Ευνοϊκό και φέτος για το ελληνικό βαμβάκι το μομέντουμ της διεθνούς αγοράς

Εν μέσω κρίσεων και πολεμικών συγκρούσεων στην ευρωπαϊκή γειτονιά και της αναταραχής στις διεθνείς αγορές, το βαμβάκι διεκδικεί για άλλη μια χρονιά και φαίνεται ότι αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο στις επιλογές των παραγωγών.

Η νέα δυναμική στην αλυσίδα αξίας του βάμβακος αποτυπώνεται από τις τάσεις της αγοράς και την καταναλωτική ζήτηση για βαμβακερά προϊόντα και την αντίστοιχη άνοδο των τιμών που καταγράφει ιστορικά υψηλά. Σε αυτές τις συνθήκες το ελληνικό βαμβάκι, από την πλευρά του, φαίνεται να διανύει μιας εξαιρετική περίοδο, όπως τουλάχιστον καταγράφηκε από όλους τους ομιλητές της εσπερίδας που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η Διεπαγγελματική Οργάνωση Βάμβακος (ΔΟΒ) με θέμα «Βιώσιμη και ποιοτική καλλιέργεια βάμβακος: η πορεία της στην ευρωπαϊκή αγορά μέσω της νέας ΚΑΠ», με στόχο τη στήριξη και τόνωση της ανταγωνιστικότητας του προϊόντος, αλλά και την ενημέρωση όλων των συμμετεχόντων για τις δραστηριότητες που υλοποιεί η νέα Διοίκηση υπό τον Ευθύμιο Φωτεινό.

Το βασικό συμπέρασμα που εξάγεται από την ενδιαφέρουσα και άκρως επιτυχημένη εσπερίδα της ΔΟΒ είναι ότι οι κρατούσες παγκόσμιες συνθήκες καθιστούν την καλλιέργεια ελκυστική και για φέτος, οι τιμές  διατηρούνται υψηλές, η ζήτηση αναμένεται σταθερή χωρίς ιδιαίτερες αναταράξεις στο κομμάτι της προσφοράς, ενώ η τάση για πιστοποιημένο ποιοτικό βαμβάκι στρέφει το ενδιαφέρον πολλών ξένων brands στον λεγόμενο «λευκό χρυσό» της χώρας μας. Παρά το μικρό της μέγεθος, η εγχώρια παραγωγή διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των ανταγωνιστών της καθώς ο Έλληνας βαμβακοπαραγωγός έχει κάνει τεράστια βήματα προόδου για να βελτιώσει την ποιότητα του προϊόντος, στο μήκος και στην αντοχή των ινών -αν και το χρώμα και η ύπαρξη ξένων υλών έχει περιθώρια βελτίωσης-, ενώ η αναταραχή που έχει προκληθεί στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, λόγω πανδημίας, και το υψηλό κόστος των μεταφορικών, δίνει στη χώρα μας προβάδισμα και την καθιστά προτιμητέο προμηθευτή, τουλάχιστον για τις όμορες και κοντινές χώρες.

Η μεγάλη ζήτηση και η εξαγωγική δυναμική του ελληνικού βαμβακιού αποτυπώθηκε και στην ομιλία του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Γιώργου Γεωργαντά. Χαρακτήρισε το βαμβάκι ένα προϊόν εμβληματικό ι το οποίο προσφέρει σημαντική βοήθεια στην ελληνική οικονομία και στο εξαγωγικό εμπόριο της χώρας μας. Ανέφερε, ακόμη για τον κλάδο του βάμβακος στη χώρα μας ότι είναι ένας πυλώνας σημαντικός, ποιοτικός, σταθερός και αξιόπιστος που αποτελείται από εξαιρετικούς παραγωγούς, εκκοκκιστές και εξαγωγείς. Ταυτόχρονα επαίνεσε την ΔΟΒ για την εξαιρετική δουλειά που κάνει σημειώνοντας: «Eίναι από τις λίγες Οργανώσεις που με αυτόν τον πολύ επιστημονικό και επαγγελματικό προσεγγίζει τους παραγωγούς, τους δίνει τη δυνατότητα να βελτιώσουν την παραγωγή τους, δίνει το πεδίο εκείνο συνεργασίας με τους εκκοκκιστές, φροντίζει για την καλύτερη εξαγωγή του προϊόντος, προς όφελος όλων», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Γεωργαντάς.

