Futures σκληρού σιταριού και κριθαριού λανσάρει μέσα στο 2021 το χρηματιστήριο Euronext

Νέα δεδομένα στη διεθνή αγορά του σκληρού σιταριού, τα οποία, αργά ή γρήγορα, αναμένεται να «αγγίξουν» και όλους όσοι εμπλέκονται στην αλυσίδα αξίας του προϊόντος στη χώρα μας, δημιουργεί το λανσάρισμα, εντός του 2021, των πρώτων συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) για το σκληρό σιτάρι από τη Euronext.

Πρόκειται για μια κίνηση, την οποία προετοιμάζει εδώ και περίπου τρία χρόνια ο χρηματιστηριακός κολοσσός, στο χαρτοφυλάκιο του οποίου εντάσσονται παρόμοια συμβόλαια, μεταξύ άλλων, για το μαλακό σιτάρι, το καλαμπόκι και την ελαιοκράμβη. Για τα εν λόγω αγροτικά προϊόντα μάλιστα, τα οποία, όπως και τα υπόλοιπα εμπορεύματα, διαπραγματεύονται στο Παρίσι, οι «τιμές Euronext» αποτελούν το ευρωπαϊκό σημείο αναφοράς ή, για να το θέσουμε διαφορετικά, το ευρωπαϊκό «αντίπαλο δέος» του Χρηματιστηρίου Εμπορευμάτων του Σικάγο (CME).

Ο αρχικός προγραμματισμός προέβλεπε το νέο χρηματιστηριακό προϊόν για το σκληρό σιτάρι να βγει «στον αέρα» εντός του 2020. Ωστόσο, λόγω της πανδημίας, αλλά και προκειμένου να ολοκληρωθεί η προετοιμασία του δείκτη και της αντίστοιχης συναλλακτικής πλατφόρμας, αποφασίστηκε τελικά το εγχείρημα να μετατεθεί για το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Μαζί με το σκληρό σιτάρι, θα λανσαριστούν και συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το ζωοτροφικό κριθάρι, τα οποία επίσης «δουλεύει» εδώ και αρκετούς μήνες η Εuronext.

 

«Eξόφληση συμβολαίου» αντί για «φυσική παράδοση»

Το αξιοσημείωτο είναι ότι, σε αντίθεση με τα υπάρχοντα συμβόλαια αγροτικών εμπορευμάτων της Euronext, τα οποία ενσωματώνουν την υποχρέωση παράδοσης του προϊόντος στη λήξη τους (physical delivery), oι δύο νέοι τύποι συμβολαίων (για το σκληρό σιτάρι και το κριθάρι) θα είναι «cash settled».

Σε αυτό το είδος future, για το οποίο από την Euronext τονίζουν ότι υπάρχει τα τελευταία χρόνια έντονο ενδιαφέρον από την αγορά, οι θέσεις κλείνουν πριν από τη λήξη τους με ρευστά διαθέσιμα και η εκκαθάριση δεν γίνεται με φυσική παράδοση, αλλά με μεταβίβαση χρηματικού ποσού, το οποίο προκύπτει από τη διαφορά της τρέχουσας τιμής για άμεση παράδοση (spot price) και της τιμής του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης. Αυτό είναι και το αντίτιμο που καλείται να καταβάλει ο αγοραστής ενός τέτοιου συμβολαίου.

Δεδομένα από έξι φυσικές αγορές

Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, για ένα cash settled συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης εξακολουθεί να απαιτείται κάποιο ή κάποια σημεία αναφοράς (benchmark) στις τιμές της φυσικής αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, στην περίπτωση του σκληρού σιταριού, θα αξιοποιούνται δεδομένα τιμών από τρεις ιταλικές αγορές (Bologna, Foggia, Altamura) και τρεις γαλλικές (Port-La-Nouvelle, Rouen και La Pallice), ενώ για το κριθάρι θα λαμβάνεται υπόψη η τιμή παράδοσης (DAP) του προϊόντος στo λιμάνι της Rouen. Η συγκέντρωση, η ανάλυση και η δημοσίευση των τιμών θα γίνεται από τη FinanceAgri, το κύρος και η αξιοπιστία της οποίας, σύμφωνα με την Euronext, εγγυώνται τη διαφάνεια, αλλά και την εχεμύθεια των συναλλαγών.

