Ηνωμένο Βασίλειο: Το μέλλον του αγροτικού τομέα πιο αβέβαιο από ποτέ

Το Brexit και η κατάργηση της ΚΑΠ θέτουν ερωτήματα για το αύριο των Βρετανών

Καθώς η Μεγάλη Βρετανία προετοιμάζει το έδαφος για τη μετάβαση στη νέα εποχή των βρετανικών αγροτικών επιδοτήσεων, οι αγρότες της χώρας απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ.

Από το 2022, ορισμένοι αγρότες θα μπορούν να υποβάλουν αίτηση για την υπαγωγή τους στο νέο σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης γης (ELM), το οποίο προετοιμάζεται από τη Μεγάλη Βρετανία για να αντικαταστήσει τις αγροπεριβαλλοντικές ενισχύσεις της ΚΑΠ και αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή στα τέλη του 2024. Ωστόσο, η συγκεκριμένη συνθήκη προκαλεί ήδη προβλήματα και σοβαρές ανησυχίες για το μέλλον, δεδομένου ότι δεν είναι καν σαφές το κατά πόσο θα είναι συγκρίσιμα τα ποσά που θα διεκδικούν στο εξής οι βρετανικές εκμεταλλεύσεις.

Παρά τον σταδιακό ρυθμό της κατάργησης του Σχεδίου Βασικών Πληρωμών (BPS) της
Μ. Βρετανίας, η μετάβαση στη νέα εποχή επηρεάζει ήδη σοβαρά τους αγρότες. Αν και οι επιπτώσεις ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος της εκάστοτε εκμετάλλευσης, οι Βρετανοί αγρότες πρόκειται να λάβουν περίπου 10% λιγότερα χρήματα από το τρέχον καθεστώς το 2021 από ό,τι το προηγούμενο έτος, ενώ σχεδόν το ήμισυ των ενισχύσεων του BPS θα έχουν εξαλειφθεί έως το 2024.

«Αυτό είναι τρομακτικό, όταν συνειδητοποιεί κανείς ότι οι επιδοτήσεις της ΕΕ μπορούν να καλύψουν έως και το 90% του ετήσιου επιχειρηματικού εισοδήματος των αγροτών. Η εκμετάλλευσή μου βασίζεται στις επιδοτήσεις για περίπου το 75% του εισοδήματός της, ενώ το υπόλοιπο προέρχεται από τις πωλήσεις ζώων και εκμίσθωσης ακινήτων» αναφέρει στο The Conversation ο Πίτερ Γκίτινς, αγρότης από το Γιορκσάιρ και υποψήφιος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Χάντερσφιλντ, περιγράφοντας τα άγχη και την αβεβαιότητα που αντιμετωπίζει ο βρετανικός πρωτογενής τομέας, ενόσω η χώρα αναθεωρεί το καθεστώς επιδοτήσεών της.

Το νέο σύστημα θα επιβραβεύει τους αγρότες για την επίτευξη καλύτερων περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων μέσω βιώσιμων αγροτικών πρακτικών, πρακτικών διατήρησης οικοτόπων και συμβολής στην ανάκτηση της άγριας ζωής και των φυσικών τοπίων.

Πρόσφατα, ο Βρετανός υπουργός Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Τζορτζ Γιούστις, είχε δικαιολογήσει το σκεπτικό της μετάβασης στο νέο σύστημα, παρομοιάζοντας την ΚΑΠ με ένα «πλοίο που βυθίζεται» και ο βρετανικός πρωτογενής τομέας δεν θα πρέπει να μείνει προσκολλημένος σε αυτήν. Τι ισχύει όμως στην πραγματικότητα;

«Επιβιώνουμε χάρη στο τρέχον σύστημα»

Όπως ισχυρίζεται ο Γκίτινς, η εκμετάλλευσή του έχει επιβιώσει σε μεγάλο βαθμό επειδή το τρέχον σύστημα την ευνοεί. «Το Σχέδιο Βασικών Πληρωμών (BPS) έχει ωφελήσει αγρότες όπως εμείς, που κατέχουμε γη, ενώ τα χαρακτηριστικά του αγροκτήματός μας ταίριαξαν καλά με τα υπάρχοντα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα. Απεναντίας, η μετάβαση στο καθεστώς ELMs μπορεί να σημάνει πλήρη αποτυχία για πολλές αγροτικές επιχειρήσεις. Κάποιοι αγρότες προσπαθούν να προετοιμαστούν διαφοροποιώντας τα πάντα, άλλοι στρέφονται σε νέες καριέρες. Είμαι στην πραγματικότητα ένας από αυτούς, έχοντας ως στόχο να περάσω στη διαμόρφωση της αγροτικής πολιτικής μετά την ολοκλήρωση της διδακτορικής μου έρευνας».

