότητα του θέματος και οπωσδήποτε να μετατοπίσουν την εστίαση αυτού του φαινομένου από την παρέμβαση στην πρόληψη. Υπάρχουν αναφορές από συγγραφείς που αποδόμησαν την ευκαιρία της απάτης, χρησιμοποιώντας τις εφαρμογές της εγκληματολογίας και της συμπεριφορικής επιστήμης του τριγώνου του εγκλήματος και της λεγόμενης «χημείας του εγκλήματος».
Η νόθευση τροφίμων ως απάτη
Η νοθεία τροφίμων είναι η σκόπιμη προσθήκη ή τροποποίηση ενός προϊόντος διατροφής με κατώτερες, φθηνότερες ή μη αυθεντικές ουσίες, συχνά για αύξηση όγκου ή βάρους ή για βελτίωση της εμφάνισης, γεγονός που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ποιότητα, την ασφάλεια και τη θρεπτική αξία του προϊόντος. Η νόθευση τροφίμων συχνά έχει τη μορφή των εξής:
✱ Αντικατάσταση ενός προϊόντος με άλλο.
✱ Χρήση μη εγκεκριμένων βελτιώσεων ή πρόσθετων.
✱ Παραπλανητική περιγραφή για κάτι (π.χ. χώρα προέλευσης).
✱ Λανθασμένη επωνυμία ή παραποίηση.
✱ Κλεμμένες αποστολές τροφίμων.
✱ Σκόπιμη μόλυνση με ποικιλία χημικών, βιολογικών παραγόντων ή άλλων ουσιών επιβλαβών για την ιδιωτική ή τη δημόσια υγεία.
Μια συζήτηση σχετικά με την απάτη και τη νοθεία τροφίμων πρέπει να περιλαμβάνει:
✱ Οικονομικό κίνητρο.
✱ Απροσδόκητες συνέπειες για την ιδιωτική και τη δημόσια υγεία.
✱ Ηθικές/θρησκευτικές ανησυχίες.
✱ Επιδιωκόμενη βλάβη.
✱ Ποινική ευθύνη.
Οι καταναλωτές χρειάζονται σαφείς και ακριβείς πληροφορίες, ώστε να μπορούν να κάνουν ορθές επιλογές σχετικά με τη διατροφή τους και τα τρόφιμα που αγοράζουν. Επομένως, η περιγραφή ή/και η επισήμανση των τροφίμων πρέπει να είναι ειλικρινής και ακριβής, ειδικά όταν τα τρόφιμα έχουν υποστεί επεξεργασία και χάνεται η ικανότητα διάκρισης ενός συστατικού από το άλλο.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι πληροφορίες που πρέπει να δοθούν κατοχυρώνονται από τον νόμο και, επομένως, το τρόφιμο πρέπει να είναι ακριβώς αυτό που λέει η ετικέτα ή η περιγραφή, δηλαδή να είναι «αυθεντικό» και να μην περιγράφεται λανθασμένα.
Η επαλήθευση της αυθεντικότητας μέσα από τη νομοθεσία
Η όποια έρευνα αυθεντικότητας πρέπει να βασίζεται στην ανάγκη επαλήθευσης της συμμόρφωσης με τα πρότυπα τροφίμων και τη νομοθεσία επισήμανσης για τον εντοπισμό απάτης στα τρόφιμα.
Ως εκ τούτου, η ανάπτυξη των όποιων μεθόδων σχεδιάζεται για την επαλήθευση των νομικών απαιτήσεων σχετικά με την ονομασία που δίνεται στα τρόφιμα, την ονομασία και την ποσοτική δήλωση των συστατικών, τις δηλώσεις επεξεργασίας ή επεξεργασίας τροφίμων και τους ισχυρισμούς παραγωγής και γεωγραφικής προέλευσης. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους τα τρόφιμα μπορούν να περιγραφούν εσφαλμένα, ορισμένα παραδείγματα των οποίων παρατίθενται στον σχετικό πίνακα.
Ο έλεγχος ταυτότητας των τροφίμων και η αυθεντικότητα
Ο έλεγχος ταυτότητας τροφίμων είναι η διαδικασία που επαληθεύει ότι ένα τρόφιμο συμμορφώνεται με την περιγραφή της ετικέτας του. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την προέλευση (είδος, γεωγραφική ή γενετική), τη μέθοδο παραγωγής (συμβατικές, βιολογικές, παραδοσιακές διαδικασίες, ελεύθερη εμβέλεια) ή τις τεχνολογίες επεξεργασίας (ακτινοβόληση, κατάψυξη, θέρμανση με μικροκύματα). Η δήλωση συγκεκριμένων ποιοτικών χαρακτηριστικών σε προϊόντα υψηλής αξίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς τα προϊόντα αυτά αποτελούν συχνά στόχο δόλιας επισήμανσης. Η απόδειξη προέλευσης είναι ένα σημαντικό θέμα για την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, την προστασία των καταναλωτών, καθώς και τη συμμόρφωση με την εθνική νομοθεσία, τα διεθνή πρότυπα και τις οδηγίες.
