Δυσκολεύεται να σηκώσει κεφάλι η αγορά ζωοτροφών

Ως έναν καθρέφτη που αντανακλά τόσο τις κοινές όσο και τις ξεχωριστές προκλήσεις που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν την περσινή χρονιά οι επιμέρους κλάδοι των ζωικών πρωτεϊνών θα μπορούσε να προσεγγίσει κανείς τα στοιχεία για την αγορά ζωοτροφών που έδωσε στη δημοσιότητα η Alltech.

Σύμφωνα με το Agri-Food Outlook, που εκδίδει σε ετήσια βάση η ιρλανδικών καταβολών εταιρεία, η παγκόσμια παραγωγή ζωοτροφών το 2023 παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη, στους 1,29 δισ. τόνους, κινήθηκε όμως χαμηλότερα, έστω και οριακά (-0,2%), από τις προβλέψεις των ανθρώπων του κλάδου. Η υστέρηση αυτή αποδίδεται ως έναν βαθμό στην πιο αποδοτική χρήση των ζωοτροφών, μέσα από τη χρήση συστημάτων (πιο) εντατικής εκτροφής.

Ωστόσο, εξίσου σημαντικό ρόλο έπαιξε το οικονομικό περιβάλλον, τόσο μέσω των πιέσεων που άσκησε στα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων όσο και λόγω της πτώσης στην κατανάλωση, που προήλθε από τα αυξημένη κόστη παραγωγής και τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο ζωοτροφές που απευθύνονται στην πτηνοτροφία ήταν η μοναδική κατηγορία που εμφάνισε θετικό πρόσημο την περσινή χρονιά. Ειδικότερα, σύμφωνα με την Alltech, η παραγωγή τροφών για κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής αυξήθηκε 3,5%, φτάνοντας τους 385,04 εκατ. τόνους, ενώ σταθερές στους 170,88 εκατ. τόνους (+0,01%) έμειναν οι τροφές που απευθύνονται στην αβγοπαραγωγή. Συνολικά, η πτηνοτροφία απορροφά, πλέον, σχεδόν το 30% της παγκόσμιας παραγωγής ζωοτροφών και ο κλάδος αναμένεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται με εξίσου ισχυρούς ρυθμούς το 2024.

Δυσκολίες για την αγελαδοτροφία

Αντίθετα, η παραγωγή ζωοτροφών για γαλακτοπαραγωγή υποχώρησε 2,3%, στους 126,23 εκατ. τόνους, κυρίως λόγω του συνδυασμού υψηλού κόστος ζωοτροφών και χαμηλών τιμών γάλακτος (σ.σ. αγελαδινού), που είχε ως συνέπεια οι αγελαδοτρόφοι να οδηγηθούν σε «στρατηγικές προσαρμογές», όπως η μείωση του ζωικού κεφαλαίου ή ο περιορισμός της εξάρτησης από τις έτοιμες ζωοτροφές του εμπορίου.

Προκειμένου να αντιστραφεί η πτωτική τάση, θα πρέπει, όπως σημειώνει η Alltech, να μειωθεί το κόστος των ζωοτροφών και να αυξηθούν οι τιμές του γάλακτος. Με αρνητικό πρόσημο έκλεισε η χρονιά και για τις ζωοτροφές που απευθύνονται στην κρεατοπαραγωγική αγελαδοτροφία, η παραγωγή των οποίων υποχώρησε κατά 4,36%, στους 117,49 εκατ. τόνους.

Μεταξύ άλλων, όπως επισημαίνεται στην έρευνα, οι Ευρωπαίοι αγελαδοτρόφοι έχουν να αντιμετωπίσουν και ένα αυστηρότερο πλαίσιο περιβαλλοντικών πολιτικών, για αυτό και στις δύο περιπτώσεις (παραγωγή βοδινού κρέατος και γαλακτοπαραγωγή) η ΕΕ εμφανίζει τη μεγαλύτερη μείωση παραγωγής και κατανάλωσης ζωοτροφών.

