Το καλό κρασί ξεκινάει από το καλό αμπέλι και το καλό αμπέλι από τις ορθές πρακτικές

του Θανάση Κοντελέ, γεωπόνου

Την εποχή αυτή, βρισκόμαστε σε ένα στάδιο κατά το οποίο όλοι οι αμπελουργοί πρέπει να προσέξουν τις καλλιεργητικές εργασίες, οι οποίες συνίστανται στα εξής σημεία:

✱ Η πρώτη επέμβαση είναι το βλαστολόγημα ή ξεβλάστωμα. Υπάρχουν πολλοί βλαστοί, εκ των οποίων κάποιοι βρίσκονται σε κακή θέση. Για να βελτιώσουμε την ανάπτυξη των κύριων βλαστών, απομακρύνουμε τον ανταγωνισμό των καχεκτικών.

✱ Η δεύτερη επέμβαση αφορά τα υποστηριζόμενα αμπέλια. Σε αυτά θα πρέπει να προσέξουμε τη διευθέτηση των κύριων βλαστών, που περνάμε στα παράλληλα σύρματα της υποστύλωσης. Μετά από αυτή την επέμβαση, έχουμε το κορυφολόγημα, το οποίο λαμβάνει χώρα πάντοτε μία εβδομάδα πριν από την άνθιση. Με αυτόν τον τρόπο, διευκολύνουμε την αύξηση του ποσοστού της καρπόδεσης.

✱ Η τρίτη παρέμβαση αφορά το δέσιμο και ειδικότερα όταν η ράγα έχει περίπου το μέγεθος της φακής, ώστε να κάνουμε το ξεφύλλισμα. Η διαδικασία αυτή γίνεται από την πλευρά που έχουμε την πορεία του ήλιου. Ο στόχος μας είναι να αποτρέψουμε τις ακτίνες του ήλιου να πέφτουν πάνω στις ράγες και, παράλληλα, να αερίζεται το σταφύλι. Το πλεονέκτημα μέσα από αυτήν τη διαδικασία είναι και η προστασία από μυκητολογικές προσβολές και ειδικότερα του ωιδίου, το οποίο ευνοείται από τις υψηλές υγρασίες για τη σκίαση.

Λίπανση

Από τον Νοέμβριο έως τον Ιανουάριο θα πρέπει να έχουν γίνει οι βασικές λιπάνσεις, διότι το φυτό είναι βαθύρριζο και θα πρέπει να έχει γίνει η προετοιμασία αυτή με πλήρη λιπάσματα. Στόχος είναι να καλύπτεται το φυτό με όλες τις μονάδες σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο, όπως επίσης και τα ιχνοστοιχεία.

Για την προσθήκη των κατάλληλων λιπασμάτων με τις αντίστοιχες ποσότητες, θα πρέπει να συνδυάζονται με τη φυλλοδιαγνωστική. Συνήθως, γίνεται δύο φορές στην καλλιεργητική περίοδο.

Η πρώτη πραγματοποιείται κατά την ανθοφορία, για παράδειγμα σε 10 στρέμματα παίρνουμε 50 φύλλα διάσπαρτα απέναντι από το σταφύλι, και η δεύτερη θα πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια του τρύγου ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, ώστε να προσδιορίσουμε και πάλι τις τροφοπενίες του φυτού.

Η μέχρι τώρα εμπειρία μου, χωρίς τις παραπάνω μεθόδους, έδειξε ότι θα πρέπει να κάνουμε χρήση περίπου 10 έως 12 μονάδες άζωτο το στρέμμα, 6 μονάδες φώσφορο, 8 μονάδες κάλιο και 2 μονάδες μαγνήσιο. Μαζί με τα παραπάνω, θα πρέπει να κάνουμε και χρήση ιχνοστοιχείων ανάλογα με τις ελλείψεις. Τα ιχνοστοιχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν και κατά τη διάρκεια της φυτοπροστασίας, διαφυλλικά.

Καταπολέμηση της ευδεμίδας

Ειδικά στις λευκές ποικιλίες, η καταπολέμηση της ευδεμίδας είναι ένας σημαντικός παράγοντας. Το έντομο αυτό είναι καταστρεπτικό και έχει ως αποτέλεσμα να μειώνει και να υποβαθμίζει την ποιότητα των σταφυλιών, ενώ είναι υπεύθυνη για τη βοτρύτιδα ή το σάπισμα. Μετά την ανθοφορία, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε εντομοκτόνο. Καλό, όμως, είναι να προηγηθεί τοποθέτηση παγίδων, ώστε να ελέγχουμε τον πληθυσμό του εντόμου και ανάλογα με αυτό να επέμβουμε με το εντομοκτόνο.

Τέλος, κατά την καλλιεργητική περίοδο, γίνονται και οι αντίστοιχες καλλιεργητικές φροντίδες, για την καταστροφή των ζιζανίων μεταξύ των γραμμών, αλλά και επί της γραμμής. Μπορούμε να κάνουμε χημική καταπολέμηση, αλλά και μηχανική.

