Drink Pink: Κερδίζει διαρκώς μερίδια το ροζέ κρασί

Το ροζέ κρασί είναι πλέον μια διεθνής τάση που αποκτά όλο και μεγαλύτερα μερίδια αγοράς στη Γαλλία κυρίως, αλλά και σταδιακά σε όλο τον κόσμο. Η δημοτικότητά του εξηγείται από το γεγονός ότι είναι ευκολόπιοτο, ταιριάζει με πολλά φαγητά, αλλά μπορεί άνετα να καταναλωθεί και ως ποτό χωρίς συνοδεία φαγητού. Επίσης, ίσως και το κυριότερο ατού του είναι ότι έχει χαμηλότερη τιμή από ό,τι ένα μέσο κόκκινο ή λευκό κρασί. Και στην Ελλάδα όλα πλέον τα οινοποιεία παράγουν και πωλούν αρκετές ποσότητες ροζέ κρασιού, ειδικά το καλοκαίρι λόγω τουρισμού.

Ενδεικτικά στην έκθεση Drink Pink 2023, που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 11 Ιουνίου στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, παρουσιάστηκαν περισσότερα από 170 ελληνικά ροζέ κρασιά και περίπου 30 ξένες ετικέτες. Ανάμεσά τους, σε παγκόσμια πρώτη το νέο ροζέ της Κάιλι Μινόγκ. Απαραίτητο στοιχείο της εικόνας των ροζέ οίνων η αγάπη των διασήμων. Η τάση απέκτησε ξεχωριστή λάμψη όταν διάσημοι αστέρες όπως ο Μπραντ Πιτ και Αντζελίνα Τζολί, η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, ο Τζον Μπον Τζόβι και ο γιος του Τζες συνεργάστηκαν με ξεχωριστούς οινοποιούς για να παράγουν το δικό τους ροζέ.

Το ίματζ των ροζέ οίνων συμπληρώνουν οι συσκευασίες και τα μπουκάλια που συχνά είναι εξαιρετικά διαφορετικά από ό,τι έχουμε συνηθίσει, προσφέροντας στους καταναλωτές εκτός από γεύση και εικόνα. «Κάτι σαν άρωμα σε κρασί», λένε οι ειδικοί.

Η τάση αύξησης της κατανάλωσης ροζέ κρασιών καταγράφεται πλέον σαφώς από τις έρευνες εφόσον στη Γαλλία έχει πλέον ξεπεράσει αυτήν του λευκού. Παγκοσμίως ενώ το ροζέ κρασί πριν μια δεκαετία αποτελούσε μόνο το 4% της κατανάλωσης, τώρα υπολογίζεται ότι έχει ξεπεράσει το 20% της συνολικής οινικής ποσότητας που καταναλώνεται.

O παγκόσμιος χάρτης

Σήμερα η Γαλλία κατέχει τα παγκόσμια πρωτεία, τόσο στην παραγωγή όσο και στην κατανάλωση, καθώς παράγει το 31% του ροζέ κρασιού παγκοσμίως και καταναλώνει το 35% της παγκόσμιας παραγωγής.

Περίπου το 15% του ροζέ κρασιού καταναλώνεται στις ΗΠΑ και ακολουθούν η Γερμανία με 7% και η Ισπανία και η Μεγ. Βρετανία με 6%. Το υπόλοιπο 37% κατανέμεται στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου. Μετά τους Γάλλους, η μεγαλύτερη κατανάλωση κατά κεφαλήν ροζέ καταγράφεται στην Ουρουγουάη (9,7 λίτρα τον χρόνο) και ακολουθούν οι Κύπριοι (5,2 λίτρα τον χρόνο), οι Βέλγοι και οι Σουηδοί (5,1 λίτρα τον χρόνο). Οι χώρες που φαίνεται ότι έχουν προοπτικές για αύξηση πωλήσεων είναι η Κίνα, η Αυστραλία, ο Καναδάς, οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία.

Από την πλευρά της παραγωγής, 10 χώρες αύξησαν την τελευταία δεκαετία την παραγωγή τους σε ροζέ κρασί συνολικά κατά 50%. Πρόκειται για την Αυστρία, τη Χιλή, την Ουγγαρία, τη Μολδαβία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Ρουμανία, τη Νότιο Αφρική και την Ελβετία. Σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen, η κατανάλωση ροζέ κρασιού δεν επηρεάστηκε όσο αναμενόταν ούτε από την πανδημία. Κατά την περίοδο του εγκλεισμού, μάλιστα, η κατανάλωση ροζέ οίνων παρουσίασε αύξηση σε σχέση με τα λευκά και τα κόκκινα.

