FRESKON 2024: Αυξημένο εμπορικό ενδιαφέρον για τα ελληνικά φρουτολαχανικά

Με ιδιαίτερα θετικό πρόσημο, αλλά και αθρόα προσέλευση εμπορικών επισκεπτών, ολοκληρώθηκε στη Θεσσαλονίκη το πιο πολύχρωμο και πολυεπίπεδο διεθνές εκθεσιακό γεγονός στον κλάδο των φρέσκων φρούτων και λαχανικών. Δυναμικές επιχειρήσεις του αγροδιατροφικού κλάδου, αγροτικοί συνεταιρισμοί, εταιρείες logistics, συμβούλων και πιστοποίησης, παραγωγοί, επαγγελματίες και εκπρόσωποι του λιανεμπορίου από την Ελλάδα και το εξωτερικό συναντήθηκαν στο ετήσιο εμπορικό γεγονός της έκθεσης FRESKON, που πραγματοποιείται εδώ και οκτώ χρόνια από το περιοδικό Φρουτονέα και τη ΔΕΘ-HELEXPO. Η προσέλευση ήταν η μεγαλύτερη από όλες τις χρονιές διοργάνωσης της έκθεσης, στην οποία συμμετείχαν συνολικά 267 άμεσοι και έμμεσοι εκθέτες από 28 χώρες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία των εκθετών, στην τριήμερη διάρκεια της FRESKON, έγιναν περισσότερες από 2.600 επιχειρηματικές συναντήσεις και, παράλληλα, πραγματοποιήθηκε στοχευμένο πρόγραμμα hosted buyers με 121 μεμονωμένα άτομα από 34 χώρες και δύο ομαδικές αποστολές εμπορικών επισκεπτών από Βουλγαρία και Βόρεια Μακεδονία, που ανέβασαν τον συνολικό αριθμό σε 250. Ιδιαίτερα αποδοτικές αποδείχθηκαν και οι επιχειρηματικές επαφές των επαγγελματιών του κλάδου των φρέσκων φρούτων και λαχανικών, με αγοραστές 14 αλυσίδων σούπερ μάρκετ από Ελλάδα, Βουλγαρία, Λευκορωσία, Ουκρανία, Κύπρο, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία και Βόρεια Μακεδονία.

Παράλληλες εκδηλώσεις

Εκτός από τις καρποφόρες συναντήσεις, στη μεγάλη αυτή συνάντηση των εκπροσώπων του κλάδου των φρέσκων προϊόντων, τον τόνο έδωσαν και φέτος οι σημαντικές παράλληλες εκδηλώσεις.

Το καθιερωμένο διεθνές συνέδριο της Freskon ήταν αφιερωμένο φέτος στον παραγωγικό και εμπορικό κόσμο του βερίκοκου, καθώς έθιξε μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων για τους ανθρώπους που ασχολούνται με την παραγωγή και την εμπορία των φρούτων, ενώ έγινε και διεθνές φόρουμ για το ακτινίδιο, όπου συζητήθηκαν θέματα που αφορούν το παρόν και το μέλλον του ποιοτικού ακτινιδίου, σχετικά με την παραγωγή, το εμπόριο και τις ασθένειες που το επηρεάζουν.

Για ακόμη μία χρονιά, έγιναν και οι καθιερωμένες ανακοινώσεις και προβλέψεις για τη νέα σεζόν των πυρηνόκαρπων σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία.

Διεθνές Συνέδριο Βερίκοκου

Δύο εκ διαμέτρου αντίθετες εικόνες στην εξέλιξη της παραγωγής σε βερίκοκο και ακτινίδιο παρουσιάστηκαν από τους ομιλητές των σχετικών συνεδρίων. Από τη μία, η καλλιέργεια του βερίκοκου βιώνει φέτος, όπως το 2020 και το 2023, μια κακή χρονιά με αισθητά μειωμένη παραγωγή, άδεια δέντρα που σε ορισμένες ποικιλίες φτάνει ακόμη και σε ποσοστό 100%, ενώ αντίθετα φέτος είναι η χρονιά του ακτινιδίου, όπου αναμένεται στην Ελλάδα ιδιαίτερα αυξημένη παραγωγή.

