Η ελληνική πτηνοτροφία ως κλάδος συνολικά πρόβαλε μέσα στην ιδιαίτερη οικονομική συγκυρία των τελευταίων χρόνων ισχυρές αντιστάσεις και –εν πολλοίς– τα κατάφερε. Εν μέσω πιέσεων με όρους χρηματοοικονομικών δεδομένων, μείωσης της κατανάλωσης, έντασης του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου και των αλυσίδων λιανικής, που θέλουν το κοτόπουλο ένα φθηνό προϊόν-κράχτη για τους καταναλωτές –αφού για κάθε μέρα που έχουν το κοτόπουλο σε προσφορά υπολογίζουν σε αύξηση της επισκεψιμότητας στα καταστήματά τους κατά 15%–, ένας αξιόλογος αριθμός πτηνοτροφικών μονάδων κατόρθωσε όχι μόνο να μη δει μείωση στην παραγωγή, αλλά και να κάνει λόγο για αύξηση την τελευταία πενταετία της τάξης του 3%-5%, παρουσιάζοντας θετικούς ισολογισμούς.

Οι εξελίξεις στον κλάδο

Τα τελευταία χρόνια, ο χάρτης του κλάδου δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστος από τα ισχυρά πλήγματα που δέχτηκε η οικονομία στο σύνολό της. «Από την περίοδο 2010-2012 και μετά, πέρασε και ο δικός μας κλάδος κρίση, η οποία οφειλόταν καθαρά στη μείωση του διαθέσιμου οικογενειακού εισοδήματος που περιόρισε και την κατανάλωση. Εντάθηκε ο ανταγωνισμός μεταξύ των σούπερ μάρκετ και, συνεπώς, μειώθηκαν και οι τιμές πώλησης των προϊόντων μας. Επιπλέον, το 2012 είχαμε και μία κρίση στα δημητριακά, στα οποία είχαν ανέβει πολύ οι τιμές. Άρα, όποιες εταιρείες εκείνη τη στιγμή δεν πήραν κάποια μέτρα και δεν ενισχύθηκαν κεφαλαιουχικά, αντιμετώπισαν προβλήματα», σημειώνει ο γενικός διευθυντής του ΑΣΠΙ «Πίνδος», Λάζαρος Τσακανίκας.

Το κλείσιμο της ΒΙΟΚΟΤ, της ΦΡΕΣΚΟΤ και της ΧΑΡΜΑ, η υπαγωγή στο άρθρο 99 της ΒΟΚΤΑΣ-Μαζαράκης και του συνεταιρισμού της Άρτας είναι από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις που σηματοδότησαν τις εξελίξεις.

Οι ανακατατάξεις αυτές είχαν ως αποτέλεσμα και την ανακατανομή της πίτας της αγοράς, με αποτέλεσμα σήμερα τα ποσοστά να κατανέμονται, σύμφωνα με τον κ. Τσακανίκα, ως εξής:

Πίνδος 30%, Νιτσιάκος 30%, Αμβροσιάδης 10%-12%, Συνεταιρισμός Άρτας 8%, HQF (Μιμίκος) 8% και το υπόλοιπο ποσοστό επιμερίζεται σε μικρότερες εταιρείες, με ποσοστά της τάξης του 2%-3%.

Ο ίδιος εκτιμά ότι οι εξελίξεις στο μέτωπο της Άρτας –για την οποία θεωρεί ότι θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέσα στην άνοιξη– και της ΒΟΚΤΑΣ-Μαζαράκης θα είναι καθοριστικές για τις περαιτέρω ανακατατάξεις στον κλάδο. Τάσεις για καινούργιους παίκτες δεν διακρίνει ο ίδιος, καθώς, όπως υποστηρίζει, «για να μπει κάποιος καινούργιος στην αγορά θα πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει παραγωγούς, πράγμα όχι εύκολο, γιατί παραγωγοί καινούργιοι δεν δημιουργούνται. Δεν είναι εύκολο να πας να φτιάξεις πτηνοτροφεία. Επιπλέον, ο κλάδος δεν έχει μεγάλα περιθώρια κέρδους, για να αποφασίσει κανείς να επενδύσει σ’ αυτόν».

Εντείνονται οι πιέσεις από τα σούπερ μάρκετ

Η ένταση του ανταγωνισμού μεταξύ των κυρίαρχων αλυσίδων του λιανεμπορίου, που κατέχουν σήμερα το 60% της διακίνησης κοτόπουλου, θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό και τον ανταγωνισμό στον ίδιο τον κλάδο και τη νέα χρονιά, εκτιμούν οι άνθρωποι του χώρου. Όπως σημείωσε, μιλώντας στην «Ύπαιθρο Χώρα», ο προϊστάμενος της Οικονομικής Διεύθυνσης της Αμβροσιάδης ΑΒΕΕ, Οδυσσέας Μανωλόπουλος, «η ανταπόκριση στην προσπάθεια διατήρησης ή αύξησης των μεριδίων συνεπάγεται, πολύ φοβόμαστε, περαιτέρω πίεση στις τιμές του τελικού προϊόντος».