H τάση ξεκίνησε από την Προβηγκία (σ.σ. όπου το 90% του κρασιού που παράγεται είναι ροζέ), όταν ο οινοποιός Σασά Λισίν αποφάσισε να επανασυστήσει το ροζέ κρασί στους καταναλωτές της Γαλλίας, αλλά και ολόκληρου του κόσμου. Το ροζέ της Προβηγκίας που έχει ένα ελαφρύ ροζέ χρώμα (κάποιοι το αποκαλούν ροδακινί) έφτιαξε σχολή στη Γαλλία, αλλά και σε όλες τις οινοπαραγωγικές χώρες.

«Το ροζέ κρασί έτσι όπως ξαναπαρουσιάστηκε στον κόσμο έγινε στοιχείο life style, έδωσε νέες αφορμές για να πιείς κρασί, όπως π.χ. με πάγο στην παραλία. Το πίνεις εύκολα παντού, οποιαδήποτε ώρα της μέρας», αναφέρει ο οινοποιός Στέλιος Μπουτάρης.

Tα ανοιχτόχρωμα ροζέ κρασιά, αυτά που στην Ελλάδα αποκαλούμε «τύπου Προβηγκίας», αντιπροσωπεύουν το 34% της παγκόσμιας κατανάλωσης, τα σκουρόχρωμα το 26% και τα ενδιάμεσα το 40%.

Το 2019 η κατανάλωση του ροζέ κρασιού στον κόσμο έφτασε τα 23,5 εκατομμύρια εκατόλιτρα. Αυτό το μέγεθος είναι υψηλότερο κατά 23% σε σχέση με την παγκόσμια κατανάλωση το 2002. Ένα στα δέκα μπουκάλια κρασί που πωλήθηκαν στον κόσμο το 2019 ήταν ροζέ.

Το 2019 η παραγωγή ροζέ κρασιού δεν κατάφερε να ικανοποιήσει πλήρως τις ανάγκες της αγοράς που ζητά όλο και περισσότερο ρίζες κρασί δείχνοντας ότι υπάρχει κενό που αναμένει να καλυφθεί από τους παραγωγούς. Ενδεικτικά, η Αυστραλία που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν καθαρός εξαγωγέας ροζέ οίνου τώρα έχει μετατραπεί σε καθαρό εισαγωγέα.

Το αβαντάζ της τιμής

Η χαμηλή αναλογικά τιμή του ροζέ είναι ένα από τα βασικά πλεονεκτήματά του. Ενδεικτικά, το 54% του ροζέ κρασιού που πωλείται στη Γαλλία έχει τιμή περίπου 3,7 ευρώ το μπουκάλι. Η χαμηλότερη τιμή του ροζέ σε σχέση με τις τιμές για τα λευκά κρασιά και ακόμα περισσότερο τα κόκκινα κρασιά του ίδιου παραγωγού δεν εξηγείται από καθαρά οικονομικά στοιχεία με την έννοια ότι τα έξοδα για την παραγωγή του είναι τα ίδια. «Όχι ακριβώς», λέει οινολόγος στην «ΥΧ», «πολλοί παραγωγοί χρησιμοποιούν τα σταφύλια που δεν έχουν καλή ποιότητα για να γίνουν κόκκινα κρασιά και φτιάχνουν ροζέ. Αυτή ήταν για χρόνια η πρακτική. Φυσικά αυτό δεν είναι σωστό, αλλά συμβαίνει».

Από την άλλη, η δημοφιλία του ροζέ οίνου έχει οδηγήσει και στην παραγωγή ακριβότερων ροζέ κρασιών. Όπως επισημαίνει ο ίδιος οινολόγος, «η αγορά ζητάει πλέον και ακριβότερα ροζέ κρασιά, δεδομένου ότι κάποιοι θεωρούν το ακριβό κρασί status symbol. Αρκετοί παραγωγοί ανταποκρινόμενοι σε αυτή την ανάγκη της αγοράς φτιάχνουν και ακριβά ροζέ. Ωστόσο, η μέση τιμή του ροζέ κρασιού παραμένει χαμηλή αναλογικά».