Ηπιότερη ήταν η πτώση στην παραγωγή ζωοτροφών για τη χοιροτροφία, η οποία υποχώρησε κατά 1,23%, στους 320,8 εκατ. τόνους. Η Λατινική Αμερική ήταν η μοναδική από τις περιοχές που η συγκεκριμένη κατηγορία εμφάνισε αύξηση, τη στιγμή που Ευρώπη, Ασία-Ειρηνικός και Β. Αμερική κινήθηκαν πτωτικά. Όπως αναφέρεται στη μελέτη, στην Κίνα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ασίας, η πανώλη των χοίρων συνεχίζει να ρίχνει τη σκιά της πάνω από τον χοιροτροφικό κλάδο και οι προσπάθειες ανάκαμψης του ζωικού κεφαλαίου προχωρούν, μεν, αλλά με αργούς ρυθμούς.

Αρκετά μεγαλύτερη ήταν η μείωση στην παραγωγή ιχθυοτροφών, που έφτασε το 4,4%, με τις συνολικές ποσότητες να μην ξεπερνούν τους 52,09 εκατ. τόνους. Οι μεγαλύτερες απώλειες εντοπίστηκαν στην Κίνα, όπου η μείωση στις τιμές των ψαριών αντικατοπτρίστηκε σε αντίστοιχη μείωση της ζήτησης για τροφές. Αντίθετα, στην Λατινική Αμερική, η ζήτηση παρέμεινε ισχυρή, για αυτό και οι όγκοι που πουλήθηκαν στην περιοχή ήταν αυξημένοι κατά 3,87%, στους 0,27 εκατ. τόνους.

Παρά τις αντιξοότητες, πάντως, ο κλάδος παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος για το 2024. Ειδικότερα, σε σύνολο 27.000 βιομηχανιών ζωοτροφών από 142 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα της Alltech, το 54,8% δήλωσε σχετικά αισιόδοξο για την ανάπτυξη του κλάδου των πουλερικών, ενώ το 37% δήλωσε το ίδιο για τη χοιροτροφία, ποσοστό, πάντως, που δεν υπερβαίνει πολύ το 23% όσων εμφανίζονται μάλλον ουδέτεροι («ούτε αισιόδοξοι ούτε απαισιόδοξοι» η σχετική επιλογή στο ερωτηματολόγιο).

Πτωτικά ξανά η Ευρώπη, σταθερή πρωτιά για Ασία-Ειρηνικό

Σε γεωγραφικό επίπεδο, η ΕΕ για άλλη μια χρονιά «έγραψε» πτώση παραγωγής, η οποία διαμορφώθηκε σε 253,1 εκατ. τόνους, μειωμένη κατά 3,8% σε σύγκριση με το 2022, επηρεαζόμενη, μεταξύ άλλων, από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και ασθένειες όπως η πανώλη των χοίρων και η γρίπη των πτηνών.

Η παραγωγή της Β. Αμερικής υποχώρησε κατά 1,1%, στους 259,2 εκατ. τόνους, ενώ παρόμοιο ρυθμό ανάπτυξης (1,2%) εμφάνισε η Λατινική Αμερική. Αυξημένη κατά 1,4% ήταν και η παραγωγή ζωοτροφών στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, που έφτασε τους 475,33 εκατ. τόνους, διατηρώντας την πρώτη θέση στη σχετική λίστα.


Οι 10 μεγαλύτεροι «παίκτες»

Οι χώρες που απαρτίζουν την πρώτη δεκάδα με τη μεγαλύτερη παραγωγή ζωοτροφών το 2023 είναι οι εξής:

 Κίνα (262,71 εκατ. τόνοι, +0,76% σε σχέση με το 2022)

✱ ΗΠΑ (238,09 εκατ. τόνοι, -1,13%)

 Βραζιλία (83,32 εκατ. τόνοι, +1,84%)

✱ Ινδία (52,83 εκατ. τόνοι, +13,43%)

✱ Μεξικό (40,42 εκατ. τόνοι, +0,02%)

 Ρωσία (35,46 εκατ. τόνοι, +3,83%)

 Ισπανία (27,53 εκατ. τόνοι, -11,88%)

 Βιετνάμ (24,15 εκατ. τόνοι, -9,63%)

✱ Ιαπωνία (23,94 εκατ. τόνοι, -1,15%)

 Τουρκία (23,37 εκατ. τόνοι, -11,48%)

Όπως και το 2022, οι παραπάνω χώρες παρήγαγαν την περσινή χρονιά το 63,1% της παγκόσμιας παραγωγής ζωοτροφών, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι σχεδόν το 50% προέρχεται από τέσσερις χώρες, δηλαδή Κίνα, ΗΠΑ, Βραζιλία και Ινδία, με την τελευταία να έχει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση στην πρώτη δεκάδα.