Φοβούνται τα «κανόνια», αλλά ρισκάρουν οι αγρότες στα φωτοβολταϊκά

των Αντώνη Ανδρονικάκη, Μαρίας Αμπατζή, Γιώργου Αργυρίου, Γιώργου Ρούστα,
Νικολέτας Τζώρτζη, Αφροδίτης Χρυσοχόου

Σε δύο διαφορετικούς άξονες κινούνται οι επενδύσεις των φωτοβολταϊκών. Από τη μία πλευρά, αυξάνονται διαρκώς οι επενδύσεις ξένων και εγχώριων ενεργειακών κολοσσών που σε αρκετές περιπτώσεις δεσμεύουν αγροτική γη, ακόμη και υψηλής παραγωγικότητας.

Ακόμα πιο… κολοσσιαίες, μάλιστα, είναι οι ιδιοτελείς επιδιώξεις ορισμένων επιχειρηματικών συμφερόντων που διαστρεβλώνουν το πλαίσιο των Ενεργειακών Κοινοτήτων και επιβουλεύονται τεράστιες εκτάσεις γης υψηλής παραγωγικής και οικολογικής αξίας. Από την άλλη, χιλιάδες αγρότες προσπαθούν να αντισταθμίσουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του κόστους παραγωγής, αλλά αδυνατούν να κατασκευάσουν έργα net-metering για να βοηθήσουν τις εκμεταλλεύσεις τους να παραμείνουν βιώσιμες.

Αυξάνονται τα μεγάλα πάρκα, απειλούν θηριώδεις επενδύσεις

Εκρηκτική είναι η αύξηση των επενδύσεων σε φωτοβολταϊκά την τελευταία τριετία. Συγκεκριμένα, το 2019, η εγκατεστημένη ισχύς πραγματοποίησε άλμα φθάνοντας τα 153 MW εγκατεστημένος ισχύος για να έρθει η έκρηξη το 2020 και το 2021, με 431,4 και 800 ΜW. Με αυτούς τους ρυθμούς, είναι βέβαιο ότι το 2022 θα είναι η πρώτη χρονιά που τα έργα Φ/Β θα ξεπεράσουν το 1 GW εγκατεστημένης ισχύος.

Σε αυτόν τον διαρκώς εξελισσόμενο… πυρετό των πάνελ, την εμφάνισή τους έχουν κάνει την τελευταία διετία και τα «mega» πάρκα που φτάνουν ή και ξεπερνούν τα 50, 100 ή και 200 Μεγαβάτ. Κοινή συνισταμένη τέτοιων έργων είναι ότι δεσμεύουν εκατοντάδες έως χιλιάδες στρέμματα γης. Ωστόσο, κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή με τα δικά της χαρακτηριστικά και διαφορετικό αντίκτυπο στον πρωτογενή τομέα.

Μία από τις θηριώδεις επενδύσεις που βρίσκεται στο στόχαστρο της τοπικής κοινωνίας στην Ηλεία είναι η επένδυση που σχεδιάζει η ΕΑΣ Αγρινίου και προβλέπει την εγκατάσταση 221 φωτοβολταϊκών σταθμών ισχύος 218 MW γύρω από τη λίμνη του φράγματος Πηνειού.

Πρόκειται για ένα γιγαντιαίο έργο, το οποίο, σύμφωνα με κτηνοτρόφους της περιοχής, θέτει εν αμφιβόλω την απρόσκοπτη και χωρίς προβλήματα συνέχιση των δραστηριοτήτων τους. Κάτοικοι και φορείς της Δυτικής Ελλάδας δηλώνουν αντίθετοι σε κάθε είδους παραχώρηση δημόσιων εκτάσεων για την εγκατάσταση μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων σε περιοχές που δημιουργούν προβλήματα στην κτηνοτροφία και το περιβάλλον και όχι εν γένει στην «πράσινη» ενέργεια.

