Γ.Λιάρος – Γενικός Διευθυντής ΕΔΟΑΠΑ: «Να δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματα των ελέγχων»

Πληγή για την αβγοπαραγωγή παραμένουν οι ελληνοποιήσεις

Γιορτή ελληνοποιήσεων είναι το Πάσχα για το αβγό, ωστόσο, «οι ελληνοποιήσεις συμβαίνουν όλο τον χρόνο και γι’ αυτό απαιτούνται περισσότεροι έλεγχοι, επικαιροποίηση και δημοσιοποίηση του μητρώου παραγωγών, αλλά και δημοσιοποίηση των στοιχείων όσων παρανομούν», τονίζει στην «ΥΧ» ο Γιάννης Λιάρος, γενικός διευθυντής της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αβγού και Προϊόντων Αβγού (ΕΔΟΑΠΑ). Όπως ο ίδιος σημειώνει, στόχος της Διεπαγγελματικής είναι η αύξηση των μελών σε επίπεδο παραγωγού στο 60%, ώστε να μπορέσει να παρέμβει στη διαμόρφωση πολιτικών για τον κλάδο.

Στο τέλος του προηγούμενου χρόνου σημειώθηκε μια σημαντική αύξηση στον αριθμό των μελών της Διεπαγγελματικής, καθώς ενώ πριν από περίπου έναν χρόνο είχε 12 μέλη, σήμερα έχει 23. «Ο στόχος είναι η Διεπαγγελματική να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο μέχρι το τέλος του 2024. Θέλουμε να αξιοποιήσουμε τη νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία όταν έχεις το 60% και στις τρεις δραστηριότητες –παραγωγή, εμπορία και μεταποίηση– μπορεί η Διεπαγγελματική να είναι, μαζί με το υπουργείο, ο συνδιαμορφωτής των πολιτικών για τον κλάδο. Πολιτικές, που θα δεσμεύουν το σύνολο του κλάδου, ασχέτως αν κάποια επιχείρηση είναι ή όχι μέλος της Διεπαγγελματικής», αναφέρει ο κ. Λιάρος.

Πάγιο πρόβλημα οι ελληνοποιήσεις

«Το υπουργείο έκανε ανακοινώσεις για την αυστηροποίηση των ελέγχων, εφόσον ενόψει του Πάσχα υπάρχει πάντα ο φόβος να διογκωθεί το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων. Οι εισαγωγές πραγματοποιούνται αυτό το χρονικό διάστημα, προκειμένου να υπάρχει επάρκεια στην αγορά. Όμως, οι ελληνοποιήσεις είναι μια πληγή για εμάς όλο τον χρόνο», λέει στην «ΥΧ» ο Γιάννης Λιάρος. 

Όπως εξηγεί ο ίδιος, η μείωση του ζωικού κεφαλαίου άνω του 40% ασφαλώς σημαίνει μειωμένη παραγωγή. «Ένα μέρος της ζήτησης, που φτάνει το 20%-30%, πρέπει να καλυφθεί από εισαγωγές. Όταν το αβγό είναι εισαγόμενο και αναφέρεται ως εισαγόμενο, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, γιατί προφανώς και πρέπει να καλυφθεί η ζήτηση. Το ζήτημα είναι να μην πωλείται ως ελληνικό», ξεκαθαρίζει. 

Μεγάλο ποσοστό της ζήτησης του αβγού που πηγαίνει στη βιομηχανία και την εστίαση είναι εισαγόμενο, καθώς οι συγκεκριμένοι κλάδοι δεν ενδιαφέρονται για την εθνικότητα του προϊόντος. Ωστόσο, όπως φαίνεται, λόγω του ότι η παραγωγή υπολείπεται της ζήτησης, είναι εισαγόμενο και το επιτραπέζιο αβγό, χωρίς όμως να αναφέρεται ποτέ ως τέτοιο. Η βασική πύλη εισόδου είναι η Βουλγαρία, της οποίας η παραγωγή έχει, επίσης, μειωθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της γρίπης των πτηνών, αλλά η ακριβής προέλευση των αβγών που έρχονται στην Ελλάδα δεν είναι γνωστή.