Αναλυτικά, και σε ό,τι αφορά το βερίκοκο, παρουσιάστηκαν από τη διευθύντρια Ερευνών στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, Δρ Παυλίνα Δρογούδη, αποτελέσματα της έρευνας του Τμήματος Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δέντρων Νάουσας, που αφορούν την καλλιέργεια της βερικοκιάς.

Όπως είπε η Δρ Δρογούδη, πρόκειται για ακόμη μία καταστροφική χρονιά για τους παραγωγούς και εξήγησε ότι τη φετινή χρονιά η ανθοφορία πολλών ποικιλιών συνέπεσε με βροχοπτώσεις, κάτι που εμπόδισε την καρπόδεση και ήταν αιτία της ακαρπίας τους.

Αν και το φαινόμενο αυτό δεν συνδέεται με την κλιματική αλλαγή, ωστόσο φέτος ήταν χρονιά με μειωμένο χειμερινό ψύχος, κατά την οποία παρατηρήθηκαν συμπτώματα οφθαλμόπτωσης και μη συγχρονισμένης άνθισης σε ποικιλίες με υψηλές απαιτήσεις σε ψύχος.

Σύμφωνα με τη Δρα Δρογούδη, ιστορικά δεδομένα δείχνουν πως στη Νάουσα έχουμε 10% μείωση της συσσώρευσης χειμερινού ψύχους τα τελευταία πέντε χρόνια και 44% αύξηση στη συσσώρευση ζέστης, γι’ αυτό και υπάρχει πρωίμιση.

Ο ρυθμός μείωσης της συσσώρευσης χειμερινού ψύχους τα τελευταία 20 χρόνια είναι εντονότερος στην Κεντρική Ελλάδα, σε σύγκριση με τη Βόρεια Ελλάδα, ενώ δεν υπάρχει μεταβολή στη συχνότητα εμφάνισης ανοιξιάτικων παγετών στη Νάουσα.

Η διευθύντρια Ερευνών του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ πρότεινε να καλλιεργούμε, πλέον, ποικιλίες που έχουν μικρότερες ανάγκες σε ψύχος και να γίνεται καθορισμός ζωνών καλλιέργειας, ώστε να γνωρίζουν οι παραγωγοί ποια ποικιλία είναι κατάλληλη στην περιοχή όπου βρίσκονται. Παρόμοια ζητήματα στην καλλιέργεια του βερίκοκου αντιμετωπίζουν η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, σύμφωνα με τους ξένους προσκεκλημένους του διεθνούς συνεδρίου.

Όπως αναφέρθηκε, η έλλειψη χειμερινού ψύχους, οι υψηλές θερμοκρασίες κατά την ανθοφορία, ο ανοιξιάτικος παγετός και η έλλειψη αρδευτικού νερού είναι τα σημαντικότερα προβλήματα τα τελευταία χρόνια, ενώ λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας τα φυτά δεν μπορούν να ανταποκριθούν στους εχθρούς και στις ασθένειες.

Την ίδια ώρα, επηρεάζεται η μετασυλλεκτική ποιότητα και διατηρησιμότητα των καρπών. Πάντως, αυτό που τονίστηκε από όλους τους ομιλητές είναι πως το βερίκοκο, παρά τις δυσκολίες και τα όποια προβλήματα, έχει προοπτικές, αποδίδει ένα καλό εισόδημα στον παραγωγό, αφού τα τελευταία χρόνια η εμπορική ζήτηση, με τις νέες ποικιλίες, παρουσιάζει αύξηση, είναι ένα δυναμικό προϊόν, για αυτό και πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή από την επιστημονική κοινότητα, ώστε να βρεθούν ποικιλίες που να είναι ανθεκτικές στα νέα κλιματικά δεδομένα.

