των Αντώνη Ανδρονικάκη, Νικολέτας Τζώρτζη, Αφροδίτης Χρυσοχόου

Πρωτοφανής είναι η δυσκολία εύρεσης εργατών γης, όπως περιγράφουν στην «ΥΧ» οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται στην πρωτογενή παραγωγή. Από το ρεπορτάζ σε διάφορες περιοχές της χώρας προκύπτει μια σοβαρή και εντεινόμενη έλλειψη εργατικών χεριών. Όσο η κατάσταση χειροτερεύει, τόσο περισσότερο πιέζονται οι παραγωγοί, οι οποίοι συχνά καταφεύγουν σε λύσεις ανάγκης, με επιπτώσεις στο εισόδημά τους.

Όλα αυτά, σε μια περίοδο που το κόστος παραγωγής έχει εκτιναχθεί στα ύψη και τα χρήματα δεν περισσεύουν. Με την ελαιοκομική περίοδο να απέχει μάλιστα λίγες εβδομάδες πριν από την έναρξή της, οι αγρότες τρομάζουν στη σκέψη των πρόσθετων αναγκών που θα προκύψουν και δηλώνουν ότι βρίσκονται σε αδιέξοδο.

Όπως γίνεται αντιληπτό, πολύ σημαντικά εξαγωγικά προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο, τα «χειμερινά» κηπευτικά και τα πυρηνόκαρπα, αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο με συνέπειες για τα έσοδα της χώρας.

«Πέρσι είχαμε εργόσημο, φέτος έχουμε ανάγκη»

Ο Χρήστος Αναγνωστάκος καλλιεργεί πορτοκάλια στη Λακωνία. Αυτή την περίοδο συγκομίζει, ενώ σύντομα θα χρειαστεί να αναζητήσει εργάτες για την επόμενη συγκομιδή: «Σήμερα οι εργάτες θα έπρεπε να κόψουν και να γεμίσουν χίλιες κλούβες με μεικτό βάρος γύρω στα 20 κιλά ανά κλούβα. Γι’ αυτήν τη δουλειά κανονικά χρειάζονται πάνω από 20 άτομα μαζί με τους φορτωτές. Με κόπο έχω βρει ένα συνεργείο εννιά ατόμων και είναι και από τις καλές περιπτώσεις. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πόσα χέρια μας λείπουν».

Όπως μας εξήγησε ο ίδιος, η πλειονότητα των εργατών είναι από το Πακιστάν. Παρά το γεγονός ότι αμείβονται με εργόσημο, ζητούν την αμοιβή τους «καθαρή» και στο χέρι χωρίς κρατήσεις, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται ο αγρότης με την επιπλέον διαφορά, αλλά και να φορολογείται γι’ αυτή.

«Από τη στιγμή που οι εργάτες ζητάνε την αμοιβή τους καθαρή και στο χέρι, αναγκαζόμαστε και βρίσκουμε λύσεις – ημίμετρα για να συνεχίσουμε να πληρώνουμε με εργόσημο. Ωστόσο, επωμιζόμαστε εμείς τη φορολογική επιβάρυνση για την αμοιβή των εργατών, ενώ δημιουργούνται και άλλα προβλήματα που τα βρίσκουμε μετά μπροστά μας. Πέρσι αξιοποιήσαμε τη δυνατότητα που μας έδινε ο νόμος και πληρώσαμε τους εργάτες με εργόσημο ακριβώς όπως προβλέπει η διαδικασία χωρίς να επωμιστούμε κάποια επιβάρυνση. Φέτος, η ανάγκη μάς έθεσε σε μειονεκτική θέση έναντι των εργατών», τόνισε.

Καταλήγοντας, ο κ. Αναγνωστάκος σημείωσε ότι προσπαθεί να απασχολήσει μετακλητούς εργάτες από το Πακιστάν, ωστόσο η διαδικασία έχει γραφειοκρατικές δυσκολίες, λόγω του απαραίτητου πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης για τον εργάτη.