Στα ίδια επίπεδα με πέρσι οι τιμές παραγωγού

Σχετικά με τις τιμές των αβγών στην πασχαλινή αγορά και όχι μόνο, ο κ. Λιάρος τονίζει ότι όσον αφορά τους παραγωγούς θα είναι ίδιες με πέρυσι. «Από την πλευρά των παραγωγών γίνεται προσπάθεια να απορροφήσουν το επιπλέον κόστος που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια, ακριβώς για να μην περάσει η αύξηση της τιμής στους καταναλωτές και να μην επηρεαστεί περαιτέρω η κατανάλωση», εξηγεί. 

Αναφορικά με το αν υπάρχει πιθανότητα ανάκαμψης της παραγωγής, ο κ. Λιάρος υπογραμμίζει ότι «αυτό είναι το ζητούμενο και αυτός είναι και ο στόχος της Διεπαγγελματικής. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα χτυπάει το τηλέφωνο στη Διεπαγγελματική και υπάρχουν άνθρωποι που ρωτούν πώς θα μπορούσαν να μπουν στην παραγωγή. Όταν, όμως, τους εξηγήσεις ποιο είναι το κόστος και ότι θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους πως θα πρέπει να πάνε κατευθείαν σε εκτατικές μορφές παραγωγής, αποθαρρύνονται».

Σύμφωνα με τις επιταγές της ΕΕ, θα έπρεπε έως το 2027 όλες οι μονάδες να έχουν μετατραπεί σε εκτατικές. Ωστόσο, λόγω των προβλημάτων που προέκυψαν, η διαδικασία σε επίπεδο ΕΕ έχει παγώσει προς το παρόν. «Όσο και αν καθυστερήσει, κάποια στιγμή θα μπούμε σε αυτήν τη διαδικασία, είναι σίγουρο. Το ζητάει και η αγορά και ο καταναλωτής. Όταν, λοιπόν, η αγορά σού ζητάει αβγό εκτός κλωβού και το 70% της παραγωγής μας είναι αβγό κλωβού, πρέπει και εσύ να ανταποκριθείς. Άρα, αν ξεκινήσεις τώρα μια επένδυση, θα πρέπει να είναι σε εκτατική μορφή», σημειώνει ο κ. Λιάρος, προσθέτοντας ότι «θα πρέπει να γίνει ό,τι είναι δυνατό για να ενισχυθεί η παραγωγή». 

Από την πλευρά της Διεπαγγελματικής ζητούνται βασικά πράγματα που έχουν σχέση με το ξεκαθάρισμα του τοπίου στον κλάδο. «Έχουμε ζητήσει να γίνει όχι μόνο επικαιροποίηση, αλλά και δημοσιοποίηση του μητρώου παραγωγών. Πρέπει και εμείς να ξέρουμε ποιοι είναι οι παραγωγοί και τι έχουν από ζωικό κεφάλαιο, αλλά πρέπει και ο καταναλωτής να ξέρει από ποιον παραγωγό αγοράζει».

Επίσης, ο κ. Λιάρος τονίζει ότι είναι αναγκαία η εκπαίδευση του καταναλωτή, ώστε να γνωρίζει τι σημαίνει η σφραγίδα του αβγού. «Υπάρχει ένας μοναδικός κωδικός που αντιστοιχεί σε κάθε παραγωγό και θα πρέπει να μπορεί να ανατρέξει για να δει ποιος είναι αυτός ο παραγωγός. Η ιχνηλάτηση δεν είναι μόνο ζήτημα ελέγχου των κρατικών υπηρεσιών, καθώς και ο καταναλωτής δικαιούται να ξέρει ποιανού το αβγό τρώει». Ο κ. Λιάρος επισημαίνει ότι η πολιτεία πρέπει, επίσης, να στηρίξει τον κλάδο, ο οποίος το προηγούμενο χρονικό διάστημα δεν έλαβε κάποια βοήθεια, σε αντίθεση με άλλους κλάδους. Θα πρέπει, επίσης, οι έλεγχοι που γίνονται να έχουν σαφή και δημοσιοποιούμενα αποτελέσματα. 