Η ανάγκη για νεοεισερχόμενους

Η κυβέρνηση πρόκειται να προσφέρει στους αγρότες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ένα «εφάπαξ» σχέδιο εξόδου. «Μια αξιοπρεπής προσφορά δεν είναι τίποτα λιγότερο από αυτό που τους αξίζει, και μπορεί επίσης να ελευθερώσει τη γη, έτσι ώστε οι νεοεισερχόμενοι με επιχειρηματικές φιλοδοξίες να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους» εξηγεί ο Γκίτινς. «Μια νέα γενιά νεότερων αγροτών μπορεί να είναι σε θέση να κερδίσει περισσότερα χρήματα μέσω της απευθείας πώλησης μέσω ενός [ηλεκτρονικού] καταστήματος και της δημιουργίας εμπορικών σημάτων για τα προϊόντα τους, ιδιαίτερα εάν η ευρυζωνική συνδεσιμότητα βελτιωθεί, έτσι ώστε να μπορέσουν να δημιουργήσουν διαδικτυακές επιχειρήσεις».

Ωστόσο, δεδομένων των τεράστιων οικονομικών δυσκολιών, των προβλημάτων ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και των άλλων αντίξοων συνθηκών όπως οι καταστροφές από πλημμύρες, ο Γκίτινς προβληματίζεται για το αν ο βρετανικός πρωτογενής τομέας θα μπορέσει να προσελκύσει νεοεισερχόμενους. «Συνολικά, το μέλλον της πρωτογενούς παραγωγής στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι πιο αβέβαιο από ποτέ».

Ψυχική υγεία, η μεγαλύτερη πρόκληση

Έχοντας βιώσει την πίεση τέτοιων καταστάσεων από πρώτο χέρι, ο Γκίτινς δεν εκπλήσσεται καθόλου από τα αυξανόμενα ποσοστά αγροτών που υποφέρουν από θέματα ψυχικής υγείας. Μια πρόσφατη έρευνα σε 450 αγρότες κάτω των 40 ετών διαπίστωσε ότι το 88% των ερωτηθέντων θεωρεί την ψυχική υγεία ως τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι αγρότες, συμπέρασμα που, όπως δηλώνει, προκύπτει και από τη δική του έρευνα. Άλλες μελέτες έχουν επιβεβαιώσει υψηλά ποσοστά άγχους και αυτοκτονιών.

«Κατά την άποψή μου, η πανδημία COVID-19 ενίσχυσε αυτές τις δυσκολίες. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας, όταν πολλοί άνθρωποι επισκέπτονταν τις αγροτικές περιοχές για την καθημερινή επιτρεπόμενη βόλτα τους, οι αγρότες ανησυχούσαν ότι η ασθένεια θα μπορούσε να εξαπλωθεί στις κοινότητές τους. Αυτό έχει το δικό του νόημα αν αναλογιστείτε ότι ο μέσος όρος ηλικίας ενός αγρότη είναι τα 59 έτη και εκτιμάται ότι το 90% των αγροκτημάτων ανήκει και απασχολείται από ένα μόνο άτομο».

Οι κακές ευρυζωνικές συνδέσεις σε πολλά αγροκτήματα ήταν ένα εξίσου σημαντικό πρόβλημα κατά τη διάρκεια του λοκντάουν. «Όταν διάφορες αγροτικές κοινωνικές εκδηλώσεις διοργανώθηκαν διαδικτυακά, πολλοί αγρότες δεν μπόρεσαν να λάβουν μέρος, γεγονός που επιδείνωσε την απομόνωσή τους».