Η ελληνική αγροδιατροφή εν μέσω κρίσης – Προτεραιότητες που θέτει ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ για την αντιμετώπιση της κλιματικής και επισιτιστικής κρίσης

του Σέρκου Χαρουτουνιάν, προέδρου του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ

Η αγροδιατροφή αποτελεί διαχρονικά έναν από τους βασικούς πυλώνες της οικονομίας και παράδοσης στην Ελλάδα, με σημαντική συνεισφορά στο ΑΕΠ και στην απασχόληση (15%, έναντι 6,6% του μέσου όρου στην ΕΕ).

Η αύξηση των μεγεθών της προϋποθέτει την υλοποίηση ενός μείγματος πολιτικών που θα περιλαμβάνουν την ενσωμάτωση σειράς σύγχρονων πρακτικών, καινοτομιών και ψηφιακών δυνατοτήτων, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση πλεονεκτημάτων όπως η πλούσια βιοποικιλότητα, η μακραίωνη παράδοση και οι ιδιαιτερότητες των προϊόντων.

Οι δράσεις αυτές θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τις προϋποθέσεις και απαιτήσεις της ΚΑΠ για αύξηση παραγωγικότητας σε συνδυασμό με τη βιώσιμη ανάπτυξη και την υιοθέτηση φιλοπεριβαλλοντικών τεχνικών παραγωγής.

Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι, το επόμενο διάστημα, η αγροδιατροφή θα αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις, αφενός λόγω της κλιματικής κρίσης, η οποία θα επιφέρει επαναπροσδιορισμό και αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και αφετέρου λόγω της επισιτιστικής κρίσης, που θα είναι απόρροια του υπερπληθυσμού και της αλλαγής των καταναλωτικών συνηθειών ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού της υφηλίου.

Με βάση τα παραπάνω, προτεραιότητες για την ελληνική αγροδιατροφή θα πρέπει να αποτελέσουν οι:

● Καταγραφή-αξιοποίηση αγροτικής βιοποικιλότητας στον εθνικό και ευρωπαϊκό κατάλογο καλλιεργούμενων ειδών. Έτσι, θα προσφερθούν πολύτιμες πρώτες ύλες στην αγροδιατροφή και θα τερματιστεί η απώλεια πολύτιμων γενετικών πόρων.

● Παραγωγή, πιστοποίηση και εμπορία προϊόντων με υψηλή προστιθέμενη αξία. Τα εγγενή χαρακτηριστικά της ελληνικής γεωργίας (πολυποίκιλες εδαφοκλιματικές συνθήκες, ιδιαίτερη βιοποικιλότητα και πολυτεμαχισμένος κλήρος) και η παράδοση, ιδιαιτερότητες των ελληνικών αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, επιβάλλουν την υιοθέτηση μιας στροφής προς την ποιότητα και την καινοτομία.

Στόχος, η παραγωγή και εμπορία ποιοτικών τροφίμων με υψηλή προστιθέμενη αξία, που θα είναι πιστοποιημένα με κατάλληλα ευρωπαϊκά και εθνικά σήματα ποιότητας, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες τάσεις των καταναλωτών για ασφαλή και υγιεινά τρόφιμα, με διαδικασίες παραγωγής χωρίς χρήση φυτοφαρμάκων, ορμονών, αντιβιοτικών και γενετικά τροποποιημένων οργανισμών.

● Καθετοποίηση της παραγωγής. Θα πρέπει να αυξηθεί το ποσοστό των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων που διακινείται συσκευασμένο στη χώρα. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα, μόνο το 25% του ελαιόλαδου πωλείται συσκευασμένο με ετικέτα, σε αντίθεση με τις ανταγωνίστριες χώρες Ιταλία (80%) και Ισπανία (50%).

● Υιοθέτηση αρχών της κυκλικής οικονομίας. Τα παραπροϊόντα των αγροτοβιομηχανικών διεργασιών αποτελούν σημαντικό πλουτοπαραγωγικό πόρο για την ανάπτυξη βιοδιυλιστηρίων παραγωγής τροφίμων, ζωοτροφών, χημικών προϊόντων, υλικών και βιοκαυσίμων με φιλικές προς το περιβάλλον διαδικασίες. Επίσης, είναι πλούσια σε βιοδραστικά μόρια περιζήτητα από τις βιομηχανίες παραγωγής τροφίμων, συμπληρωμάτων διατροφής, καλλυντικών και φαρμάκων.

● Διασύνδεση με τον τουρισμό. Ο τουριστικός χαρακτήρας της χώρας, με περίπου 34 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο, θα πρέπει οπωσδήποτε να συνδυαστεί με τον πρωτογενή τομέα, αναδεικνύοντας την τοπική παραδοσιακή γαστρονομία, την ιστορία, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ωφέλειες στην υγεία. Στόχος, η δημιουργία μιας σταθερής σύνδεσης μεταξύ προϊόντων διατροφής και γαστρονομίας, η οποία θα προβάλλεται στον επισκέπτη, μετατρέποντάς τον σε πελάτη.