Το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Ήλιδας έχει απορρίψει κατά πλειοψηφία την επιχειρούμενη επένδυση, όπως και το Δημοτικό Συμβούλιο Ανδραβίδας Κυλλήνης, που καταψήφισε ομόφωνα το έργο, κάνοντας δεκτό το αίτημα των παραλίμνιων τοπικών κοινοτήτων για τη μη τοποθέτηση φωτοβολταϊκών. Όπως έχει καταγγελθεί, στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης» με Δούρειο Ίππο τις Ενεργειακές Κοινότητες επιχειρείται ένα καταστροφικό πλήγμα για την περιοχή και τους κατοίκους της, ενώ στηλιτεύεται και ο τρόπος που έγινε η παραχώρηση των εκτάσεων πέριξ της λίμνης από τον ΓΟΕΒ Πηνειού – Αλφειού.

Μάλιστα, η υπόθεση βρίσκεται υπό εισαγγελική διερεύνηση, μετά την αναφορά που κατέθεσαν επικεφαλής δημοτικών παρατάξεων και δημοτικούς συμβούλους του Δήμου Ήλιδας και προέδρων παραλίμνιων περιοχών, κατά του προέδρου του ΓΟΕΒ Πηνειού – Αλφειού και κατά παντός υπευθύνου. Σύμφωνα με πληροφορίες, η έρευνα επικεντρώνεται στη νομιμότητα της όλης διαδικασίας εγκατάστασης, αλλά και στην τακτική κατάτμησης του γιγαντιαίου επιχειρούμενου έργου, σε επιμέρους κομμάτια, προκειμένου να αποφευχθεί περιβαλλοντική μελέτη και να είναι πιο σύντομες οι διαδικασίες αδειοδότησης.

Στις αποκεντρωμένες διοικήσεις η τελική απόφαση αδειοδότησης

Στο τέχνασμα των εταιρειών να σπάνε τις εκτάσεις σε μικρότερες, ώστε να μη χρειάζονται άδειες περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τα Περιφερειακά Συμβούλια, αναφέρθηκε και ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, Κώστας Αγοραστός, παρουσιάζοντας στοιχεία για την εξάπλωση των φωτοβολταϊκών σε πρόσφατη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου.

Εξηγώντας το καθεστώς έγκρισης μελετών περιβαλλοντικής αδειοδότησης, σημείωσε ότι οι περιφέρειες εισηγούνται (θετικά ή αρνητικά) για τις σχετικές επενδύσεις, αλλά την τελική αδειοδότηση δίνει η αποκεντρωμένη διοίκηση. Η τελευταία έχει κάνει δεκτές 2.001 αιτήσεις για έργα ισχύος από 500 KW έως 1 MW (για το 1% της καλλιεργήσιμης, χαμηλής παραγωγικότητας γης), 23 για μικρά αιολικά και για δύο μικρά υδροηλεκτρικά.

Από τα παραπάνω έργα, τα περισσότερα αφορούν την ΠΕ Λάρισας, ακολουθεί η ΠΕ Μαγνησίας και με τα ίδια ποσοστά στη συνέχεια οι ΠΕ Τρικάλων-Καρδίτσας. Στην ΠΕ Λάρισας, οι αιτήσεις για φωτοβολταϊκά είναι 65, για έργα ισχύος από 1 MW έως 10 MW (γη υψηλής παραγωγικότητας) και 1.648 για έργα από 500 KW έως 1 MW (χαμηλή παραγωγικότητα).