Ο Πολυζώης Πολυζωίδης από τον Έβρο διατηρεί αγροτική επιχείρηση παραγωγής σπαραγγιών. Όπως δηλώνει στην «ΥΧ», αδυνατεί να βρει Έλληνες ή αλλοδαπούς εργάτες που να δέχονται να απασχοληθούν με εργόσημο:

«Το πρόβλημα της έλλειψης εργατών κάνει περιζήτητους τους λιγοστούς εργάτες που βρίσκουμε. Δυστυχώς, αυτοί αρνούνται να απασχοληθούν με εργόσημο, γιατί δεν θέλουν να χάσουν τα επιδόματα. Αυτό για εμάς σημαίνει μεγάλη φορολογική επιβάρυνση. Υπήρξε μια χρονιά κατά το παρελθόν που το κράτος επέτρεψε στους απασχολούμενους να συνεχίσουν να παίρνουν μέρος των επιδομάτων και να αμείβονται και για την εργασία τους με εργόσημο. Ίσως η επαναφορά αυτού του μέτρου να έδινε μια λύση, αν και δεν φτάνει, από τη στιγμή που δεν εμφανίζονται ούτε Έλληνες, αλλά ούτε και ξένοι εργάτες».

Τρομάζουν οι αγρότες όσο πλησιάζει το λιομάζωμα

Ο πρόεδρος του Αγροτικού Οπωροκηπευτικού και Ελαιουργικού Συνεταιρισμού (ΑΟΕΣ) Τυμπακίου, Εμμανουήλ Μηλολιδάκης, αναφέρθηκε σε πρωτοφανή έλλειψη των αναγκαίων εργατών, τη στιγμή μάλιστα που η παραγωγή στα θερμοκήπια δεν έχει ακόμα φτάσει στο ζενίθ της: «Είναι η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που αντιμετωπίζουμε τόσο μεγάλο πρόβλημα έλλειψης εργατών. Η έλλειψη αυτή έχει αυξήσει τις αμοιβές των εργατών κατά 30%, σε μια περίοδο που ο παραγωγός αγωνίζεται να τα βγάλει πέρα και το κόστος παραγωγής είναι αυξημένο κατά 40%. Για να αντιληφθείτε το μέγεθος του προβλήματος, θα σας πω ότι αυτή την περίοδο τα θερμοκήπια βρίσκονται στο 60% της παραγωγής και ήδη οι ανάγκες είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Όταν θα μπούμε σε φουλ ρυθμούς, τι θα συμβεί; Και, ακόμα χειρότερα, όταν ξεκινήσει η ελαιοκομική περίοδος, τι θα κάνουμε; Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο».

Με… δεμένα τα χέρια εξακολουθούν να στέκονται οι αγρότες της Δυτικής Ελλάδας, απέναντι στο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν με την έλλειψη εργατικών χεριών, που τους ασκεί ασφυκτική πίεση ενόψει της συγκομιδής της ελιάς, αλλά και της επερχόμενης συλλογής εσπεριδοειδών και αργότερα της φράουλας.

Παρά το γεγονός ότι πρόσφατα αυξήθηκε με υπουργική απόφαση ο ανώτατος αριθμός αδειών διαμονής για εργασία μετακλητών πολιτών τρίτων χωρών, το πρόβλημα δεν φαίνεται να λύνεται, λόγω και της απροθυμίας των εργατών γης να έρθουν στη χώρα μας. Οι ελαιοπαραγωγοί στην παρούσα φάση δεν μπορούν να βρουν εργάτες, παρά τη συστηματική αναζήτηση, τη στιγμή που φέτος αναμένεται μεγάλη παραγωγή ελαιοκάρπου.

Ιδιαίτερα στην Αιτωλοακαρνανία, ο φόβος ότι θα μείνουν στα δέντρα αμάζευτες ελιές, μετά και τις απώλειες που είχαν τις δύο προηγούμενες χρονιές, προκαλεί στους παραγωγούς μεγάλη αναστάτωση και προβληματισμό.

