Γεύση στα οπωροκηπευτικά με γενετική βελτίωση προσπαθεί να δώσει το ΑΠΘ

Σημαντική πρόοδος στις βιοτεχνολογικές μεθόδους για τη γενετική βελτίωση των φυτών, αλλά και στις τεχνικές επεξεργασίας για χρήση ως πολλαπλασιαστικό υλικό καλλιεργούμενων φυτών, σημειώνεται τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα με όφελος προς τον καταναλωτή.

Σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή Γενετικής του ΑΠΘ, Κωνσταντίνο Τριανταφυλλίδη, ο οποίος έχει κάνει σημαντικές έρευνες για τη γενετική δομή και τους τρόπους βελτίωσης και διαχείρισης ζώων και φυτών, όπως και για τη φυλετική καταγωγή και τη γενετική σύσταση των Ελλήνων, οι βελτιώσεις που έχουν γίνει σε φυτά και λαχανικά έως σήμερα αφορούν πώς τα προϊόντα θα έχουν μεγαλύτερη αντοχή και πώς θα μπορούσαν να έχουν όφελος οι εταιρείες και ίσως οι γεωργοί.

Οι ντομάτες που αγοράζουμε συνήθως δεν είναι γευστικές. Αυτό συμβαίνει γιατί, στη σύγχρονη εποχή, οι καλλιεργητές έχουν επικεντρωθεί σε χαρακτηριστικά όπως η απόδοση, η διάρκεια ζωής, η αντοχή στις ασθένειες και η αντοχή στο στρες

Σύμφωνα με τον κ. Τριανταφυλλίδη, αυτό που παρατηρείται τελευταία είναι η αντιστροφή της τάσης αυτής, με όφελος προς τους καταναλωτές, οι οποίοι πλέον ζητούν ποιοτικά φρούτα και λαχανικά και όχι άγευστα προϊόντα. Όπως σημειώνει, η πρόσφατη χαρτογράφηση χιλιάδων νέων γονιδίων της ντομάτας από την αποκωδικοποίηση του DNA της, καθιστά ευκολότερη την αποκατάσταση της γεύσης του καρπού και των καλλιεργούμενων ποικιλιών.

«Οι ντομάτες που αγοράζουμε συνήθως δεν είναι γευστικές. Αυτό συμβαίνει γιατί, στη σύγχρονη εποχή, οι καλλιεργητές έχουν επικεντρωθεί σε χαρακτηριστικά όπως η απόδοση, η διάρκεια ζωής, η αντοχή στις ασθένειες και η αντοχή στο στρες, χαρακτηριστικά που έχουν ιδιαίτερη οικονομική σημασία για τους καλλιεργητές, αλλά ίσως όχι για τους καταναλωτές».

Έτσι, με μεθοδολογίες γενετικής επιλογής αναπτύσσεται πλέον προσπάθεια να καλλιεργηθούν γευστικές ποικιλίες. «Η γενετική βελτίωση έχει σημασία προς ποια κατεύθυνση θα χρησιμοποιηθεί. Το καλύτερο θα ήταν να επιδιώκει το κέρδος των αγροτών και παράλληλα να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των καταναλωτών.

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να συνοδεύεται και από τη διατήρηση της γενετικής ποικιλότητας (περισσότερες παραλλαγές DNA), γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος, όταν υπάρχει περιορισμένο γενετικό αποτύπωμα, με μια ασθένεια να καταστραφεί όλη η καλλιέργεια και η παραγωγή.

Σε ό,τι αφορά τη γενετική βελτίωση των ζώων, αυτό που επισημαίνει ο κ. Τριανταφυλλίδης είναι πως η κατάσταση είναι διαφορετική, καθώς η τεχνολογία έχει προχωρήσει περισσότερο.

«Στα ζώα, ο “πόλεμος” της γενετικής βελτίωσης γίνεται όχι μόνο για την αξιοποίηση των παραγωγικών ζώων με επιθυμητά χαρακτηριστικά, αλλά και για την παραγωγή κλωνοποιημένων», κατέληξε.