Έκθεση ΕΕ: Οι Ευρωπαίοι αγρότες διστάζουν να καταγγείλουν αθέμιτες πρακτικές λόγω φόβου αντιποίνων

Οι παραγωγοί εξακολουθούν να θεωρούν ότι έχουν λιγότερη διαπραγματευτική ισχύ
09/12/2025
6' διάβασμα
ekthesi-ee-oi-evropaioi-agrotes-distazoun-na-katangeiloun-athemites-praktikes-logo-fovou-antipoinon-368866

Την πρώτη ολοκληρωμένη αξιολόγηση της Οδηγίας 2019/633 για τις Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές (UTPs) στην αγροδιατροφική αλυσίδα έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η έκθεση παρουσιάζει μια μεικτή εικόνα. Από τη μία, διαπιστώνεται σαφής πρόοδος και μεγαλύτερη θεσμική εγρήγορση, από την άλλη όμως καταγράφονται σημαντικές προκλήσεις που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση, ώστε οι αγρότες και οι μικροί προμηθευτές να λάβουν την πλήρη προστασία που χρειάζονται.

Η Οδηγία, που θεσπίστηκε με στόχο την αντιμετώπιση των ανισορροπιών ισχύος μεταξύ αγοραστών και προμηθευτών, έχει ως βασική επιδίωξη να αποτρέψει πρακτικές όπως μονομερείς αλλαγές συμβολαίων, καθυστερημένες πληρωμές, ακυρώσεις παραγγελιών την τελευταία στιγμή και μετακύλιση δυσανάλογων οικονομικών κινδύνων στον παραγωγό. Στο πλαίσιο αυτό, η Κομισιόν όφειλε να εξετάσει την εφαρμογή της Οδηγίας σε όλα τα κράτη-μέλη και να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα των εθνικών μηχανισμών ελέγχου.

Έρευνες

Σύμφωνα με την έκθεση, η νομοθεσία δείχνει να έχει αποδώσει καρπούς, παρά το γεγονός ότι εφαρμόζεται για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Από το 2021 έως το 2024, οι εθνικές αρχές των κρατών-μελών άνοιξαν περισσότερες από 4.500 έρευνες σχετικά με πιθανές παραβάσεις. Περίπου ένα στα τρία περιστατικά, οι έρευνες για τα οποία ολοκληρώθηκαν στην ίδια περίοδο, οδήγησαν στη διαπίστωση παραβίασης, με συνολικά 754 υποθέσεις να επιφέρουν πρόστιμα ύψους 41,9 εκατ. ευρώ την τριετία 2022-2024. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι το θεσμικό πλαίσιο αρχίζει να λειτουργεί αποτρεπτικά και ότι οι εποπτικές αρχές έχουν αυξήσει την ενεργή συμμετοχή τους.

Παρά την πρόοδο, όμως, η αξιολόγηση αποκαλύπτει ότι πολλοί αγρότες και μικροί προμηθευτές εξακολουθούν να μην καταγγέλλουν αθέμιτες πρακτικές, κυρίως λόγω του φόβου αντιποίνων από μεγάλους αγοραστές. Η Κομισιόν υπογραμμίζει ότι αυτή η «κουλτούρα σιωπής» υπονομεύει τη δυνατότητα της Οδηγίας να λειτουργήσει πλήρως. Οι παραγωγοί εξακολουθούν να θεωρούν ότι έχουν λιγότερη διαπραγματευτική ισχύ και φοβούνται ότι, εάν αναφέρουν περιστατικά, κινδυνεύουν να χάσουν τη συνεργασία με μεγάλους λιανέμπορους ή μεταποιητές.