Έρευνα για την ποιότητα του ελληνικού βάμβακος

Στη διάρκεια της εσπερίδας παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας για την ποιότητα του ελληνικού Βαμβακιού και των ποικιλιών που σποροπαράγονται στην Ελλάδα η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της συνεργασίας της Διεπαγγελματικής  με το Εθνικό Κέντρο Ταξινόμησης Βάμβακος με στόχο τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων για την πορεία της ποιότητας αλλά και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ποικιλιών που καλλιεργούνται στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Δρ. Μωχάμεντ Νταράουσε, το μήκος των ινών (mm) καταγράφει σημαντική και συνεχή αύξηση από 37% το 2016 σε 82%  το 2021, το micronaire μειώθηκε σταδιακά από 4,7 σε 4,4 το 2020 ενώ σημαντική και συνεχή αύξηση παρατηρήθηκε και στην αντοχή των ινών από 33% το 2016 σε 82% το 2021.

Από τις αδυναμίες που καταγράφονται για το προϊόν είναι το χρώμα (λόγω βροχών) και η παρουσία ξένων υλών. Το 2016 το λευκό κυτίο χρώματος ήταν σε χαμηλό επίπεδο (18%), το 2017 έφτασε 47%, ενώ το 2021 ήταν 24% (Μ.Ο ετών). Σε ότι αφορά τις ξένες ύλες η ποιότητα είναι μέτρια προς χαμηλή αφού η αναλογία του leaf grade 3-4 κυμάνθηκε 67%-76%. Σε επίπεδο Περιφερειών η Θεσσαλία έχει τα καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά σε μήκος αντοχή και micronaire, αλλά έχει αυξημένες ξένες ύλες, η Μακεδονία καλά ποιοτικά χαρακτηριστικά με αδυναμία στο χρώμα και τις ξένες ύλες, η Θράκη έχει καλύτερο κυτίο χρώματος σε σχέση με Μακεδονία και Στερεά Ελλάδα και χαμηλό ποσοστό ξένων υλών, όμως χαμηλότερο μήκος και αντοχή ινών και Στερεά Ελλάδα έχει καλά ποιοτικά χαρακτηριστικά έχει όμως πολύ χαμηλή αναλογία λευκού κυτίου χρώματος.

Σε ότι αφορά τις ποικιλίες αυτό που τονίστηκε είναι ότι υπάρχει πολύ καλό γενετικό υλικό για να παραχθεί η ποιότητα και η καλή απόδοση σε ίνα αρκεί να γίνει η σωστή επιλογή, λαμβάνοντας υπόψη τη σταθερότητα της ποικιλίας και την καταλληλόλητα της για την περιοχή. Ακόμη, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ποικιλιών, σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, που σημαίνει ότι πρέπει να γίνει ομαδοποίησή τους  τους µε βάση τα ποιοτικά χαρακτηριστικά προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη τυποποίηση. Αναλυτικά τα ερευνητικά αποτελέσματα και για τις ποικιλίες βάμβακος θα αναρτηθούν στην ιστοσελίδα της ΔΟΒ (https://hca.org.gr).