Λόγω της παγκοσμιοποίησης των αγορών τροφίμων και της συνακόλουθης αύξησης της μεταβλητότητας και της διαθεσιμότητας τροφίμων από άλλες χώρες, οι καταναλωτές ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο να μάθουν τη γεωγραφική προέλευση μαζί με την υποτιθέμενη ποιότητα των προϊόντων που καταναλώνουν.
Η διασφάλιση ποιότητας και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την πιστοποίηση της γνησιότητας των τροφίμων παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον τόσο από εμπορική όσο και από νομική άποψη.
Τα σύγχρονα όργανα, η πρόοδος στις βασικές επιστήμες και στις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών παρέχουν μέσα για την ακριβή μέτρηση και την αποσαφήνιση της προέλευσης των τροφίμων και την εξάλειψη της πειρατείας τους.
Από τις αρχές του 20ού αιώνα, οργανώσεις που θέτουν πρότυπα και ελέγχουν την προέλευση των συστατικών και τη διαδικασία παραγωγής έχουν εμφανιστεί σε όλο τον κόσμο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το γαλλικό «Institut National des Appellations d’ Origine (INAO), το ιταλικό «Denominazione di Origine Controllata», το «Denominaciοn de Origen» της Ισπανίας, το «Wine of Origin» της Νότιας Αφρικής ή οι «American Viticultural Area» των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η παραγωγή καταναλωτικών αγαθών, σύμφωνα με αυτές τις τυποποιημένες διαδικασίες, συνήθως οδηγεί σε καλύτερα προϊόντα και ανταμείβεται με υψηλότερες τιμές στο σημείο πώλησης. Δυστυχώς, αυτά τα οικονομικά οφέλη προσελκύουν την παραγωγή μη «αυθεντικών» τροφίμων και τις παράνομες εμπορικές συναλλαγές τροφίμων.
Η αυθεντικότητα της προέλευσης και η απόδειξή της
Στην Ευρώπη, η προέλευση είναι ένα από τα κύρια ζητήματα γνησιότητας σχετικά με τα τρόφιμα. Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επιφυλάσσει συγκεκριμένες ονομασίες για τρόφιμα και ποτά συγκεκριμένης ποιότητας ή φήμης, είναι άφθονη από την αρχή της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (Κανονισμός του Συμβουλίου, ΕΟΚ αριθ. 2081/92).
Αυτές οι νομοθεσίες εισήγαγαν κανονιστικό πλαίσιο για κρασιά και οινοπνευματώδη ποτά και συστήματα ποιότητας για προϊόντα διατροφής, συμπεριλαμβανομένων της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), που συνδέει τα προϊόντα με την καθορισμένη γεωγραφική περιοχή όπου παράγονται, της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ), που συνδέει τα προϊόντα με μια γεωγραφική περιοχή όπου πραγματοποιήθηκε τουλάχιστον ένα βήμα παραγωγής, και των Εγγυημένων παραδοσιακών ιδιοτυπιών (TSG), που προστατεύουν τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής.
Επιπλέον, πρόσφατα, ορίστηκαν προαιρετικοί όροι ποιότητας, όπως «Προϊόν Ορεινό» και «Προϊόν Νησιωτικής Γεωργίας» (1151/2012 Κανονισμός ΕΕ). Σκοπός αυτών των προγραμμάτων της ΕΕ είναι η προστασία της φήμης των περιφερειακών τροφίμων και η προώθηση καλών πρακτικών στην αγροτική δραστηριότητα.
Τέτοιες πρακτικές βοηθούν τους παραγωγούς να επιτύχουν τιμές υψηλής ποιότητας για αυθεντικά προϊόντα και ελαχιστοποιούν τον αθέμιτο και παραπλανητικό ανταγωνισμό από μη γνήσια προϊόντα, συνήθως κατώτερης ποιότητας ή διαφορετικής γεύσης (Κανονισμός ΕΕ 1151/2012). Οι πληροφορίες περιλαμβάνουν χαρακτηρισμό της γεωγραφικής περιοχής και ενισχύουν την αντίληψη των καταναλωτών για την ιδιαίτερη ποιότητα που αποδίδεται στα ορεινά και νησιωτικά προϊόντα.
Στην περίπτωση καλλιεργούμενων ειδών, η ΕΕ υποδεικνύει ότι πρέπει να γίνεται αναφορά στη χώρα στην οποία το τρόφιμο υποβάλλεται στο τελικό στάδιο παραγωγής. Οι έντονες ερευνητικές δραστηριότητες στην ΕΕ υποστηρίζονται από τις συντονιστικές δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των «Food Integrity», «MoniQa» και «TRACE», στο πλαίσιο του HORIZON 2020.
