Έρευνα: Κόστος εισροών και κλιματική αλλαγή οδηγούν τους αγρότες σε νέες μεθόδους παραγωγής
Οι ανησυχίες σχετικά με το κόστος των εισροών και την ένταση των καιρικών φαινομένων θα μπορούσαν να αυξήσουν την υιοθέτηση πρακτικών βιωσιμότητας μεταξύ των αγροτών παγκοσμίως, σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία ερευνών Mckinsey.
Πιο αναλυτικά, η έρευνα «Global Farmer Insights 2024» διαπίστωσε ότι αυτές οι ανησυχίες προκαλούν, μεταξύ άλλων, την ανάγκη να βελτιωθεί η παραγωγικότητα ειδικά μέσω της αγροτικής τεχνολογίας, των βιολογικών εισροών και των «βιώσιμων» πρακτικών, όπως η αμειψισπορά και η γεωργία χωρίς άροση. Τόσο το κόστος όσο και η κλιματική αλλαγή βρίσκονταν πάντα ανάμεσα στις ανησυχίες των αγροτών σχετικά με την παραγωγικότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ωστόσο φάνηκε, από την αντίστοιχη έρευνα του 2022, ότι το χάσμα μεταξύ τους έκλεισε σημαντικά, δεδομένου ότι οι αγρότες έχουν βιώσει μεγαλύτερο αριθμό ακραίων καιρικών φαινομένων. Πιο συγκεκριμένα, στην Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική οι αγρότες, πλέον, ανησυχούν περισσότερο για τις καιρικές συνθήκες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, που ενδέχεται να καταστρέψουν την παραγωγή τους, παρά για το κόστος παραγωγής.
Πιο αναλυτικά, η έρευνα κατέγραψε τις απόψεις 4.400 αγροτών στην Ευρώπη, την Ινδία, τη Λατινική Αμερική και τη Βόρεια Αμερική. Μεταξύ των τομέων που εξετάστηκαν, η χρήση βιολογικών εισροών και η γεωργία άνθρακα ήταν αυτές που ξεχώρισαν μαζί με την αγροτική τεχνολογία.
Η έρευνα «Global Farmer Insights 2024» κατέγραψε τις απόψεις 4.400 αγροτών στην Ευρώπη, την Ινδία, τη Λατινική Αμερική και τη Βόρεια Αμερική
Βιολογικές εισροές
Το 31% των συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωσε ότι χρησιμοποιεί βιοθρεπτικά συστατικά, μία κατηγορία φυσικών προϊόντων ενίσχυσης του εδάφους που περιλαμβάνουν βιολιπάσματα και βιοδιεγέρτες. Οι κύριοι λόγοι για την υιοθέτηση αυτών των προϊόντων είναι η βελτίωση της απόδοσης και της υγείας του εδάφους. Επίσης, ένα άλλο 20% χρησιμοποιεί «βιοελέγχους» μικροοργανισμούς που βοηθούν στον έλεγχο των παρασίτων, των ζιζανίων και άλλων στρεσογόνων παραγόντων.
Όπως σημειώνεται στην έρευνα, οι αγρότες υιοθετούν τέτοιου είδους εισροές για την επίτευξη χαμηλότερου συνολικού κόστους διαχείρισης παρασίτων ανά στρέμμα και καλύτερης αποτελεσματικότητας σε σύγκριση με την εφαρμογή μόνο των παραδοσιακών μέσων προστασίας των καλλιεργειών. Σύμφωνα με τα δεδομένα της έρευνας, η Βραζιλία έχει το υψηλότερο ποσοστό υιοθέτησης βιοθρεπτικών συστατικών και βιοελέγχων χάρη στην ευρεία κρατική υποστήριξη και ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που επιτρέπει την ταχεία ανάπτυξη προϊόντων τέτοιου τύπου.
Περίπου το 64% των Βραζιλιάνων αγροτών χρησιμοποιεί βιοθρεπτικά συστατικά, λόγω αυτής της κρατικής υποστήριξης, καθώς και του υψηλού κόστους των λιπασμάτων. Παγκοσμίως, περίπου το 90% των αγροτών που ερωτήθηκαν αναμένει να διατηρήσει ή να αυξήσει τις δαπάνες για προϊόντα βιολογικής προέλευσης στο μέλλον. Το 63% θα διατηρήσει ή θα αυξήσει τις δαπάνες «ανεξάρτητα από τις αλλαγές στην προστασία των καλλιεργειών και τις τιμές των λιπασμάτων».
Η έρευνα τονίζει ότι οι αγρότες δεν επιδιώκουν να αντικαταστήσουν τα χημικά προϊόντα φυτοπροστασίας με αντίστοιχα βιολογικά, αλλά τα χρησιμοποιούν συμπληρωματικά για να αυξήσουν την απόδοση των καλλιεργειών τους.
Γεωργία άνθρακα
Σε αντίθεση με τα παραπάνω, η υιοθέτηση προγραμμάτων για τη δέσμευση του άνθρακα παραμένει χαμηλή. Μόλις το 12% των αγροτών συμμετείχε σε ένα πρόγραμμα, σύμφωνα με την έρευνα του 2024. Ωστόσο, το ποσοστό είναι αυξημένο σε σχέση με την έρευνα του 2022, όπου έφτανε μόλις το 5%. Συνολικά, το 54% των συμμετεχόντων στην έρευνα έχει ακούσει για τα προγράμματα γεωργίας άνθρακα, αλλά δεν έχει συμμετάσχει. «Η χαμηλή υιοθέτηση προγραμμάτων άνθρακα είναι πιθανό να οφείλεται στην έλλειψη σαφών κινήτρων και ευαισθητοποίησης», σύμφωνα με την έκθεση. Για ορισμένες περιοχές, η έλλειψη γνώσης σχετικά με τα προγράμματα άνθρακα εμποδίζει τον δρόμο για μεγαλύτερη υιοθέτηση. Πολλοί αγρότες που ερωτήθηκαν στην Ινδία και το Μεξικό –90% και 60% αντίστοιχα– δεν είχαν ακούσει ποτέ γι’ αυτά.
Τέλος, σύμφωνα με την έρευνα, οι αγρότες αναφέρουν ότι υπάρχει ένα κενό στην κατανόηση της απόδοσης στην επένδυση σε νέα προϊόντα και σε τεχνολογικές λύσεις και γι’ αυτόν τον λόγο υπάρχει η ευκαιρία για τους παρόχους εισροών, ψηφιακών λύσεων, συμβουλευτικών υπηρεσιών να επιδείξουν έναν σαφέστερο τρόπο που θα έκανε ευκολότερη την υιοθέτησή τους από τους αγρότες.