Όπως επεσήμανε στην «ΥΧ» ο πρόεδρος του Συλλόγου Ελαιοπαραγωγών Αιτωλικού, Φώτης Ακρίδας: «Την περσινή χρονιά είχαμε τη μισή παραγωγή σε σχέση με φέτος και πολλοί ελαιοπαραγωγοί δεν κατάφεραν καν να μαζέψουν όλες τις ελιές, λόγω της έλλειψης εργατικών χεριών. Δεν υπάρχουν επίσης και Έλληνες για να μαζέψουν ελιές, παρά το γεγονός ότι τα μεροκάματα είναι πολύ καλά. Οι Αλβανοί με τους οποίους δουλεύαμε τόσα χρόνια έφυγαν σε άλλες χώρες. Φανταστείτε λοιπόν, τι θα γίνει φέτος».

Στη συνέχεια, ο ίδιος μας έδωσε το προσωπικό του παράδειγμα: «Εγώ είχα πέρυσι 12 εργάτες και φέτος έχω μόνο 4. Το κράτος δικαιολογεί μόνο έναν εργάτη ανά 25 στρέμματα, δηλαδή ανά 30 τόνους ελιάς. Εμείς χρειαζόμαστε τέσσερα άτομα ανά 25 στρέμματα. Τι θα γίνει με τον ελαιοπαραγωγό που θα θέλει να μαζέψει 40 και 100 τόνους; Πώς θα τα καταφέρει, όταν ένας εργάτης γης μαζεύει από 6 έως 8 τόνους;», διερωτάται ο κ. Ακρίδας.

Ο ίδιος προσθέτει: «Τα περιθώρια στενεύουν και πρέπει να βρεθεί λύση. Θα ξεκινήσουμε τη συγκομιδή στις 10 Νοεμβρίου και ελπίζουμε να μας βοηθήσει ο καιρός, να μην πιάσει γρήγορα κρύο και να προλάβουμε να μαζέψουμε το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής. Γιατί όλη την παραγωγή, με τα σημερινά δεδομένα, δεν θα μπορέσουμε να τη μαζέψουμε».

Λείπουν και ειδικευμένοι εργάτες, λένε οι αγρότες

Στη Δυτική Μακεδονία, φαίνεται πως τα εργατικά χέρια βρέθηκαν, αλλά απουσιάζει το εξειδικευμένο εργατικό προσωπικό για τη συγκομιδή ροδάκινων και οινοστάφυλων. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγροτοκτηνοτροφίας Βεγόρας, Γιώργο Γιαννιτσόπουλο, η μετακίνηση εργατών γης, που εδώ και δεκαετίες εργάζονταν στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις των Ελλήνων παραγωγών, προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δημιούργησε πρόβλημα στην εύρεση εξειδικευμένου προσωπικού.

Μάλιστα, πριν από μερικές ημέρες, ο ΑΣ Βεγόρας ζητούσε σε αγγελία του οδηγούς τρακτέρ για εργασία στη συγκομιδή αγροτικών προϊόντων. «Το κλείσιμο των εργοστασίων λιγνίτη στη Δ. Μακεδονία έστρεψε πολύ κόσμο στον πρωτογενή τομέα. Εργατικά χέρια είχαμε πολλά, κι αν ζητούσαμε φέτος περισσότερα θα τα είχαμε. Ωστόσο, τα τελευταία δύο χρόνια, επειδή μετανάστευσαν οι ξένοι εργάτες γης σε άλλες χώρες, παρουσιάστηκε το πρόβλημα της έλλειψης εξειδικευμένων εργατών. Ευτυχώς, στο κάλεσμά μας για οδηγούς με δίπλωμα τρακτέρ, ώστε να ανταποκριθούμε στις αυξημένες απαιτήσεις της συγκομιδής οινοστάφυλων και ροδάκινων, βρήκαμε ανταπόκριση και δεχθήκαμε πλήθος αιτήσεων», επισημαίνει ο κ. Γιαννιτσόπουλος.