Σύμφωνα, τέλος, με τα στοιχεία του 2022, η χώρα μας κατέχει τη 16η θέση παγκοσμίως στην καλλιέργεια βερίκοκου και την 3η στην ευρωπαϊκή κατάταξη. Στην Ελλάδα, οι εκτάσεις καλλιέργειας κατέχουν την 4η θέση, μετά τα ροδάκινα, τα νεκταρίνια, τα μήλα και τα κεράσια, με την Πέλλα και την Ημαθία να κατέχουν το 44% της καλλιεργούμενης έκτασης πανελλαδικά.

Ακολουθούν η Πελοπόννησος με 28,4% και η Χαλκιδική με 15,4%. Από τα σημαντικότερα προβλήματα είναι οι ασθένειες και το πολλαπλασιαστικό υλικό. Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται έως σήμερα είναι οι παραδοσιακές Farbaly, Τυρίνθου, Ladycot, κ.ά., με την Μπεμπέκου, όμως, να κρατά την πρωτοκαθεδρία σε αριθμό εκτάσεων (25,10%).

Ειδικά για αυτή την ποικιλία, ειπώθηκε πως είναι παλιά και δοκιμασμένη, έχει καλά χαρακτηριστικά, αλλά η κονσερβοποιία ζητά να βρεθεί μια νέα που να την αντικαταστήσει.

Κβο βάντις ακτινίδιο;

Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρουσίαση για το μέλλον της καλλιέργειας του ακτινιδίου, τις τρέχουσες τάσεις, προοπτικές και προκλήσεις, έκανε ο καθηγητής του Εργαστηρίου Δενδροκομίας στο ΑΠΘ, Αθανάσιος Μολασιώτης, προτείνοντας, ταυτόχρονα, καινοτόμες στρατηγικές στην καλλιέργεια ακτινιδίων και στη μετασυλλεκτική διαχείριση.

Όπως είπε χαρακτηριστικά, η καλλιέργεια ακτινιδιάς αποτελεί ένα success story για τη χώρα μας, αφού είναι η δεύτερη σε παραγωγή στο Βόρειο Ημισφαίριο και τρίτη στον κόσμο. Η καλλιέργεια ακτινιδιάς στην Ελλάδα, τα τελευταία επτά χρόνια, έχει διπλασιαστεί. Η αύξηση αυτή οφείλεται, σύμφωνα με τον καθηγητή, στο γεγονός ότι έχει αποκτηθεί τεχνογνωσία, οι παραγωγοί παίρνουν αρκετά καλές τιμές σε σχέση με άλλα είδη οπωροφόρων δέντρων, όμως ο πιο σημαντικός παράγοντας που ώθησε την καλλιέργεια είναι ότι δημιουργήθηκε ένα μεγάλο εμπορικό κενό εξαιτίας της μείωσης, σχεδόν στο ήμισυ, της παραγωγής στη γειτονική Ιταλία, λόγω ασθενειών.

Η μεγαλύτερη μείωση ήταν στα πράσινα ακτινίδια, ενώ καλλιεργούνται αρκετά κόκκινα και κίτρινα. Έτσι, η χώρα μας κρατάει τα ηνία του πράσινου ακτινιδίου της ποικιλίας Hayward. Παρ’ όλα αυτά, η αγορά τα τελευταία χρόνια ζητά κίτρινο ακτινίδιο για το οποίο υπάρχουν, πλέον, πάρα πολλές ποικιλίες, ενώ μια άλλη τάση είναι το κόκκινο.

Σύμφωνα με τον κ. Μολασιώτη, αυτό που αλλάζει στην καλλιέργεια ακτινιδιάς είναι οι διαφορετικές τεχνικές καλλιέργειας, όπως η καλλιέργεια υπό κάλυψη, π.χ. σε πλαστικά τούνελ ή θερμοκήπια, που είναι η εξέλιξη της δενδροκομίας και λαχανοκομίας.