«Στόχος είναι η Διεπαγγελματική να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο μέχρι το τέλος του 2024. Θέλουμε να αξιοποιήσουμε τη νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία όταν έχεις το 60% και στις τρεις δραστηριότητες –παραγωγή εμπορία και μεταποίηση– μπορεί η Διεπαγγελματική
να είναι, μαζί με το υπουργείο, ο συνδιαμορφωτής των πολιτικών για τον κλάδο»

«Ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι έλεγχοι δεν βοηθά την ελληνική παραγωγή να λειτουργήσει σε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού. Ακόμα και όταν μαθαίνουμε για περιπτώσεις που πιάστηκε, για παράδειγμα, μια νταλίκα με 300.000 αβγά, δεν μαθαίνουμε ποτέ από πού ήρθαν αυτά τα αβγά, πού πήγαιναν και ποιος επρόκειτο να τα πουλήσει. Όταν ζητάμε τα στοιχεία, μας λένε ‘‘δεν μπορούμε να τα δημοσιοποιήσουμε όσο διαρκεί η έρευνα’’. Χρειάζεται, λοιπόν, όταν τελεσιδικούν οι όποιοι έλεγχοι και επιβάλλονται ποινές, να γίνεται και μια δημοσιοποίηση, όχι για να διαπομπεύσουμε κάποιον, αλλά γιατί υπάρχει ανάγκη να λειτουργεί με πιο καθαρούς όρους ο κλάδος. Την ίδια στιγμή που κάποιοι ελληνοποιούν αβγά, υπάρχουν επιχειρήσεις που επενδύουν και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην πάρουν ποτέ πίσω τα λεφτά της επένδυσή τους», τονίζει ο ίδιος.

Οι λαϊκές αγορές και τα «χύμα» αβγά

Την εποχή πριν από το Πάσχα αυξάνονται οι πωλήσεις «χύμα» αβγών στις λαϊκές αγορές και σε διάφορα καταστήματα.
Σε ερώτηση σχετικά με την άποψη της Διεπαγγελματικής για αυτή την αγορά, ο κ. Λιάρος απαντά: «Όσον αφορά τα αβγά που πωλούνται στις λαϊκές αγορές, το θέμα είναι αν γίνεται με τους σωστούς όρους. Αν, δηλαδή, τα αβγά αυτά έχουν τη σωστή σήμανση και αν ξέρουμε και την προέλευση. Το γεγονός, όμως, ότι συχνά ένας πολύ μικρός παραγωγός πουλάει μέσα στην εβδομάδα μεγάλες ποσότητες δημιουργεί ερωτήματα αναφορικά με το από πού προέρχονται όλα αυτά τα αβγά. Υπάρχει, επίσης, παρανόηση σχετικά με το ότι το αβγό στη λαϊκή δεν χρειάζεται να έχει σφραγίδα. Όλες οι παραγωγές πάνω από 250 κότες επιβάλλεται να έχουν σφραγίδα πάνω στο αβγό. Είναι σημαντικό να ξέρουμε ποιος είναι ο παραγωγός, γιατί τότε μπορούμε να δούμε πόσες κότες έχει και να διαπιστώσουμε αν μπορεί να πουλάει τόσα αβγά». 

Η ενημέρωση του καταναλωτή είναι πολύ σημαντική, αναφέρει ο κ. Λιάρος, και για τον σκοπό αυτόν η Διεπαγγελματική βρίσκεται σε συζητήσεις με το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για την εκπόνηση τέτοιων προγραμμάτων.