Συλλογικοί φορείς

Προς αυτή την κατεύθυνση, η έκθεση αναδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι οργανώσεις παραγωγών και οι συλλογικοί φορείς προμηθευτών. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι οργανωμένες αυτές δομές μπορούν να υποβάλουν καταγγελίες για λογαριασμό μεμονωμένων παραγωγών, προσφέροντας προστασία όσον αφορά την ανωνυμία, αλλά και ένα πιο ισχυρό συλλογικό μέτωπο στις διαπραγματεύσεις. Η αξιολόγηση, μάλιστα, τονίζει ότι προμηθευτές από τρίτες χώρες –δηλαδή εταίροι εκτός ΕΕ– θα πρέπει, επίσης, να έχουν καλύτερη πρόσβαση σε αυτούς τους μηχανισμούς, δεδομένου ότι συχνά αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα.

Ένα ακόμη κρίσιμο εύρημα αφορά τον περιορισμένο βαθμό χρήσης προληπτικών ελέγχων από τις εθνικές αρχές. Παρότι οι εμπιστευτικές καταγγελίες και οι ανώνυμες πληροφορίες αποδεικνύονται πολύτιμες, η Κομισιόν παρατηρεί ότι χρειάζεται ενίσχυση των αυτεπάγγελτων ερευνών, κάτι που θα επέτρεπε την αποκάλυψη παραβάσεων χωρίς να απαιτείται καταγγελία από τον θιγόμενο παραγωγό. Η χρήση ανώνυμων ή εμπιστευτικών tip-offs, πάντως, αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερα αποτελεσματική και θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω.

Ενημέρωση

Στην έκθεση, υπογραμμίζεται, επίσης, η ανάγκη για καλύτερη ενημέρωση των παραγωγών σχετικά με τα δικαιώματα που τους παρέχει η Οδηγία. Πολλοί αγρότες εξακολουθούν να μη γνωρίζουν επαρκώς τις αθέμιτες πρακτικές που απαγορεύονται ή τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να προβούν σε καταγγελία. Παράλληλα, η διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών σε υποθέσεις που αφορούν εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε πολλαπλές χώρες παραμένει ανεπαρκής. Η Κομισιόν σημειώνει ότι η πρόσφατη νομοθετική πρόταση –για την οποία επιτεύχθηκε πολιτική συμφωνία στις 10 Νοεμβρίου– αποτελεί βήμα προς την ενίσχυση αυτής της συνεργασίας και της αποτελεσματικότερης επιβολής των κανόνων.

Ως προς το κόστος συμμόρφωσης, η αξιολόγηση καταλήγει ότι τα έξοδα εφαρμογής της Οδηγίας θεωρούνται αναλογικά και δικαιολογημένα σε σχέση με τα οφέλη που αποκομίζουν οι αγρότες και οι μικροί προμηθευτές. Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις που υιοθέτησαν τα κράτη-μέλη κατά την ενσωμάτωση της Οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο, δεν εντοπίζονται ασυμβατότητες με άλλες πολιτικές της ΕΕ. Αντίθετα, η ύπαρξη ενός ελάχιστου κοινού πλαισίου προστασίας προμηθευτών θεωρείται ότι προσθέτει σημαντική αξία σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Αξιολόγηση

Η Κομισιόν επιβεβαιώνει ότι η αξιολόγηση θα αποτελέσει τη βάση για την επικείμενη αναθεώρηση της Οδηγίας, όπως είχε ανακοινώσει η πρόεδρος φον ντερ Λάιεν στο State of the Union 2025. Η αναθεώρηση αναμένεται να επικεντρωθεί περαιτέρω στην προστασία των παραγωγών από πρακτικές που τους εξαναγκάζουν να πωλούν κάτω από το κόστος παραγωγής, ένα φαινόμενο που η Επιτροπή θεωρεί απαράδεκτο και επιζήμιο για τη βιωσιμότητα του αγροτικού τομέα.

Η έκθεση θα αποσταλεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, ανοίγοντας τον δρόμο για μια ουσιαστική συζήτηση σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου και την ενίσχυση της προστασίας των αγροτών σε ολόκληρη την ΕΕ. Η Κομισιόν διαμηνύει ότι η καταπολέμηση των Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών αποτελεί θεμελιώδη προτεραιότητα προς όφελος της δίκαιης λειτουργίας της αγροδιατροφικής αλυσίδας και της βιωσιμότητας των ευρωπαϊκών παραγωγών.