«Μια άλλη μεγάλη αλλαγή, που ενδεχομένως να δούμε τα επόμενα χρόνια, είναι η τεχνητή επικονίαση στο θερμοκήπιο, η χρήση νέων υποκειμένων ανθεκτικών σε ασθένειες, όπως π.χ. η Moria, που μπορεί να αλλάξει τη μοίρα της καλλιέργειας, ενώ σε ό,τι αφορά τα συστήματα διαμόρφωσης, δεν υπάρχει σημαντική αλλαγή», τόνισε ο κ. Μολασιώτης.

Όπως επεσήμανε, όμως, η μεγαλύτερη αλλαγή θα έρθει κυρίως στα κιτρινόσαρκα και ερυθρόσαρκα, που δίνουν πολλές δυνατότητες στην καλλιέργεια, γιατί είναι διαφορετικά φρούτα, απευθύνονται σε άλλους καταναλωτές και συγκομίζονται νωρίτερα από τις πράσινες.

«Όλες αυτές οι ποικιλίες ανήκουν σε μεγάλα club και consortium, που έχουν έρθει και στη χώρα μας και πειραματίζονται με την εγκατάσταση των ποικιλιών. Είναι πολύ σημαντικά, αφού επηρεάζουν τη φυσιογνωμία της αγοράς και προωθούν πιο επαγγελματικά τις ποικιλίες. Έτσι, ουσιαστικά, η μοναδική που μένει ελεύθερη είναι η Hayward», υπογράμμισε ο καθηγητής. Σημείωσε, δε, ότι τα επόμενα χρόνια οι ποικιλίες θα είναι πιο ανθεκτικές στην έλλειψη χαμηλών θερμοκρασιών του χειμώνα, ενώ θα υπάρχουν και ποικιλίες που θα γίνεται ρύθμιση της σεξουαλικότητας, δηλαδή θα υπάρχουν ερμαφρόδιτα άνθη και δεν θα χρειάζονται αρσενικοί γυρεοδότες στον οπωρώνα.

Σχετικά με τη συγκομιδή, που είναι πιο εύκολη από άλλα είδη οπωροφόρων, επεσήμανε ότι αυτή θα γίνεται πλέον μηχανικά προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της έλλειψης εργατικών χεριών. Την ίδια ώρα, η αύξηση της κατανάλωσης ακτινιδίου παγκοσμίως είναι από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον κ. Μολασιώτη, αφού, όπως είπε, μόλις το 1% της ανόδου αφορά την κατανάλωση του συγκεκριμένου φρούτου, που είναι πολύ χαμηλό ποσοστό, όταν το μήλο είναι στο 10% και το πορτοκάλι στο 12%.

Αναφορικά με το μέλλον του ελληνικού ακτινιδίου, ο κ. Μολασιώτης εξέφρασε την αισιοδοξία του, καθώς η Ελλάδα και η Ιταλία έχουν ένα δομικό πλεονέκτημα, αφού τροφοδοτούν το Βόρειο Ημισφαίριο. «Η παραγωγή ακτινιδίων στην Ελλάδα έχει ικανοποιητική χωρική διασπορά: Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία (Πιερία, Καβάλα) και Ήπειρος (Άρτα). Αυτό έχει εμπορικά μεγάλο πλεονέκτημα, γιατί μας δίνει τη δυνατότητα να καλλιεργήσουμε διαφορετικές ποικιλίες, σε διαφορετικά περιβάλλοντα, με διαφορετικούς τρόπους παραγωγής. Ίσως μπορεί να μεταφερθεί και σε πιο νότιες περιοχές με τις νέες κιτρινόσαρκες ποικιλίες», ανέφερε ο κ. Μολασιώτης.