Φυτοπροστασία

Κατά την έκπτυξη των οφθαλμών, κάνουμε την πρώτη επέμβαση. Χρησιμοποιούμε τα κατάλληλα σκευάσματα με την υπόδειξη των γεωπόνων, ώστε να γίνει σωστή εφαρμογή. Μετά από 10 έως 12 ημέρες, θα πρέπει να γίνει επανάληψη. Στόχος μας είναι να καλύπτουμε τους βλαστούς από τις διαχειμάζουσες μορφές του περονόσπορου και του ωιδίου.

Αυτές βρίσκονται μέσα στα λεπίδια των οφθαλμών και αναπτύσσονται όταν αυξηθούν οι θερμοκρασίες. Όταν οι βλαστοί αποκτήσουν 15 με 20 εκατοστά, κάνουμε το πρώτο θειάφισμα ή σκόνισμα. Πριν από την άνθιση, κάνουμε ένα μεικτό συνδυασμό φαρμάκων για ωίδιο και περονόσπορο υποχρεωτικά με διασυστηματικό μυκητοκτόνο, ώστε να έχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα. Κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας, κάνουμε επίπαση με θειάφι, για να καλύψουμε τον ανθό.

Οι τελευταίες έρευνες έχουν αποδείξει ότι βοηθά σημαντικά στη γονιμοποίηση, με την προϋπόθεση, όμως, η θερμοκρασία να μην υπερβαίνει τους 31 βαθμούς Κελσίου.

Η επόμενη επέμβαση με διασυστηματικό μυκητοκτόνο γίνεται όταν ο καρπός έχει μέγεθος μπιζελιού. Αν οι θερμοκρασίες μας το επιτρέπουν, μπορούμε να κάνουμε και τρίτο θειάφισμα. Προσέχουμε να μην εγκλωβιστεί θειάφι μέσα στον βόστριχο (τσαμπί), ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος να μεταφερθεί στο κρασί που μετατρέπεται σε υδρόθειο. Ανάλογα με τη θερμοκρασία και τις υγρασίες που επικρατούν, μπορούμε να επαναλάβουμε τους ψεκασμούς με αντίστοιχα μυκητοκτόνα, ώστε να έχουμε πλήρη κάλυψη του σταφυλιού από ασθένειες και, κυρίως, το ωίδιο.

Κατά το γυάλισμα στις λευκές ποικιλίες, συνήθως κάνουμε ένα προληπτικό βοτρυδιοκτόνο. Αυτό γίνεται έναν μήνα πριν από τη συλλογή και όχι αργότερα για να μην υπάρξει πρόβλημα στις ζύμες του κρασιού. Τελευταία κυκλοφορούν βιολογικά σκευάσματα, τα οποία δεν έχουν τον περιορισμό του χρόνου και ο ψεκασμός μπορεί να γίνει ακόμα και λίγες μέρες πριν από τον τρύγο.

Μετά τον τρύγο υποχρεωτικά ψεκάζουμε με χαλκό, θειάφι βρέξιμο και υδροξείδιο του χαλκού, για να χτυπήσουμε προληπτικά τον όψιμο περονόσπορο και το όψιμο ωίδιο. Αυτό διευκολύνει να παραταθεί η φιλική επιφάνεια του αμπελιού και να πέσουν τα φύλλα αργότερα. Στο διάστημα αυτό, τα φύλλα λειτουργούν και εμπλουτίζουν τις καταβολές για την επόμενη παραγωγή, με αποτέλεσμα να έχουμε μεγαλύτερα σταφύλια, άρα και καλύτερες αποδόσεις.

Το ίδιο διάστημα γίνεται και άρδευση.

Άρδευση

Μέχρι το τέλος Ιουνίου και ανάλογα με τις θερμοκρασίες που ακολουθούν, κάνουμε και την άρδευση, εάν έχουμε αυτήν τη δυνατότητα. Χρησιμοποιούμε πάντοτε τη μέθοδο της στάγδην άρδευσης, ώστε να μειώσουμε όσο μπορούμε την υγρασία περιβάλλοντος, αλλά και να εξοικονομήσουμε περισσότερο νερό.

Οι ποσότητες που θα χρησιμοποιήσουμε εξαρτώνται από το είδος του εδάφους και για κάθε πρέμνο χρειαζόμαστε περίπου 80 λίτρα νερό. Όταν έχουμε αμμουδερά εδάφη, ρίχνουμε λιγότερο νερό, αλλά συχνότερα.

Κατά το παρελθόν, υπήρχαν απόψεις ότι το πότισμα μειώνει και την ποιότητα του κρασιού. Στην πράξη, απεδείχθη ότι σε ξηροθερμικές περιοχές η έλλειψη νερού και το στρες από την υγρασία μειώνουν κατακόρυφα και την ποιότητα. Επομένως, η άρδευση είναι αναγκαία, διότι και οι βροχοπτώσεις είναι ακανόνιστες, με αποτέλεσμα να μη γίνεται ορθολογική διαχείριση του νερού.