«Κυρίως ποσοτικό το πρόβλημα», λέει η Διεπαγγελματική Πυρηνόκαρπων

Σχολιάζοντας την τρέχουσα κατάσταση στο «εργατικό» και με αφορμή τις επιπτώσεις των ελλείψεων του εργατικού δυναμικού που βίωσαν πρόσφατα τα πυρηνόκαρπα, ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Ένωσης Πυρηνόκαρπων, Χρήστος Γιαννακάκης, δήλωσε στην «ΥΧ»: «Το πρόβλημα είναι πρωτίστως ποσοτικό και όχι τόσο ποιοτικό. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι αλλοδαποί που βρίσκονται στη χώρα μας είτε γνωρίζουν το αντικείμενο, είτε μπορούν να το μάθουν πολύ γρήγορα.

Το μείζον θέμα είναι ότι δεν υπάρχουν αρκετοί διαθέσιμοι εργάτες. Όσον αφορά ορισμένα γραφειοκρατικά ζητήματα που ταλαιπωρούν τους αγρότες, για τη μετάκληση πολιτών από τρίτες χώρες θα πρέπει η αστυνομία και οι προξενικές αρχές να επιδείξουν μεγαλύτερη προθυμία και ευελιξία, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις».

Σ. Βούλτεψη
«Ξεκινά άμεσα η εκπαίδευση εργατών σε γεωργία και αλιεία»

Μετά την περσινή εξαγγελθείσα κυβερνητική πρωτοβουλία εκπαίδευσης αλλοδαπών για απασχόληση στον πρωτογενή τομέα, που δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, η υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Σοφία Βούλτεψη, ανήγγειλε στην «ΥΧ» μια νέα δράση, που ξεκινά το αμέσως προσεχές διάστημα και αφορά την απασχόληση στον πρωτογενή τομέα πολιτών τρίτων χωρών, δικαιούχων διεθνούς προστασίας και νομίμως διαμενόντων στην Ελλάδα.

Η υλοποίησή της θα πραγματοποιηθεί με κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, σε συνεργασία με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης. Όπως εξήγησε η υφυπουργός στην «ΥΧ», «η πρωτοβουλία αυτή στοχεύει στη διευκόλυνση της ένταξης των ωφελούμενων στην τοπική αγορά εργασίας και στην κοινωνία, μέσω της απασχόλησής τους στον αγροτικό τομέα. Η υλοποίηση θα έχει διάρκεια 36 μήνες, με απώτατο χρονικό όριο λήξης την 31η Δεκεμβρίου 2025. Η ομάδα-στόχος του τομέα αποτελείται από 3.645 δικαιούχους διεθνούς προστασίας και νομίμως διαμένοντες στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών. Η εκπαιδευτική διαδικασία θα περιλαμβάνει γλωσσομάθεια, πρακτική άσκηση και πιστοποίηση δεξιοτήτων».

Στη συνέχεια, η ίδια μας έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την υλοποίηση της κατάρτισης των εκπαιδευόμενων: «Η πρακτική άσκηση θα παρασχεθεί από έμπειρους επαγγελματίες εργοδότες που δραστηριοποιούνται στο αντικείμενο του εκάστοτε τομέα, όπως αγροτικούς συνεταιρισμούς ή ιδιώτες γεωπόνους, γεωργούς, κτηνοτρόφους κ.λπ. Θα υλοποιηθεί στις περιφέρειες Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας, Δυτικής Ελλάδας, Θεσσαλίας, Ηπείρου, Πελοποννήσου και άλλες περιφέρειες που θα καθοριστούν κατά τη διάρκεια τηςυλοποίησης.

Φορέας Υλοποίησης είναι ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ), ενώ το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου είναι το υπουργείο ευθύνης».