Ο προσδιορισμός της γνησιότητας των τροφίμων είναι ένα σημαντικό ζήτημα στον ποιοτικό έλεγχο και στην ασφάλειά τους. Επομένως, είναι επιτακτική η ανάγκη για ακριβείς τυποποιημένες τεχνικές ελέγχου ταυτότητας τροφίμων.
Δυσκολίες στον εντοπισμό της εσφαλμένης περιγραφής και της απάτης
Υπάρχουν τρεις κύριες προκλήσεις στην ανάπτυξη μεθοδολογίας αυθεντικότητας:
✱ Πρώτον, το υπό διερεύνηση ζήτημα συνδέεται σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις με νομική απαίτηση, πρότυπο ή καθοδήγηση. Ως εκ τούτου, η ερμηνεία των αποτελεσμάτων πρέπει να γίνεται υπό το πρίσμα της αναλυτικής αβεβαιότητας, της φυσικής διακύμανσης και κάθε ανοχής που επιτρέπεται από τις απαιτήσεις που ορίζουν το τρόφιμο, ενώ το συμπέρασμα που συνάγεται πρέπει να είναι πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία.
✱ Η δεύτερη δυσκολία αφορά την εύρεση ενός δείκτη (ή δεικτών) που να χαρακτηρίζει το τρόφιμο, ένα από τα συστατικά του, την επεξεργασία, την παραγωγή ή τη γεωγραφική του προέλευση. Ο δείκτης πρέπει να είναι συγκεκριμένος, η φυσική του διακύμανση να είναι περιορισμένη και καλά χαρακτηρισμένη και να μετράται με ακρίβεια εάν είναι απαραίτητο.
✱ Η τρίτη δυσκολία σχετίζεται με την ύπαρξη διαθέσιμων αυθεντικών δειγμάτων για την ανάπτυξη και την αξιολόγηση της μεθόδου. Υπάρχει λιγότερη δυσκολία εάν μπορούν να ληφθούν ή να προετοιμαστούν σε εθνικό επίπεδο, αλλά συχνά είναι πιο δύσκολο όταν πρέπει να ληφθούν από άλλες χώρες.
Παρά τις προκλήσεις αυτές, έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος σε ορισμένους τομείς και, σε μερικές περιπτώσεις, οι μεθοδολογίες που έχουν αναπτυχθεί αντιπροσωπεύουν ένα τεχνικό «άθλο».
Τεχνολογίες και μεθοδολογίες εντοπισμού της νοθείας
Ο έλεγχος της ταυτότητας τροφίμων ως οικονομική δραστηριότητα έχει μια μεγάλη αγορά. Καθώς ο καταναλωτής επιδιώκει να αγοράσει περισσότερα αυθεντικά, υγιεινά και επώνυμα προϊόντα διατροφής μετά την COVID εποχή, η εφαρμογή υπηρεσιών, όπως ο έλεγχος ταυτότητας τροφίμων, ενισχύθηκε περαιτέρω το έτος 2020 σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια.
Εν μέσω της αυξανόμενης επικράτησης της διατροφικής απάτης στον κλάδο, συμπεριλαμβανομένων της σκόπιμης υποκατάστασης συστατικών, της παραπλάνησης με ψευδείς ισχυρισμούς και λανθασμένης επισήμανσης, οι καταναλωτές έχουν γίνει δύσπιστοι σχετικά με τον έλεγχο ταυτότητας των προϊόντων διατροφής που προορίζονται να ανταποκριθούν σε συγκεκριμένους ισχυρισμούς, όπως για παράδειγμα vegan κ.ά.
Αυτό, με τη σειρά του, οδήγησε τους κατασκευαστές τροφίμων να επιλέξουν τεχνικές ελέγχου ταυτότητας τροφίμων ως τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να διαφοροποιήσουν τα προϊόντα τους από τα συμβατικά, ώστε να κατακτήσουν σημαντικά μερίδια αγοράς.
Η αγορά οργάνων και δοκιμών ελέγχου ταυτότητας τροφίμων ταξινομείται ανά τεχνολογία [τεχνική PCR, αλληλουχία DNA/γραμμικός κώδικας, ομικές τεχνολογίες, τεχνική ELISA, NMR/μοριακή φασματομετρία, φασματομετρία μάζας (υγρή ή αέρια χρωματογραφία) κ.ά.] και ανά γεωγραφική ζώνη (Βόρεια Αμερική, Ευρώπη, Ασία-Ειρηνικός, Νότια Αμερική, Μέση Ανατολή και Αφρική). Η παγκόσμια αγορά αυθεντικότητας τροφίμων αποτιμήθηκε σε 5,3 δισ. δολάρια το 2017 και εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 10 δισ. δολάρια έως το 2030, σημειώνοντας σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 6,9% από το 2021 έως το 2030.