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα με ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ για γεωργία ακριβείας

Από την πλευρά του ο διευθύνων Σύμβουλος του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, Παναγιώτης Χατζηνικολάου, αναφέρθηκε στη στρατηγική σύμπραξη του ΕΛΓΟ και της ΔΟΒ. Ειδικότερα μίλησε για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που υλοποιείται με άξονες την ποιότητα, την ταυτότητα/πιστοποίηση, το Περιβάλλον και την εκπαίδευση των παραγωγών και με διαδραστικές ενέργειες εκκοκκιστών, παραγωγών και δομών του ΕΛΓΟ και ερευνητικών ινστιτούτων. Αρχικός στόχος η υιοθέτηση Γεωργίας Ακριβείας στη βαμβακοκαλλιέργεια και την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών ακριβείας για τη βελτίωση της ποιότητας-ποσότητας του παραγόμενου προϊόντος. Για το σκοπό αυτό έχουν επιλεγεί πέντε παραγωγοί σε διάφορες περιοχές της χώρας, οι οποίοι έχουν ψηφιοποιηθεί, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ιστορικό και να ενσωματωθούν, σε ελεγχόμενες συνθήκες, γεωργικές πρακτικές και κυρίως σε ότι αφορά τη βελτίωση των απαιτήσεων σε άρδευση. Όπως είπε ο κ. Χατζηνικολάου, υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης τόσο στην άρδευση όσο και στη λίπανση.

Τα προγράμματα προώθησης και το ζήτημα του κόστους

Από πλευράς διοίκησης στην αρχική ομιλία του ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος, Ευθύμης Φωτεινός αναφέρθηκε στην πολύ καλή συνεργασία παραγωγών βάμβακος και εκκοκκιστών, καλώντας όλες τις πλευράς να συνεχίσουν με επιστημονικό και επαγγελματικό τρόπο να προωθούν την βελτίωση του προϊόντος ώστε αυτό να κατακτήσει σύντομα τις αγορές.

Ζήτησε, επίσης, λόγω των διεθνών εξελίξεων αλλά και του ενεργειακού κόστους, την προστασία του εθνικού μας προϊόντος, ζητώντας να ληφθούν περισσότερα μέτρα για τη μείωση του κόστους καλλιέργειας.

Από την πλευρά του ο Αντιπρόεδρος της ΔΟΒ και Πρόεδρος της ΠΕΕΒ, Αντώνης Σιάρκος, παρουσίασε τις δράσεις και τα προγράμματα για την προώθηση του ελληνικού βαμβακιού στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και έκανε ιδιαίτερη μνεία στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. «Ενώ η παραγωγή είναι μόλις στο 1,5% του παγκόσμιου συνόλου, το ελληνικό βαμβάκι είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο διεθνές εξαγωγικό εμπόριο με όγδοη κατάταξη στις σημαντικότερες σε μέγεθος προελεύσεις και κύριος εξαγωγός της λεκάνης της Μεσογείου» ανέφερε.

Στο σκέλος των προγραμμάτων προώθησης είπε ότι τρέχουν εγχώριες και ξένες καμπάνιες.  Στο εσωτερικό αφορούν ενημερώσεις της κοινής γνώμης για την πολυεπίπεδη συνεισφορά της βαμβακοκαλλιέργειας, εκπαίδευση της νέας γενιάς και ενημέρωση των καταναλωτών. Για τις ξένες αγορές  σημείωσε ότι όταν το 2019 ιδρύθηκε το Eurocotton Alliance στο οποίο συμμετέχει όλη η αλυσίδα αξίας βάμβακος στην Ευρώπη είχε ως στόχο την προώθηση προς τις αγορές ενός ευρωπαϊκού εμπορικού σήματος του Eucotton trademark, που θα ενσωματώνει την ποιότητα και την πιστοποίηση που φέρει το ευρωπαϊκό βαμβάκι, υψηλή ποιότητα, σεβασμό στο περιβάλλον και είναι μη GMO. «Επάνω σε αυτές τις αξίες θα χτιστεί και η ανάλογη καμπάνια» είπε ο κ. Σιάρκος και παρουσίασε και το ευρωπαϊκό πρόγραμμα προώθησης και προβολής του προϊόντος (το οποίο για πρώτη φορά δε θα ανήκει στον τομέα της αγροδιατροφής) Enjoy its from Europe πρωτίστως σε χώρες της Ε.Ε (Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ελλάδα) και έπειτα σε τρίτες χώρες. Ομάδες στόχοι θα είναι οι καταναλωτές, οι επιχειρήσεις λιανεμπορίου και οι κατασκευαστές κλωστουφαντουργικών προϊόντων. Το πρόγραμμα θα τρέξει μέσα στο 2022 και θα ολοκληρωθεί το 2024 με συνολικό προϋπολογισμό 2εκ. ευρώ.

