Ελαιόλαδο: Σαστισμένοι οι Έλληνες παραγωγοί μπροστά στη βίαιη αναπροσαρμογή των τιμών στην Ισπανία

Περιμένουν μήπως η ιταλική αγορά, με τις πολύ υψηλές τιμές, αυξήσει τη ζήτηση για το ελληνικό προϊόν, αλλά το ισπανικό πουλιέται με γρήγορους ρυθμούς
23/12/2024
10' διάβασμα
elaiolado-sastismenoi-oi-ellines-paragogoi-brosta-sti-viaii-anaprosarmogi-ton-timon-stin-ispania-342266

Διάσπαρτες πράξεις στο φάσμα μεταξύ 5,50 και 6,50 ευρώ/κιλό πραγματοποιήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα σε Πελοπόννησο και Κρήτη, κυρίως για εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο νέας εσοδείας και ανωτέρας ποιότητας. Αγοραπωλησίες που δεν είναι ενδεικτικές για το κλίμα που θα επικρατήσει στους επόμενους μήνες, όταν και αναμένεται να κορυφωθεί η ζήτηση για τη νέα σοδειά. Οι βιομηχανίες και οι έμποροι τεστάρουν τις αντοχές των αποθεμάτων, ενόψει και των γιορτών, ενώ οι παραγωγοί και οι ελαιοτριβείς συγκρατούν ο ένας τον άλλον για να μην υποκύψουν σε τιμές κάτω του κόστους.

Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ θα αναφέρουμε τις πράξεις των προηγούμενων ημερών, για τις οποίες ενημερωθήκαμε μέχρι και την Τετάρτη. Το ελαιοτριβείο Π. Κολοκούρη-Γ. Βλάχου από τον Βλαχιώτη Λακωνίας πούλησε δύο βυτία προς εξαγωγή στην Ιταλία, με τιμή 6,5 ευρώ/κιλό – η τιμή παραγωγού προκύπτει αν αφαιρεθούν τα έξοδα έκθλιψης. Ο Αγροτικός Ελαιοκομικός Συνεταιρισμός Κουτσουρά «Φοίνικας» ανακοίνωσε «στους ελαιοπαραγωγούς που έχουν λάδι για πούλημα ότι η τιμή εκκαθάρισης είναι 5,50 ευρώ το κιλό για οξύτητα 0,3. Η τιμή μειώνεται κατά 0,03 ευρώ ανά γραμμή οξύτητας». Στην Ισπανία, από ό,τι φαίνεται, υπάρχει βίαιη αναπροσαρμογή των τιμών προς τα κάτω, με διψήφια ποσοστά μείωσης της τιμής παραγωγού κάθε βδομάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου της Χαέν.

Οι μεσοπρόθεσμες προβλέψεις της Κομισιόν για τον ελαιοκομικό κλάδο στην ΕΕ

Στην έκθεσή της για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές στη γεωργία έως το 2035, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφιέρωσε από μία ολόκληρη σελίδα στο ελαιόλαδο και στην επιτραπέζια ελιά.

Στην αρχή, περιγράφει την παρούσα κατάσταση: «Ο ελαιοκομικός τομέας αντιμετώπισε δύο διαδοχικές χρονιές με χαμηλή παραγωγή, το 2022/2023 και το 2023/2024, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τους ελαιοπαραγωγούς της Ιβηρικής χερσονήσου. Η μελλοντική κερδοφορία του τομέα του ελαιολάδου στην ΕΕ εξαρτάται από την επιτυχή μετατροπή των παραγωγικών συστημάτων, δηλαδή από εκτατικούς ελαιώνες σε εντατικής καλλιέργειας φυτείες. Εδώ και αρκετό καιρό, ο τομέας αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως οι ασυνήθιστες κλιματικές συνθήκες και η λειψυδρία. Επενδύσεις πραγματοποιούνται ήδη στην Ισπανία και την Πορτογαλία, συμπεριλαμβανομένης της φύτευσης ελαιώνων σε μη παραδοσιακές περιοχές, ωστόσο απαιτείται αρκετός χρόνος για να επιτευχθεί το πλήρες δυναμικό του».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφαρμόζοντας αναλυτικά μοντέλα πρόβλεψης, που τα έχει διασταυρώσει με ειδικούς, αναμένει μέχρι το 2035 «ετήσια μέση αύξηση της παραγωγής κατά περίπου 1,2% για την Ισπανία και 1% για την Πορτογαλία, που αντανακλούν αυξήσεις της απόδοσης κατά 0,7% και 1,4% ετησίως αντίστοιχα. Οι επιπτώσεις των ασθενειών (π.χ. Xylella fastidiosa, Euphyllura olivine κ.λπ.), καθώς και η έλλειψη εργατικού δυναμικού και το αυξανόμενο κόστος αποτελούν πρόσθετες προκλήσεις, που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι ελαιοπαραγωγοί τα επόμενα χρόνια».