Εκτίμησε, ακόμη, ότι για τα επόμενα πέντε με επτά χρόνια, η συγκυρία είναι ευνοϊκή για τη χώρα μας, προβλέποντας για το μέλλον ότι η παραγωγή μπορεί να ξεπεράσει τους 400.000 τόνους και ότι σταδιακά θα εισέρχονται πολλές κίτρινες ποικιλίες στην Ελλάδα (απόρροια της παγκόσμιας τάσης για νέες ποικιλίες, οι οποίες θα φέρουν ενδεχομένως και νέα φυτοπαθολογικά προβλήματα), αλλά η Hayward θα παραμείνει η Νο1 ποικιλία. Τέλος, συνέστησε στους παραγωγούς ορθολογική διαχείριση της άρδευσης και προσοχή στην ξηρά ουσία για να είναι εύγευστα στους καταναλωτές και να έχουν διατηρησιμότητα.

Οι Έλληνες και ξένοι ομιλητές του forum αναφέρθηκαν, από την πλευρά τους, στις τεχνολογίες και στις εξειδικευμένες λύσεις που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια για την ποιοτική συλλογή των προϊόντων. Επίσης, μίλησαν για το ενδιαφέρον των εταιρειών για το κίτρινο και κόκκινο ακτινίδιο, όπως και για την ψυχρή εφοδιαστική αλυσίδα με τις θαλάσσιες μεταφορές, η οποία τα τελευταία χρόνια γνωρίζει ιδιαίτερη αύξηση και, τέλος, για τα συστήματα και πρότυπα αυτόματης συλλογής και χρήσης δεδομένων (barcode) για τη βελτιστοποίηση της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας.

Μετά το πέρας των παρουσιάσεων και των ομιλιών ακολούθησε συζήτηση, κατά την οποία ο γενικός διευθυντής της Zeus Kiwi, Ζήσης Μανώσης, έκανε λόγο για μια εξαιρετική χρονιά για το ελληνικό ακτινίδιο, ένα ποιοτικό προϊόν που αυτήν τη σεζόν, τουλάχιστον για την εταιρεία του, κατάφερε να κλείσει με τιμές ρεκόρ.

Είπε, ακόμη, ότι η φετινή εθνική παραγωγή θα ξεπεράσει τους 400.000 τόνους και, τέλος, σημείωσε ότι δεν πρέπει ως χώρα να ποντάρουμε μόνο στο πράσινο ακτινίδιο, αλλά να σκεφτούμε την καλλιέργεια και την εμπορία του κίτρινου.

Προβλέψεις για τα πυρηνόκαρπα

Την εικόνα για την εξέλιξη της φετινής παραγωγής στα πυρηνόκαρπα στις παραγωγικές περιοχές της χώρας έδωσαν και φέτος εκπρόσωποι των αγροτικών συνεταιρισμών σε Κεντρική-Δυτική Μακεδονία και Θεσσαλία.

Αν και όλοι οι εκπρόσωποι τόνισαν ότι είναι πολύ νωρίς για τις όποιες εκτιμήσεις και πως καλύτερη εικόνα θα υπάρχει σε περίπου 15 ημέρες για τα βερίκοκα και από τα μέσα Μαΐου για τα υπόλοιπα, ο Χρήστος Γεωργίου από τον ΑΣΕΠΟΠ Τυρνάβου εκτίμησε ότι η φετινή παραγωγή, μέχρι στιγμής, δεν έχει ιδιαίτερα προβλήματα από παγετούς, είναι μια γεμάτη, όπως είπε χαρακτηριστικά, χρονιά για τα πυρηνόκαρπα, με εξαίρεση τις πρώιμες ποικιλίες βερίκοκων.