Στην ίδια κατεύθυνση, θα βοηθήσει και η εμπλοκή στη διαδικασία τραπεζικών ιδρυμάτων, όπως η Credit Agricole. Η μηνιαία τιμή εξόφλησης θα προκύπτει από τον μέσο όρο των τιμών για τον μήνα λήξης του συμβολαίου, που θα δημοσιεύει σε καθημερινή βάση η FinanceAgri. Ο σχεδιασμός προβλέπει στο ταμπλό να διαπραγματεύονται τέσσερις μήνες (Σεπτέμβριος, Δεκέμβριος, Μάρτιος, Μάιος) με χρονικό ορίζοντα δύο ετών, ενώ ο όγκος κάθε συμβολαίου θα είναι 50 τόνοι, με αναφορά φυσικά σε συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά (περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, υαλώδη, ειδικό βάρος).

Αντιστάθμιση κινδύνου

Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης αποτελούν ουσιαστικά μια συμφωνία για αγορά ή πώληση ενός προϊόντος σε μελλοντική χρονική στιγμή σε συγκεκριμένη τιμή. Θεωρούνται ένα χρήσιμο εργαλείο αντιστάθμισης κινδύνου (hedging) απέναντι στα διάφορα ρίσκα της αγοράς. Ως εκ τούτου, αναμένεται σε πρώτη φάση να προσελκύσουν το ενδιαφέρον κυρίως μεγάλων μεταποιητικών επιχειρήσεων (βιομηχανίες ζυμαρικών, μύλοι) οι οποίες πραγματοποιούν πωλήσεις (π.χ. σε αλυσίδες σούπερ μάρκετ) σε βάθος χρόνου και, επομένως, αναζητούν τρόπους να «κλειδώσουν» τα κοστολόγιά τους και να περιορίσουν την έκθεση στις μεταπτώσεις των τιμών.

Με αυτή την έννοια, ωστόσο, αναπόφευκτα «αγγίζουν» και όλους όσοι εμπλέκονται στην εφοδιαστική αλυσίδα του σκληρού σιταριού, από τους εμπόρους και τους μεσίτες μέχρι τους παραγωγούς. Σύμφωνα με την ίδια την Euronext, εκτός από τη βιομηχανία, το νέο χρηματιστηριακό προϊόν απευθύνεται και σε αγρότες και συνεταιρισμούς, «οι οποίοι επιθυμούν να προστατευθούν από το ρίσκο που σχετίζεται με την τιμή του προϊόντος που καλλιεργούν, αποθηκεύουν και, εν συνεχεία, πωλούν αργότερα μέσα στη σεζόν».

Οι προηγούμενες απόπειρες

Σημειωτέον ότι στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν, είχαν γίνει κι άλλες απόπειρες για τη δημιουργία ενός futures market στο σκληρό σιτάρι, από την AGREX στην Ιταλία, με την υποστήριξη του τραπεζικού οργανισμού ΙΜΙ και σημείο παράδοσης των εμπορευμάτων στη Foggia της Ιταλίας, οι οποίες όμως κυρίως λόγω του ότι επρόκειτο για μια σχετικά «ρηχή» αγορά (λιγότεροι ενδιαφερόμενοι και μάλλον χαμηλός όγκος συναλλαγών σε σχέση π.χ. με το μαλακό σιτάρι) δεν κατάφεραν εντέλει να «περπατήσουν».

Το παρόν εγχείρημα, ωστόσο, με δεδομένο ότι υλοποιείται υπό την ομπρέλα της Euronext, φαίνεται ότι έχει περισσότερες πιθανότητες να τελεσφορήσει. Φιλοδοξία του χρηματιστηριακού ομίλου είναι τα νέα συμβόλαια να αναδειχθούν στο άμεσο μέλλον «σε σημείο αναφοράς για παραγωγούς, εμπόρους, εισαγωγικές & εξαγωγικές εταιρείες, μεταποιητές, εμπόρους και χονδρεμπόρους».

Νέο συμβόλαιο μαλακού στη Μόσχα

Στο μεταξύ, στο λανσάρισμα των δικών του συμβολαίων μαλακού σιταριού προχώρησε από την περασμένη Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου το Χρηματιστήριο της Μόσχας (Moex) σε συνεργασία με τη ρωσική κρατική τράπεζα VTB.

Οι τιμές των συμβολαίων αφορούν σιτάρι με 12,5% πρωτεΐνη κατ’ ελάχιστον και 13% υγρασία για παράδοση σε σιλό του Voronezh (περιοχή μεταξύ της Μόσχας και του Ροστόφ). Ο όγκος κάθε συμβολαίου είναι 25 τόνοι και η διαπραγμάτευση είναι σε ρούβλια/τόνο για τους μήνες Μάρτιο, Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο.

Η VTB έχει εντείνει την παρουσία της στον κλάδο των σιτηρών τα τελευταία δύο χρόνια και πλέον κατέχει μετοχές, μεταξύ άλλων, σε εμπορικούς οίκους, εταιρείες logistics, αλλά και εταιρείες διαχείρισης λιμανιών.