Συμπεράσματα
Η απάτη στον τομέα των τροφίμων είναι ένα έγκλημα που συντελείται από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά τώρα λαμβάνει χώρα σε παγκόσμια εμπορική κλίμακα. Η απάτη αναφέρεται και ως πειρατεία, όπως οι ελληνοποιήσεις.
Εάν οι καλόπιστες εταιρείες μπορούν να κατανοήσουν τις ευκαιρίες απάτης στον τομέα των τροφίμων που είναι δυνατό να διαπραχθούν από επιτηδείους, μπορούν να αξιολογήσουν πόσο αποτελεσματικοί θα είναι συγκεκριμένοι τύποι αντιμέτρων για τον εντοπισμό ή την αποτροπή των εν λόγω επιτηδείων. Ο στόχος είναι να διαταραχθεί η χημεία του εγκλήματος, να μειωθούν οι ευκαιρίες απάτης και να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία.
Επιλεγμένα παραδείγματα τροφίμων από τον Διεθνή Άτλαντα με λανθασμένη ή δόλια περιγραφή
Ενέργεια/Κατηγορία τροφίμου |
Λανθασμένη περιγραφή |
---|---|
Αντικατάσταση ενός συστατικού |
• Χρησιμοποιώντας νταούκι (σ.σ. σημαντικό αλίευμα στον ανατολικό-βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό) |
• Αντικατάσταση τόνου με παλαμίδα ή σολομού με θαλάσσια πέστροφα. |
|
• Επισήμανση φθηνότερων ποικιλιών πατάτας. |
|
Προσθήκη ή νόθευση τροφίμων |
• Προσθήκη νερού για αύξηση βάρους στα στήθη κοτόπουλου. |
• Ανάμειξη μακρόσπερμου ρυζιού με ρύζι Μπασμάτι. |
|
• Ανάμειξη αγελαδινού γάλακτος με βουβαλίσιο γάλα πριν από την παραγωγή τυριού «μοτσαρέλα». |
|
• Προσθήκη μαλακού σίτου σε ζυμαρικά σκληρού σίτου, με ετικέτα 100% σκληρό σιτάρι. |
|
• Εξαγωγή διαλυτού καφέ από κόκκους αναμειγμένους με φλούδες και φλοιούς. |
|
• Προσθήκη φθηνότερων φυτικών ελαίων σε επώνυμα φυτικά έλαια υψηλότερης αξίας. |
|
• Προσθήκη νερού, ζάχαρης, οξέων και χρωστικών σε χυμούς φρούτων. |
|
Παρουσία αδήλωτων |
• Παραπροϊόντα σε επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος. |
• Κρέας γαϊδάρου ή αλόγου σε σαλάμι. |
|
• Μηχανικά διαχωρισμένο κρέας σε επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος. |
|
Προσθήκη ή νόθευση τροφίμων |
• Προσθήκη χυμού μανταρινιού στον χυμό πορτοκαλιού για να βελτιωθεί το χρώμα του χυμού. |
• Προσθήκη γλυκερίνης στο κρασί για βελτίωση του σώματος. |
|
Μη δήλωση ή ψευδής |
• Επισήμανση των πουλερικών ως φρέσκων, παρόλο που προηγουμένως έχουν καταψυχθεί. |
• Παράλειψη δήλωσης ότι τα τρόφιμα έχουν ακτινοβοληθεί. |
|
• Μη δήλωση ότι ο χυμός έχει παρασκευαστεί από συμπύκνωμα. |
|
Υπερθεματική δήλωση |
• Συμπερίληψη υδρολυμένης πρωτεΐνης ως μέρος της περιεκτικότητας σε κρέας. |
Ψεύτικοι ισχυρισμοί σχετικά |
• Επισήμανση του βόειου κρέατος της Νότιας Αμερικής ως βρετανικού βόειου κρέατος. |
• Δήλωση των εκτρεφόμενων ψαριών ως «άγριων». |
|
• Επισήμανση των συμβατικά παραγόμενων τροφίμων ως βιολογικών. |
|
• Ισχυρισμός ότι το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο προέρχεται από μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. |
|
Λευκό τυρί |
Δηλώνεται ως φέτα ΠΟΠ/πειρατεία. |
Ελιές Αιγύπτου Καλαμάτας |
Δηλώνονται ως ελληνικές ελιές Καλαμάτας/πειρατεία. |
Πατάτες ελληνικής προέλευσης |
Δηλώνονται ως πατάτες Κύπρου/πειρατεία. |