Στο 50% η διαθέσιμη αγροτική γη

Όπως διευκρίνισε ο κ. Αγοραστός, η Περιφέρεια Θεσσαλίας δεν γνωρίζει ποιες επενδύσεις έχουν υλοποιηθεί ή σε ποιο στάδιο βρίσκονται, καθώς αρμόδιο για αυτό είναι το υπουργείο Ενέργειας-Περιβάλλοντος και ο ΑΔΜΗΕ. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι η περιφέρεια ζήτησε ενημέρωση από τον ΑΔΜΗΕ και έλαβε απάντηση στις 9/03/2022 για την ελεύθερη διαθέσιμη αγροτική γη από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Ο ΑΔΜΗΕ απάντησε ότι το 62% της αγροτικής γης είναι ελεύθερο στη Θεσσαλία και, πιο συγκεκριμένα, στη Λάρισα υπολείπεται το 50% της αγροτικής γης, στη Μαγνησία το 55%, στα Τρίκαλα το 43% και στην Καρδίτσα το 62%. Η πολιτική της Περιφερειακής Αρχής, σύμφωνα με τον κ. Αγοραστό, είναι να μην υπάρχει θετική εισήγηση σε ΑΠΕ που αφορούν καλλιεργήσιμες ή βοσκήσιμες γαίες.

Δυτ. Μακεδονία: «Να μην επιστρέψουμε στην εποχή των αντιπαροχών»

Ακόμα μία περιφέρεια στην οποία δρομολογούνται επενδύσεις έργων και σε αρκετές περιπτώσεις μεγάλων πάρκων είναι η Δυτική Μακεδονία. Από την πλευρά της, η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας επαναλαμβάνει ότι η εγκατάσταση ΑΠΕ είναι μεν ζητούμενο για την περιοχή, ωστόσο είναι κάθετα αντίθετη στην άναρχη εγκατάσταση χωρίς προγραμματισμό και σχεδιασμό για αυτό τηρεί στάση αναμονής, προκειμένου να εκπονηθεί το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο, που αφορά την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων.

Ο αντιπεριφερειάρχης Πολιτικής Προστασίας, Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής, Περιβάλλοντος και Υποδομών, Θωμάς Μάνος, δήλωσε στην «ΥΧ» για το θέμα: «Οποιαδήποτε ενέργεια γίνει στον τομέα των ΑΠΕ δεν θα πρέπει να επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη και την ομαλή λειτουργία άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων και κυρίως του πρωτογενούς τομέα. Το Περιφερειακό Συμβούλιο έχει σχετικές αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις. Είμαστε υπέρ των ΑΠΕ, αλλά όχι χωρίς σχεδιασμό. Δεν θέλουμε να συμβεί στη Δυτική Μακεδονία ό,τι έγινε με το φαινόμενο της αντιπαροχής στην Ελλάδα από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 ή της οικοδόμησης πάνω σε ρέματα, ούτε να διώξουμε τους γεωργούς και τους κτηνοτρόφους από τα μέρη τους».

Καθώς στην περιοχή υλοποιήθηκαν και σχεδιάζονται επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων, οι τοπικές κοινωνίες είναι ανάστατες από τη δέσμευση χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, οι οποίες είτε γειτνιάζουν σε ενεργές κτηνοτροφικές μονάδες, είτε σε στάνες, ή βρίσκονται σε εκμεταλλεύσιμα και παραγωγικά χωράφια, τα οποία ενοικιάζουν έναντι δελεαστικού αντιτίμου οι αγρότες, ή αποτελούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, δασικούς πνεύμονες στις παρυφές τοπικών κοινοτήτων.

Την ίδια ώρα και σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στις ΑΠΕ, όπως επισημαίνει ο κ. Μάνος, σε Καστοριά, Γρεβενά και Φλώρινα το δίκτυο είναι κορεσμένο, ενώ μεγάλοι επενδυτές αγοράζουν εκτάσεις και προχωρούν στην κατασκευή δικών τους υποσταθμών. Η κατάσταση είναι πιο βελτιωμένη στην Κοζάνη λόγω και των εργοστασίων της ΔΕΗ. Το ενδιαφέρον στρέφεται και στη σύσταση και ανάπτυξη των Ενεργειακών Κοινοτήτων, η μία για τους ΤΟΕΒ Δ. Μακεδονίας (συμμετοχή 35 ΤΟΕΒ, ισχύς 8MW) και η δεύτερη για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Δελεάζουν αγρότες με 200 ευρώ/στρέμμα, φοβούνται τα «κανόνια» οι παραγωγοί