Κερδίζει χώρο στο καλάθι του καταναλωτή το φρέσκο παρασκευασμένο κοτόπουλο
«Η ελληνική πτηνοτροφία δεν υστερεί σε τίποτα, αντίθετα είμαστε πολύ μπροστά και δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες σ’ αυτό το επίπεδο»

Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι τα σούπερ μάρκετ ζητούν αδιάλειπτα προσφορές από όλες τις εταιρείες, είτε με τη μορφή μείωσης της τιμής, είτε με άλλες παροχές, το τελικό αποτέλεσμα των οποίων είναι η μείωση του τελικού ποσοστού κέρδους. Συνδέει, μάλιστα, την ένταση των πιέσεων στην τιμή και με τη νομοθεσία για πληρωμή των προμηθευτών μέσα σε 60 ημέρες, για την οποία αναφέρει ότι «πιστεύουμε ότι σίγουρα θα προσπαθήσουν να το κερδίσουν με μία μείωση της τιμής». «Το υποψιαζόμαστε», είπε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας ότι «η λογική λέει ότι, όταν μειώνεις τον χρόνο πίστωσης, θα ζητήσεις και καλύτερη τιμή». Αυτήν τη στιγμή, σύμφωνα με τον κ. Μανωλόπουλο, ο μέσος όρος πίστωσης στα μεγάλα σούπερ μάρκετ είναι 3-4 μήνες.

«Μετά την εξαγορά του Μαρινόπουλου από τον Σκλαβενίτη, υποχρεωτικά θα κλιμακωθεί ο ανταγωνισμός στο λιανεμπόριο, γιατί θα γίνει ανακατανομή όλων των μεριδίων.

Ο Σκλαβενίτης με τα καταστήματα του Μαρινόπουλου αύξησε τον τζίρο του, αλλά το 2018 φαίνεται ότι θα ξαναμοιραστεί η πίτα. Εάν λάβουμε υπόψη ότι το 50% των επώνυμων προϊόντων, πλέον, στα σούπερ μάρκετ πωλείται με προσφορές, ένα μερίδιο της έντασης του ανταγωνισμού που μεταφράζεται σε προσφορές θα μετακυλιστεί στους προμηθευτές, άρα και στην πτηνοτροφία από την οποία, ούτως ή άλλως, ζητούν διαρκώς προσφορές», υπογραμμίζει ο Λάζαρος Τσακανίκας, για να καταλήξει ότι «είναι δύσκολο να αντισταθεί ο κλάδος, καθώς δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν συμμετέχει στις προσφορές».

Επενδύσεις και νέα προϊόντα

Παρακολουθώντας τις τάσεις της αγοράς για νέα προϊόντα και τις εξελίξεις στην τεχνολογία και στην τεχνογνωσία, για την οποία οι γνώστες του κλάδου επισημαίνουν σε όλους τους τόνους ότι η ελληνική πτηνοτροφία «δεν υστερεί σε τίποτα, αντίθετα είμαστε πολύ μπροστά και δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες σ’ αυτό το επίπεδο», οι ελληνικές εταιρείες διασταυρώνουν τα ξίφη τους στη μάχη του ανταγωνισμού.

Η Αμβροσιάδης ΑΒΕΕ βρίσκεται στη φάση υλοποίησης μια νέας μονάδας στην Κατερίνη, με έμφαση στην παραγωγή αερόψυκτου κοτόπουλου. Η επένδυση, ύψους 2,5 εκατ. ευρώ, υπολογίζεται ότι θα τεθεί σε λειτουργία τον Απρίλιο και στόχος της εταιρείας είναι να αυξήσει σε βάθος χρόνου την παραγωγική της δυναμικότητα κατά 20%-30%. «Με τη νέα επένδυση, η εταιρεία αποκτά τέτοια δυναμική, ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αγοράς για διατήρηση της μέσης ζωής του κοτόπουλου στο ράφι για μεγαλύτερο διάστημα κατά 3-4 ημέρες απ’ ό,τι το υδρόψυκτο», επισημαίνουν από την εταιρεία, της οποίας ο σχεδιασμός εστιάζει στην παραγωγή μεγαλύτερης γκάμας προϊόντων.

Μέσα στον Φεβρουάριο, η Πίνδος σχεδιάζει να παρουσιάσει μια νέα σειρά από αλλαντικά από φρέσκο κοτόπουλο στα ψυγεία όλων των σούπερ μάρκετ. Ο συνεταιρισμός συνεχίζει δυναμικά την τακτική της προώθησης νέων προϊόντων, με την παρουσία του, εκτός από το ολόκληρο και τεμαχισμένο κοτόπουλο, και σε προϊόντα όπως η κοτόπιτα, τα έτοιμα ψημένα, το ελευθέρας βοσκής, που εκτιμάται ότι χαράσσει μια πολύ καλή πορεία κ.ά.

