Δυσοίωνο το 2023 για την αγροτική οικονομία των ΗΠΑ

Οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού και οι αυξανόμενοι μισθοί των αγρεργατών θα επηρεάσουν αρνητικά τα περιθώρια κερδοφορίας, σύμφωνα με την CoBank

Παρά το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση, η αγροτική οικονομία των ΗΠΑ τα πήγε αρκετά καλά την τελευταία τριετία. Ωστόσο, το 2023 οι παραγωγοί και η βιομηχανία της πρωτογενούς παραγωγής θα αρχίσουν να υφίστανται οικονομικές δυσχέρειες, σύμφωνα με τους αναλυτές της αγροτικής τράπεζας CoBank για το επόμενο έτος.

Η ολοκληρωμένη έκθεση προοπτικών βάζει στο μικροσκόπιο τις βασικές παραμέτρους που θα επηρεάσουν τον αγροτικό τομέα και τους κλάδους της αγοράς που εξυπηρετούν τις κοινότητες της αμερικανικής υπαίθρου.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, το κατακόρυφα αυξημένο κόστος παραγωγής, τα υψηλότερα επιτόκια και η αποδυνάμωση της ζήτησης, συνθέτουν ένα αδυσώπητο μπαράζ αντιξοοτήτων που θα επιφέρει ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις στο αγροτικό εισόδημα και στα περιθώρια κέρδους.

Η συνεχιζόμενη ξηρασία και οι αυξανόμενες πολιτικές εντάσεις με την Κίνα, τη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά για τα αγροτικά προϊόντα των ΗΠΑ, ενέχουν πρόσθετους κινδύνους: Η χώρα της Άπω Ανατολής έχει καταστήσει σαφές ότι θα ήθελε να ελαχιστοποιήσει την εξάρτησή της από τις εισαγωγές αμερικανικών τροφίμων, υιοθετώντας μια προσέγγιση τύπου «αγοράζουμε μόνο αν πρέπει».

Αναπτύσσεται δυναμική στα βιοκαύσιμα

Οι ανελκυστήρες σιτηρών και οι έμποροι αντιμετωπίζουν μεικτές προοπτικές για το επόμενο έτος. «Τα καλά νέα για τους αγρότες των ΗΠΑ είναι ότι τα παγκόσμια αποθέματα σιτηρών και ελαιούχων σπόρων είναι εξαιρετικά περιορισμένα» αναφέρουν οι αναλυτές της CoBank. «Η παραγωγή και οι εξαγωγές σιτηρών της Ουκρανίας εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο, πιέζοντας προς τα πάνω τις τιμές των σιτηρών».

Παρότι οι αγρότες ξεκινούν το 2023 από ισχυρή οικονομική βάση, οι προκλήσεις που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν είναι αρκετές. «Οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού και οι αυξανόμενοι μισθοί των αγρεργατών θα επηρεάσουν αρνητικά τα περιθώρια κερδοφορίας», υπογραμμίζουν οι αναλυτές. «Το κόστος χονδρικής των λιπασμάτων θα αυξηθεί κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023, καθώς οι συνεταιρισμοί απορροφούν υψηλότερα κόστη φορτηγίδων και τρένων και ανταγωνίζονται με τις εξαγωγικές αγορές για περιορισμένη προσφορά».

Οι προοπτικές για τα βιοκαύσιμα αναδεικνύονται ως πολύ καλές, υποστηριζόμενες από τις θετικές πρωτοβουλίες πολιτικής και την ευνοϊκή ζήτηση από το 2022. «Η αιθανόλη θα ωφεληθεί από τη μεγαλύτερη χρήση του μείγματος E15 (σ.σ. 15% αιθανόλη και 85% βενζίνη) και την αυξανόμενη ζήτηση για αραβοσιτέλαιο», επισημαίνουν οι αναλυτές.

Μέτριες προοπτικές σε ζωικές πρωτεΐνες και γαλακτοπαραγωγή

Οι περισσότεροι κλάδοι της αμερικανικής βιομηχανίας ζωικών πρωτεϊνών έχουν καταγράψει εκπληκτικές οικονομικές επιδόσεις την τελευταία τριετία. Ωστόσο, αυτή η εποχή ευρείας κερδοφορίας πιθανότατα θα τελειώσει το 2023.

«Το υψηλό κόστος των ζωοτροφών, των εργατικών χεριών και των κατασκευών ενισχύει την επικρατούσα επιφυλακτική στάση απέναντι στην επέκταση της ζωικής παραγωγής. Προσθέστε τις κλιματικές αβεβαιότητες, τις πιέσεις για κριτήρια Περιβάλλοντος, Κοινωνίας και Εταιρικής Διακυβέρνησης (ESG) και το αυξανόμενο ενεργειακό κόστος, και είναι πιθανό ότι το 2023 θα είναι μια χρονιά κατά την οποία μεγάλοι παράγοντες της αγοράς θα διακόψουν τη λειτουργία τους ή θα συγχωνευθούν. Από την πλευρά της ζήτησης, οι καταναλωτές αναστατώνονται από τη ραγδαία μείωση των μισθών τους, μια τάση που είναι πιθανό να συνεχιστεί και το 2023», επισημαίνει η έκθεση της CoBank.

Παρά τα υψηλά ρεκόρ στις τιμές του γάλακτος νωρίτερα το 2022, η επέκταση του μεγέθους του κοπαδιού γαλακτοπαραγωγής ήταν ελάχιστη μεταξύ των μεγάλων εξαγωγικών χωρών και αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί το 2023. «Τελικά, οι τιμές των γαλακτοκομικών προϊόντων θα παρουσιάσουν κάμψη ως απάντηση στη σταδιακή αύξηση των παγκόσμιων αποθεμάτων γάλακτος.

Στο μεταξύ, η οικονομική αδυναμία και η αναζωπύρωση των λοιμώξεων COVID-19 στην Κίνα, την κορυφαία χώρα εισαγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων, απειλούν να αποσταθεροποιήσουν την παγκόσμια ζήτηση. Η εγχώρια ζήτηση για γαλακτοκομικά προϊόντα των ΗΠΑ, ιδιαίτερα στις ακριβότερες μάρκες, θα αντιμετωπίσει αντιξοότητες καθώς οι καταναλωτές περιορίζουν τις δαπάνες τους για προϊόντα λιανικής».