Τεράστιο ενδιαφέρον για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών παρατηρείται στη Δράμα, πολύ πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, σύμφωνα με παραγωγό από την Ανατολική Μακεδονία, ο οποίος προβληματίζεται για τα συμφέροντα που κρύβονται. «Το νομοθετικό πλαίσιο, στον βωμό του χρήματος, δίνει τη δυνατότητα σε εταιρείες να χρησιμοποιούν χωράφια υψηλής παραγωγικότητας για να εγκαθιστούν μονάδες φωτοβολταϊκών, με σκοπό την ενίσχυση της εθνικής παραγωγής ενέργειας. Ταυτόχρονα, όμως, δημιουργεί σοβαρό μειονέκτημα στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων».

«Συνήθως, οι ιδιοκτήτες που μισθώνουν αγροτεμάχια είτε δεν έχουν σχέση με τον πρωτογενή τομέα είτε βρίσκονται στη σύνταξη. Δελεάζονται από τα πολύ υψηλά μισθώματα που φτάνουν τα 200 ευρώ ετησίως ανά στρέμμα». Οι παραπάνω προσφορές αφορούν συνήθως μακροχρόνιες μισθώσεις, όπως στην περίπτωση κοινοπραξίας ευρωπαϊκών συμφερόντων μέσω συνεργασίας με δραμινή εταιρεία που αναζητά για μίσθωση αγροτεμάχια, προκειμένου να εγκατασταθούν πάνελ για 20 χρόνια. Στη συνέχεια, ο παραγωγός σημειώνει ότι «με τις συγκεκριμένες τιμές και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πρωτογενής τομέας, ενδεχομένως και εν ενεργεία αγρότες να μισθώσουν μέρος των εκτάσεών τους. Το ερώτημα είναι τι θα συμβεί εάν μια εταιρεία εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά, πτωχεύσει και μείνουν οι ιδιοκτήτες με τη σύμβαση στο χέρι; Διότι, όσο πιο μεγάλο είναι το άνοιγμα, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για “κανόνι”». Πρόκειται για σκέψη που απασχολεί πλήθος αγροτών.

Στα ακριβά υλικά και στην έλλειψη δικτύου κολλάνε τα αγροτικά έργα

Στην αδυναμία να πραγματοποιηθούν από τους αγρότες μικρά έργα ενεργειακού συμψηφισμού, το λεγόμενο net-metering αναφέρθηκε με δηλώσεις του στην «ΥΧ» ο Γιώργος Πλατής, πρόεδρος του ΤΟΕΒ Ήρας – Κουρτακίου στην Αργολίδα:

«Στην Αργολίδα, αλλά και γενικότερα λόγω κεκορεσμένων δικτύων του ΔΕΔΔΗΕ, δεν έχουν αναπτυχθεί τα φωτοβολταϊκά σύμφωνα με τις ανάγκες μας. Η γεωργική παραγωγή είναι πιο αναγκαία από ποτέ και επιβάλλεται να υποστηριχθεί. Όσον αφορά τον ΤΟΕΒ Ήρας – Κουρτακίου, η πρώτη μας προτεραιότητα παραμένει σταθερά η μείωση του κόστους καλλιέργειας, την οποία θα ενισχύσουμε επιπλέον μέσω net-metering».

Από την πλευρά του, ο Κώστας Μπακής από την Αρκαδία, που ασχολείται με μελέτες φωτοβολταϊκών πάρκων, δήλωσε: «Γενικά, υπάρχει έντονο και αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά και προσμονή για επιχορήγηση έργων net-metering. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, δεν μετουσιώνεται σε συμφωνίες και επενδύσεις.

Ακόμη και άτομα που έχουν πάρει έγκριση από τον ΔΕΔΔΗΕ δεν προχωρούν στην επένδυση λόγω αύξησης του κόστους τους εξοπλισμού. Με δεδομένο ότι το αλουμίνιο παράγεται στην Ουκρανία και στη Ρωσία, πολλά από τα υλικά που χρησιμοποιούνται στα έργα έχουν τεράστιες αυξήσεις στα κόστη τους».