Ο αντιπρόσωπος-αγοραστής εκκοκκισμένου βαμβακιού,  Γιάννης Ψαρόπουλος (αριστερά) και ο Αντιπρόεδρος της ΔΟΒ και Πρόεδρος της ΠΕΕΒ, Αντώνης Σιάρκος (δεξιά)

Οι διεθνείς αγορές και οι τάσεις

Οι εκτιμήσεις για την παραγωγή ήταν για πάνω από 300.000 τόνους, αλλά παρά την κακοκαιρία και τις άσχημες καιρικές συνθήκες πέσαμε μόνο στους 295.000 τόνους. Το πρόβλημα που προέκυψε ήταν ότι επηρεάστηκαν τα βαμβάκια στο κυτίο (το χρώμα). Ο χαρακτήρας του ελληνικού βαμβακιού είναι ομοιόμορφος, σταθερό μήκος ίνας, αντοχή και είναι πολύ βασικό τι ποικιλίες επιλέγονται, ενώ από την πλευρά τους τα εκκοκκιστήρια εκσυγχρονίζονται».

Αυτά ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο αντιπρόσωπος-αγοραστής εκκοκκισμένου βαμβακιού,  Γιάννης Ψαρόπουλος. Σημείωσε, ακόμη, ότι λόγω της αυξημένης ζήτησης δεν ενδιαφέρει τόσο το χρώμα στο βαμβάκι αλλά να υπάρχει μια σταθερή ομοιομορφία στο κυτίο. Σχετικά με τις εξαγωγικές επιδόσεις υπογράμμισε ότι βρισκόμαστε στην πέμπτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης, με κύριο ανταγωνιστή τη Βραζιλία και η εξαγωγική μας αξία βρίσκεται πάντα στην 1η θέση μεταξύ των ελληνικών εξαγωγικών προϊόντων.

«Ακόμη και σε άσχημες χρονιές το βαμβάκι φέρνει 500εκ. ευρώ εισροή συναλλάγματος. Το 2021 έχει φέρει γύρω στα 750εκ. ευρώ. Η εξαγωγική αξία για το 2021 φτάνει τα 675εκ. για το εκκοκκισμένο βαμβάκι, τα 60,5εκ. για τον βαμβακόσπορο, τα 12,3εκ. για τη βαμβακόπιτα», είπε ο κ. Ψαρόπουλος. Οι χώρες προορισμού του ελληνικού βαμβακιού για τη φετινή χρονιά είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό η Τουρκία(65,85%), ακολουθεί η Αίγυπτος(15,96%) Ινδονησία (4,30%), Μπαγκλαντές (4,29%), Πακιστάν (2,55%). Τέλος σε ότι αφορά τις τιμές ο κ. Ψαρόπουλους σημείωσε ότι μετά το 2011 αυτή τη στιγμή το ράλι των τιμών είναι το πιο δυνατό. «Στις αρχές Απριλίου οι τιμές έσπασαν τα 80σεντς για να φθάσουν 120 τον Νοέμβριο και 125 τον Μάιο. Η αγορά δεν έχει κάνει διόρθωση γιατί τα κλωστήρια δουλεύουν με μικρά αποθέματα και ότι τιμή δίνουν στο επόμενο στάδιο στον πελάτη τους αυτός την αποδέχεται. Υπολογίζεται ότι η μισή παραγωγή περίπου 150.000 τόνοι είχαν προπωληθεί πριν από τη συγκομιδή. Εν μέρει η πανδημία στο βαμβάκι εξαφάνισε τα παγκόσμια αποθέματα», κατέληξε.