Εξαγωγές

Μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 3%-4% της εγχώριας παραγωγής κατευθύνεται σε εξαγωγές και, κυρίως, σε βαλκανικές χώρες, όπως η Αλβανία, και λιγότερο σε ΠΓΔΜ, ενώ μεμονωμένα από κάποιες εταιρείες γίνονται περιορισμένης κλίμακας απόπειρες για εξαγωγική δραστηριότητα σε υποπροϊόντα στην Άπω Ανατολή. Οι δυνατότητες διαγράφονται εξαιρετικά περιορισμένες, καθώς το κόστος παραγωγής καθιστά το ελληνικό κοτόπουλο μη ανταγωνιστικό απέναντι σε χώρες όπως η Πολωνία, που με άλλους όρους κόστους παραγωγής έχει καταφέρει να αυξάνει κάθε χρόνο την παραγωγή της κατά 10%-15%, σημειώνει ο Λάζαρος Τσακανίκας.

Στα χρόνια που άλλοι κλάδοι της οικονομίας μετρούν σημαντικές απώλειες, η πτηνοτροφία κατάφερε όχι μόνο να μη βουλιάξει, αλλά και να δει ανάπτυξη
Στα χρόνια που άλλοι κλάδοι της οικονομίας μετρούν σημαντικές απώλειες, η πτηνοτροφία κατάφερε όχι μόνο να μη βουλιάξει, αλλά και να δει ανάπτυξη

Από μια άλλη οπτική, ο προϊστάμενος της Οικονομικής Διεύθυνσης της Αμβροσιάδης, Οδυσσέας Μανωλόπουλος, υπογραμμίζοντας και εκείνος τον ανταγωνισμό από χώρες μεγάλης παραγωγής με χαμηλά κόστη, διαβλέπει δυνατότητες βολιδοσκόπησης της αγοράς σε ασιατικές χώρες που καταναλώνεται περισσότερο κοτόπουλο λόγω θρησκείας.

Κοινός τόπος στον προβληματισμό των ανθρώπων της αγοράς είναι οι εισαγωγές, που καλύπτουν ένα ποσοστό της τάξης του 25%-30% της εγχώριας κατανάλωσης, κυρίως από Ολλανδία και Βέλγιο, κατεψυγμένων προϊόντων, και από Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία, Ιταλία, νωπών, οι οποίες διοχετεύονται σε σημεία μαζικής εστίασης και οι καταναλωτές δεν γνωρίζουν τι προέλευσης είναι, καθώς δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη από τη νομοθεσία.

Καθοριστική η διατροφή για την ποιότητα του τελικού προϊόντος

Έμφαση στη διατροφή και στη διαχείριση ως παράγοντες που επηρεάζουν καθοριστικά την ποιότητα του σφαγίου δίνουν οι ειδικοί. Όπως αναφέρεται σε άρθρο της διεθνούς εξειδικευμένης ιστοσελίδας PoultryWorld, κατανοώντας πού βρίσκονται τα κρίσιμα σημεία στον κύκλο παραγωγής κρέατος πουλερικών και επενδύοντας στη λύση κρίσιμων προβλημάτων μέσω πρακτικών εκτροφής και διαχείρισης, θα δοθεί η δυνατότητα παραγωγής καλύτερης ποιότητας κρέατος με συνακόλουθο περιορισμό των απωλειών. Η ποιότητα του κρέατος, επισημαίνεται, είναι μια ολοένα αυξανόμενη απαίτηση των διεθνών και εγχώριων αγορών. Οι παράμετροι που επηρεάζουν την ποιότητα του κρέατος είναι περίπλοκες και διατρέχουν όλη την αλυσίδα της παραγωγής. Κρίσιμες πρακτικές που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, στον βαθμό που ο τελικός στόχος είναι να παραχθεί υψηλής ποιότητας σφάγιο, είναι η διατροφή, οι συνθήκες εκτροφής-ανάπτυξης και η διαχείριση πριν από τη σφαγή.

Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται πως «η περιεκτικότητα σε διαιτητικές πρωτεΐνες δεν επηρεάζει μόνο την απόκτηση βάρους και την αποτελεσματικότητα της τροφής στα κοτόπουλα, αλλά, επιπλέον, έχουν αξιοσημείωτη επίδραση στην ποιότητα των σφαγίων (στην απόδοση του εδώδιμου κρέατος και στην περιεκτικότητα σε λίπος). Μία δίαιτα με χαμηλότερη από τη συνιστώμενη πρωτεΐνη μειώνει την απόδοση του κρέατος και αυξάνει την περιεκτικότητα σε λίπος στο σφάγιο. Η πηγή ενέργειας που χρησιμοποιείται στη διατροφή είναι, ακόμη, παράγοντας καθοριστικός για την ποιότητα του κρέατος. Το να συμπεριλαμβάνεται σόργος στη θέση του καλαμποκιού μειώνει το pH του κρέατος και, επίσης, εντείνει την ωχρότητά του».