Ισπανία: Εγκαταλείπουν τις ελιές και στρέφονται στον «πράσινο χρυσό» για να επιβιώσουν

Οι ελαιώνες, τα σιτοχώραφα και οι αμπελώνες αντικαθίστανται από τα φιστίκια σε κέλυφος,
μια πιο προσοδοφόρα και ανθεκτική στην ξηρασία καλλιέργεια

Η στροφή στην καλλιέργεια του φιστικιού, ενός προϊόντος που πολλοί αποκαλούν «πράσινο χρυσό», είναι μια απόφαση που ενδέχεται να αποτελέσει σανίδα σωτηρίας από την παρακμή και την ερήμωση για μία από τις φτωχότερες περιοχές της Ισπανίας. Εκεί, οι αγρότες οργώνουν τα χωράφια με το σιτάρι και τους αμπελώνες και τα ξαναφυτεύουν με φιστίκια.

Με την τιμή παραγωγού για κάθε κιλό ελιάς στα 65 με 85 λεπτά και περίπου στα 65 λεπτά για τα σταφύλια, τα φιστίκια βρίσκονται σε εντελώς διαφορετική κατηγορία για τη βιωσιμότητα των αγροτών, κοστολογούμενα στα 6-8 ευρώ το κιλό.

«Συνήθιζα να καλλιεργώ σιτηρά, ελιές και αμπέλια, αλλά τα έχω εγκαταλείψει όλα για να καλλιεργήσω φιστίκια», δηλώνει στην Guardian ο Gustavo Adolfo Galvez, ιδιοκτήτης μιας εκμετάλλευσης φιστικιών κοντά στο Τολέδο, στην αυτόνομη περιφέρεια της Καστίλλης-Λα Μάντσα στην Kεντρική Ισπανία. «Είναι πολύ πιο κερδοφόρα και φθηνά στην παραγωγή, κάτι που σημαίνει ότι πολύ περισσότεροι αγρότες μπορούν να επιβιώσουν».

Το 1986, η περιφερειακή κυβέρνηση της Καστίλλης-Λα Μάντσα δημιούργησε ένα ερευνητικό πρόγραμμα για να αναζητήσει εναλλακτικές καλλιέργειες που θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν οι αγρότες της, λέει ο Jose Francisco Couceiro Lοpez του Περιφερειακού Ινστιτούτου Γεωργικής Έρευνας και Ανάπτυξης.

«Μόλις περάσαμε από τη θεωρία στην πράξη, απορρίψαμε σχεδόν όλες τις επιλογές, εκτός από το φιστίκι. Το προϊόν ταιριάζει σχεδόν μαγικά στο κλίμα της Καστίλλης-Λα Μάντσα. Μπορεί να αντέξει τη ζέστη και το κρύο και μπορεί να ευδοκιμήσει σε φτωχό και αβαθές έδαφος».

Τα φιστίκια μπορούν να αντέξουν την ξηρασία –ένας καθοριστικός παράγοντας για τη Λα Μάντσα– αλλά χρειάζονται άφθονο νερό κατά το στάδιο του σχηματισμού των ξηρών καρπών. Ενδεικτικά, στην Καλιφόρνια, η σοβαρή ξηρασία και οι περιορισμοί στην εκμετάλλευση των υπόγειων υδάτων απειλούν ήδη τη φετινή σοδειά.

Ωστόσο, ο Fran Figueroa, οικολόγος της Arba, της ένωσης για την αποκατάσταση των αυτοφυών δασών, επιμένει ότι πρόκειται για τη «σοδειά του μέλλοντος», η οποία άλλωστε «χρειάζεται λιγότερο νερό από τα αμύγδαλα, για παράδειγμα». Ο ίδιος υπερθεματίζει ότι η καλλιέργεια ταιριάζει γάντι στη Λα Μάντσα. Πέρυσι, η Ισπανία συγκέντρωσε 2.800 τόνους φιστικιών από 700.000 στρέμματα, σχεδόν όλα στη Λα Μάντσα. Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι νεοεισερχόμενη, σε μια αγορά που κυριαρχείται από την Καλιφόρνια, το Ιράν και την Τουρκία, που συνολικά αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% της παγκόσμιας παραγωγής.

Δεδομένου ότι η Ισπανία παραμένει μικρή παίκτρια, επιλέγει να ανταγωνιστεί τις παραπάνω χώρες στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα. Η πλειονότητα των εκμεταλλεύσεων της Λα Μάντσα είναι βιολογικές, γεγονός που δίνει στις καλλιέργειές τους προστιθέμενη αξία.

«Δεν θέλω να είμαι σοβινιστής, αλλά τα φιστίκια μας είναι τα καλύτερα στην αγορά», λέει ο Galvez. «Στο Ιράν, το προϊόν δεν είναι τόσο καλό, ούτε στην Τουρκία. Οι άνθρωποι το αναγνωρίζουν αυτό και είναι έτοιμοι να καταβάλουν το αντίτιμο».