Πάντως, υπογράμμισε ότι υπάρχει μια ανησυχία, γιατί τα δέντρα δεν συμπλήρωσαν τις απαραίτητες ώρες ψύχρας τον χειμώνα. «Αν δεν υπάρχουν εκπλήξεις από ζημιές και καθώς η περιοχή μας έρχεται από ένα μεγάλο πρόγραμμα αναδιαρθρώσεων, αναμένουμε θετικές εκπλήξεις στις ποσότητες των νεκταρινιών, περίπου 10.000 τόνους από τους συνολικά 15.000 που εκτιμούμε ότι θα είναι ο φετινός όγκος παραγωγής», σημείωσε ο κ. Γεωργίου. Στα συμπύρηνα αναμένεται μια ποσότητα των 20.000 τόνων.

Ο διευθυντής της Κοινοπραξίας Συνεταιρισμών Ομάδων Παραγωγών Ν. Ημαθίας, Στέφανος Νταούκας, αναφέρθηκε στην εικόνα της κύριας παραγωγικής περιοχής πυρηνόκαρπων, σημειώνοντας ότι είναι μια ομαλή χρονιά με ελάχιστα, αλλά σημαντικά προβλήματα στις πρωιμανθείς πρώιμες ποικιλίες στα βερίκοκα και δαμάσκηνα, με ζημιές που ξεπερνούν, σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και το 80%.

Για τα ροδάκινα, εικόνα θα υπάρχει στα τέλη Μαΐου και στις αρχές του ίδιου μήνα για τα κεράσια και ευχήθηκε να είναι καλύτερη η κατάσταση σε σχέση με πέρσι. Απέφυγε να κάνει πρόβλεψη όγκου παραγωγής, τονίζοντας ότι ως κλάδος είναι απροετοίμαστοι, προκειμένου να συγκεντρώνονται συνολικά στοιχεία, τα οποία να αποτυπώνουν μια πραγματική κατάσταση στη δενδροκαλλιέργεια και ανά κατηγορία ανάπτυξης.

Τέλος, ο διευθυντής του ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού, Γιώργος Κάντζιος, αναφέρθηκε στην εικόνα της Δυτικής Μακεδονίας, τονίζοντας ότι, προς το παρόν, δεν υπάρχουν ζημιές, η παραγωγή εξελίσσεται κανονικά και τα δέντρα προχωρούν.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του και με τα μέχρι τώρα στοιχεία, ροδάκινα και νεκταρίνια στις τρεις ομάδες παραγωγών της περιοχής αναμένονται περίπου 22.000 τόνοι, εκ των οποίων οι 13.500 είναι τα ροδάκινα και 8.500 τα νεκταρίνια. Σε ό,τι αφορά το βιομηχανικό ροδάκινο, καλλιέργεια που εντοπίζεται μόνο στη Φλώρινα, ο όγκος της παραγωγής είναι μεγαλύτερος και αναμένονται περίπου 32.000 τόνοι.

Ευρωπαϊκή παραγωγή πυρηνόκαρπων

Σε ό,τι αφορά τις εκτιμήσεις για την ευρωπαϊκή παραγωγή πυρηνόκαρπων, αυτό που ειπώθηκε από τους εκπροσώπους του περιοδικού Φρουτονέα, οι οποίοι και έκαναν τις σχετικές έρευνες στις ευρωπαϊκές χώρες παραγωγής, είναι ότι σε Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία δεν υπήρχαν ακριβείς προβλέψεις, αφού είναι πολύ νωρίς για οποιαδήποτε στοιχεία. Ωστόσο, υπήρχαν κάποιες τάσεις, οι οποίες και αποτυπώνονται στον σχετικό πίνακα.

Εκτιμήσεις ευρωπαϊκής παραγωγής πυρηνόκαρπων 2024

Χώρα

Παραγωγή

Τάση

Ισπανία

130.000-150.000

Αύξηση

Ιταλία

225.000-255.000

Αύξηση

Γαλλία

100.000-120.000

Μείωση

Ευρώπη

455.000-525.000

Αύξηση

Πηγή: Φρουτονέα