Ioύνιο του 2023 αρχίζουν να θυμίζουν οι τιμές στο σκληρό σιτάρι

Σε τροχιά επιστροφής στα προ αλωνισμού επίπεδα του 2023 μοιάζουν να έχουν εισέλθει οι τιμές του σκληρού σιταριού, με τις ιταλικές αγορές να συνεχίζουν να καταγράφουν απώλειες σε ένα περιβάλλον υποτονικής ζήτησης.

Στη νέα λίστα της Φότζια, οι τιμές της δεύτερης (ειδικό βάρος 76 kg/hl, υαλώδη 50%, πρωτεΐνη 11%) και της τρίτης κατηγορίας (ειδικό βάρος 74 kg/hl, υαλώδη 30%, πρωτεΐνη 10,5%), που είναι και πιο κοντά στις ελληνικές εξαγωγικές ποιότητες, έχασαν άλλα 10 ευρώ/τόνο, με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται πλέον στα 340-345 και 320-325 ευρώ/τόνο αντίστοιχα. Μεγαλύτερη ήταν η πτώση στην πρώτη ποιοτική κατηγορία (ειδικό βάρος 78 kg/hl, υαλώδη 70%, πρωτεΐνη 12%), η οποία απώλεσε 15 ευρώ και διαπραγματεύεται στα 357-362 ευρώ/τόνο επί αυτοκινήτου στην αποθήκη του εμπόρου.

Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, τα νούμερα αυτά δεν είχαν «γράψει» στην ελληνική αγορά, στην οποία οι τελευταίες εξαγωγικές δουλειές έγιναν στα 315 ευρώ/τόνο FOB, ωστόσο θεωρείται σίγουρο ότι τις επόμενες μέρες θα ενταθούν οι πιέσεις προκειμένου η τιμή εξαγωγής να υποχωρήσει προς την περιοχή των 300 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι, στις τελευταίες πέντε συνεδριάσεις και σε διάστημα περίπου ενός μηνός, οι τιμές της δεύτερης ποιοτικής κατηγορίας στη Φότζια έχουν υποχωρήσει 40 ευρώ, ενώ οι απώλειες για την πρώτη και την τρίτη κατηγορία φτάνουν τα 23 και 25 ευρώ αντίστοιχα.

Πτώση με υπογραφή πωλητών

Όπως προκύπτει, δε, από το ρεπορτάζ, η πτώση πλέον καθοδηγείται από το μπλοκ των πωλητών, σε μια προσπάθεια να κινητοποιηθεί η κατανάλωση και να «σπάσει» η εμπορική απραξία των τελευταίων μηνών. Αυτό, βέβαια, δεν είναι εύκολο, καθώς οι ιταλικοί μύλοι εξακολουθούν να απέχουν από νέες αγορές, έχοντας το «μαξιλαράκι» του τουρκικού σιταριού, που αγοράσθηκε ως επί το πλείστον πριν εκπνεύσει το 2023. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές του εμπορίου, από τους περίπου 1,9 εκατ. τόνους που έχει εισαγάγει μέχρι στιγμής η Ιταλία, οι 1,2-1,3 εκατ. τόνοι έχουν τριτοχωρική προέλευση, με τη μεγάλη πλειονότητα να προέρχεται από την Τουρκία.

Εφόσον η εκτίμηση αυτή ευσταθεί, μέχρι το τέλος της τρέχουσας εμπορικής σεζόν απομένουν περίπου 300.000 τόνοι εισαγωγών προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της χώρας (σ.σ. μεσοσταθμικά, οι εισαγωγές της ανέρχονται σε 2,1-2,2 εκατ. τόνους ετησίως). Το νούμερο είναι μικρό σε σχέση με τις ποσότητες που υπάρχουν ακόμα διαθέσιμες τόσο στην Ελλάδα όσο και –σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό– στον Καναδά.

Τα βλέμματα σε Τουρκία, Αλγερία

Την ίδια στιγμή, εντείνεται η φημολογία ότι μέσα στις επόμενες εβδομάδες επίκειται τουλάχιστον ένας ακόμα διαγωνισμός πώλησης από την Τουρκία, της οποίας ο Κρατικός Οργανισμός Σιτηρών (ΤΜΟ) εκτιμάται ότι έχει στα χέρια του τουλάχιστον 600.000 τόνους σκληρού εξαιρετικής ποιότητας. Υπενθυμίζεται ότι στον προηγούμενο διαγωνισμό του Φεβρουαρίου είχαν πουληθεί 150.000 τόνοι στο –ιδιαίτερα ανταγωνιστικό– εύρος τιμών από 327,51 έως 376,40 ευρώ/τόνο FOB σε τουρκικό λιμάνι.

Εντός του Μαρτίου αναμένεται να βγει στις αγορές και η Αλγερία, με διαγωνισμό προμήθειας σκληρού σιταριού παραδοτέου το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου.
Ο εν λόγω διαγωνισμός, εκτός απροόπτου, θα είναι και ο τελευταίος για φέτος για τη βορειοαφρικανική χώρα, δεδομένου ότι στα τέλη της άνοιξης αρχίζει να συγκομίζεται η εκεί παραγωγή. Σε αυτούς τους δύο επικείμενους διαγωνισμούς έχει στρέψει προς το παρόν την προσοχή της η αγορά, με την κυρίαρχη εκτίμηση να είναι ότι η πτωτική πορεία των τιμών θα συνεχιστεί.

Ο ρόλος της Τουρκίας και του καιρού

Ωστόσο, αν και οι οιωνοί δεν διαφαίνονται ευνοϊκοί, οποιαδήποτε σημερινή πρόβλεψη για την τάση τιμών της νέας σοδειάς θα ήταν παρακινδυνευμένη. Κι αυτό, γιατί, παρά την πλεονεκτική θέση στην οποία βρίσκονται αυτήν τη στιγμή οι αγοραστές, η ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης παραμένει εύθραυστη και εξαρτημένη σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις καιρικές συνθήκες που θα επικρατήσουν στις χώρες της μεσογειακής λεκάνης τους μήνες που απομένουν μέχρι τον αλωνισμό. Για παράδειγμα, ένας όψιμος παγετός στις αρχές Απριλίου στην Ιταλία –όπου, σημειωτέον, οι εκτάσεις είναι φέτος μειωμένες κατά 1,3 εκατ. στρέμματα– θα μπορούσε να αλλάξει άρδην το σκηνικό, αυξάνοντας τις ανάγκες της γειτονικής χώρας σε επίπεδο εισαγωγών και δίνοντας ώθηση στις τιμές.

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι για άλλη μια χρονιά η Τουρκία θα έχει ρόλο ρυθμιστή, με τις τελευταίες εκτιμήσεις να τοποθετούν την παραγωγή της μεταξύ 4,9 και 5,1 εκατ. τόνων, έναντι 4,3 εκατ. τόνων που συγκομίσθηκαν φέτος.