Η έντονα πτωτική τάση που παρατηρήθηκε στην κατανάλωση ελαιολάδου τα τελευταία δύο χρόνια οφείλεται στην κατακόρυφη αύξηση της λιανικής τιμής πώλησης

Κατανάλωση

Η έντονα πτωτική τάση που παρατηρήθηκε στην κατανάλωση ελαιολάδου τα τελευταία δύο χρόνια οφείλεται στην κατακόρυφη αύξηση της λιανικής τιμής πώλησης. Οι υψηλές τιμές και η πιθανή υποκατάσταση με άλλα φυτικά έλαια, κυρίως σε χώρες που δεν έχουν ισχυρή παράδοση στην κατανάλωση ελαιολάδου, αυξάνουν την αβεβαιότητα της ζήτησης.

Πάντως, οι σταδιακές μεταβολές των καταναλωτικών συνηθειών των νέων γενιών, προβλέπεται ότι θα επηρεάσουν τα επόμενα χρόνια τη ζήτηση, αφού πρώτα ανακάμψει μερικώς από την πρόσκαιρη άνοδο των τιμών στο ράφι.

Έτσι, οι αναλυτές της Κομισιόν προβλέπουν «μείωση της τάξης του 2-3% ετησίως για την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Ξεκινώντας από ένα χαμηλό επίπεδο, η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην υπόλοιπη ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί ετησίως κατά 3,7% κατά την περίοδο 2025-2035».

Ετήσια αύξηση των ελληνικών εξαγωγών κατά 1,8%

Αύξηση των καθαρών εξαγωγών αναμένεται στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, κατά τη σύγκριση του 2035 με τον μέσο όρο της περιόδου 2020-2024. Το αποτέλεσμα αυτό αντανακλά τόσο τις αλλαγές στην κατανάλωση όσο και τις εξελίξεις στην παραγωγή.

Συγκεκριμένα, κατά την περίοδο 2024- 2035, οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν κατά 3,5%, 1,8% και 1,5% ετησίως στην Ισπανία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία αντίστοιχα, ενώ στην Ιταλία οι καθαρές εισαγωγές αναμένεται να μειωθούν ετησίως κατά 8,2%, αντανακλώντας επίσης τα χαμηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν κατανάλωσης.

Αντίθετα, στην υπόλοιπη ΕΕ οι καθαρές εισαγωγές αναμένεται να αυξηθούν ετησίως κατά 4%. Η ΕΕ αναμένεται να διατηρήσει την εξαγωγική της θέση, με τις καθαρές εξαγωγές να φτάνουν σχεδόν τους 750.000 τόνους μέχρι το 2035. Τα τελευταία χρόνια, η Τυνησία έχει αυξήσει τις εξαγωγές της προς την ΕΕ, επωφελούμενη από τις υφιστάμενες εμπορικές συμφωνίες. Η διαφοροποίηση των προϊόντων θα μπορούσε να συμβάλει στον περιορισμό των επιπτώσεων του αυξανόμενου ανταγωνισμού τιμών στην παγκόσμια αγορά.

Παρατηρητήριο τιμών ελαιολάδου

Από φέτος η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επίσημα θεσπίσει παρατηρητήριο τιμών ελαιολάδου, παράλληλα με τα άλλα σημαντικά αγροτικά προϊόντα που ήδη παρακολουθεί. Σύμφωνα με το δελτίο που εξέδωσε στις 12 Δεκεμβρίου 2024 για την τιμή του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην Ελλάδα δίνει 5,41 ευρώ/κιλό, στην Ισπανία 5,31 και στην Ιταλία 9,3 ευρώ/κιλό.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ισπανικού συστήματος Poolred, στα οποία είχε πρόσβαση ο αγροτικός συνεταιρισμός ASAJA-Jaen, από τις 10 έως τις 15 Δεκεμβρίου, η τιμή παραγωγού του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου έπεσε κατακόρυφα στα 4,144 ευρώ/τόνο στη Χαέν, του παρθένου ελαιολάδου 3,943 και του λαμπάντε 3,643. Όσον αφορά τις πράξεις, καταγράφηκαν 91 πράξεις, με έξοδο από την αγορά 5.906 τόνων.

Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι από τις 2 έως τις 9 Δεκεμβρίου οι αντίστοιχες τιμές ήταν 4,794, 4,858 και 4,485 ευρώ/κιλό και από τις 25 Νοεμβρίου έως την 1η Δεκεμβρίου: 5,133, 4,874 και 4,626 ευρώ/κιλό.

Οι κλιματολογικές συνθήκες θα επηρεάσουν τις επιτραπέζιες ελιές στην ΕΕ

«Η παραγωγή επιτραπέζιων ελιών στην ΕΕ αναμένεται να αντιμετωπίσει παρόμοιες προκλήσεις με την παραγωγή ελαιολάδου, κυρίως όσον αφορά τις κλιματολογικές συνθήκες και την έλλειψη νερού», αναφέρει η Κομισιόν στην έκθεσή της για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ευρωπαϊκής γεωργίας έως το 2035.

Και στη συνέχεια προτείνει: «Οι επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό των ελαιώνων αποτελούν το κλειδί για τη διασφάλιση της οικονομικής κερδοφορίας του τομέα τις επόμενες δεκαετίες. Επιπλέον, η ορθή διαχείριση των υδάτων που υποστηρίζεται από μια καλά σχεδιασμένη πολιτική για τα ύδατα θα μπορούσε να ευνοήσει την αύξηση της απόδοσης, με την Πορτογαλία να αποτελεί καλό παράδειγμα».

Εξετάζοντας τις αναμενόμενες εξελίξεις των αποδόσεων και της παραγωγής, προκύπτει μια μεικτή εικόνα. Σε σύγκριση με την περίοδο 2020-2024, η Κομισιόν αναμένει έως το 2035 ετήσια αύξηση της παραγωγής κατά 0,4% και 1,1% στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Για την Ιταλία και την Ελλάδα προβλέπει ετήσια μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων κατά περίπου 0,3%, πράγμα που οδηγεί σε απαισιόδοξες προοπτικές για την παραγωγή. Στην Ιταλία, η τάση αυτή ενισχύεται από την ετήσια μείωση της απόδοσης κατά 1,3% περίπου. Μέχρι το 2035, η παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς θα μπορούσε να φθάσει σχεδόν τους 200.000 τόνους στην Ελλάδα και τους 56.000 στην Ιταλία.

Αύξηση της κατανάλωσης επιτραπέζιων ελιών

Σε σύγκριση με την περίοδο 2020-2024, η κατά κεφαλήν κατανάλωση επιτραπέζιων ελιών στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς την επόμενη δεκαετία.

Στην Ισπανία, αναμένεται ετήσια αύξηση της κατανάλωσης κατά περίπου 0,5%, φθάνοντας σε επίπεδα κατά κεφαλήν κατανάλωσης περίπου 4,1 kg έως το 2035. Ισχυρότερες ετήσιες αυξήσεις αναμένονται στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Πορτογαλία (με ετήσιες αυξήσεις της τάξης του 1,2-2,8%), καθώς και στην υπόλοιπη ΕΕ, αν και με βραδύτερο ρυθμό (0,5% ετησίως). Οι ευεργετικές ιδιότητες της κατανάλωσης ελιάς και οι αυξανόμενες ανησυχίες για την υγεία, όσον αφορά τις διατροφικές συνήθειες υποστηρίζουν αυτή την αύξηση.

Εξαγωγές

Κατά την περίοδο 2024-2035, αναμένονται θετικές εξελίξεις για τις καθαρές εξαγωγές κυρίως στην Ισπανία και την Πορτογαλία, με μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης περίπου 0,2-0,3%. Η Ελλάδα αναμένεται επίσης να παραμείνει καθαρός εξαγωγέας επιτραπέζιων ελιών, αν και προβλέπεται μικρή μείωση (-0,1% ετησίως).

Στην Ιταλία, οι εισαγωγές επιτραπέζιων ελιών αναμένεται να αυξηθούν, με τις καθαρές εισαγωγές να ανέρχονται σε περίπου 94.000 τόνους έως το 2035. Όσον αφορά την υπόλοιπη ΕΕ, η αυξητική τάση των καθαρών εισαγωγών αναμένεται να συνεχιστεί την επόμενη δεκαετία, αν και με βραδύτερο ρυθμό.

Η ΕΕ αναμένεται να παραμείνει καθαρός εξαγωγέας. Ταυτόχρονα, θα παραμείνει βασικός εισαγωγέας σε παγκόσμιο επίπεδο. Πιθανές αβεβαιότητες της αγοράς είναι το εργατικό κόστος ή η εφαρμογή εμπορικών φραγμών σε τρίτες χώρες.

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: