Πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Αρχή για το Περιβάλλον (European Environment Agency – EEA) δημοσίευσε μελέτη όπου καταγράφονται οι επιπτώσεις στην Ευρώπη από ακραία καιρικά και κλιματικά φαινόμενα. Καταιγίδες, κύματα καύσωνα και πλημμύρες επέφεραν απώλειες άνω των 500 δισεκατομμυρίων ευρώ την τελευταία 40ετία (1980-2020), ενώ προκάλεσαν ανθρώπινες απώλειες έως 145.000 ανθρώπων σε όλη την ήπειρο. Από τις υλικές ζημιές, λιγότερες από το ένα τρίτο ήταν ασφαλισμένες.

Η σημασία της έρευνας είναι μεγάλη, όπως φαίνεται και από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που πλήττουν τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια με ολοένα και μεγαλύτερη συχνότητα και σφοδρότητα. Ο «Ιανός», οι παγετοί της περασμένης άνοιξης, το πρωτοφανές κύμα καύσωνα του καλοκαιριού και άλλα φαινόμενα, άφησαν έντονο το αποτύπωμά τους στον πρωτογενή τομέα, προκαλώντας ζημιές που ξεπέρασαν το 1 δισ. ευρώ.

Τα κύρια ευρήματα

Από το 1980 μέχρι το 2020 η Ευρώπη υπέστη σε ετήσια βάση και σε όλη την έκτασή της, απώλειες ανθρώπων και οικονομικές απώλειες, λόγω ακραίων καιρικών και κλιματικών φαινομένων. Το αντίκτυπο αυτών των φαινομένων ήταν διαφορετικό ανά τις ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τη μελέτη το σύνολο των οικονομικών απωλειών από καιρικά φαινόμενα και φαινόμενα που συνδέονται με τις κλιματικές συνθήκες διαμορφώθηκαν από 450 έως 520 δισ. ευρώ (σε αξία τιμών 2020) για την περίοδο 1980-2020.

Σε απόλυτους αριθμούς, τις μεγαλύτερες απώλειες υπέστη η Γερμανία, ενώ ακολούθησαν η Γαλλία και η Ιταλία. Οι μεγαλύτερες κατά κεφαλήν απώλειες καταγράφηκαν στην Ελβετία, τη Γερμανία και την Ιταλία (στοιχεία CATDAT).

Η χώρα μας κατατάσσεται ψηλά σε αυτή τη δυσάρεστη λίστα, με οικονομικές ζημίες άνω των 10 δισ. ευρώ και αυτές, χωρίς να υπολογίζονται οι μεγάλες επιπτώσεις από τα κύματα καύσωνα και τους παγετούς που σημειώθηκαν μέσα στο 2021. Στις δε ανθρώπινες απώλειες βρίσκεται ακόμα πιο ψηλά καθώς μόνο έξι από τις 11 χώρες του πίνακα είχαν περισσότερες (Βλ. Πίνακα 1).

Περίπου το 23% του συνόλου των απωλειών που καταγράφονται στη μελέτη καλύπτονταν από ασφάλιση, αν και υπήρχαν διαφοροποιήσεις από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, στη Ρουμανία και στη Λιθουανία, το ποσοστό των ασφαλισμένων ζημιών αντιστοιχούσε σε μόλις 1%. Αντίθετα, στη Δανία έφτανε το 56% και στην Ολλανδία το 55%. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν υπολογιστούν οι ζημιές που υπέστησαν οι χώρες σε σχέση με το ΑΕΠ τους, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Σλοβενία είναι αυτές με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις για την περίοδο 2005-2014.

Λόγω καύσωνα η πλειονότητα των θανάτων

Επιπλέον εύρημα είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπινων απωλειών (άνω του 85%) οφείλεται σε φαινόμενα καύσωνα. Ένα τέτοιο πανευρωπαϊκό φαινόμενο το 2003 προκάλεσε τις περισσότερες απώλειες (έως 75% του συνόλου των ανθρώπινων απωλειών λόγω καιρικών φαινομένων και κλιματικών συνθηκών, την εν λόγω 40ετία). Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά από τον εν λόγω καύσωνα, αρκετές χώρες έλαβαν μέτρα για την ανάσχεση των επιπτώσεων τέτοιων φαινομένων.

Όπως προκύπτει από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό, ο αριθμός των καταστροφών λόγω καιρικών φαινομένων αυξήθηκε την τελευταία 50ετία προκαλώντας περισσότερες οικονομικές ζημιές, αλλά λιγότερες ανθρώπινες απώλειες.

Το 60% των επιπτώσεων από μόλις το 3% των φαινομένων

Αυτό που επίσης προκύπτει από την ανάλυση που αφορά τη Γηραιά Ήπειρο είναι ότι το 3% των ακραίων καιρικών και κλιματικών φαινομένων ευθύνεται για το 60% των επιπτώσεων για την περίοδο 1980-2020. Αν και ο διαφορετικός αριθμός φαινομένων σε ετήσια βάση δυσκολεύουν την εξαγωγή συμπερασμάτων σε βάθος χρόνου, αυτό που φαίνεται από τα δεδομένα είναι ότι υπάρχει τάση αύξησης του αριθμού των φαινομένων, όσο προχωρούν οι δεκαετίες.

Συγκεκριμένα, την περίοδο 1981-1990 οι απώλειες υπολογίζονται σε 10 δισ. ευρώ ενώ τη δεκαετία 2011 – 2020 σε 14,7 δισ. ευρώ. Ο αριθμός των φαινομένων ανά δεκαετία είναι 392, 483, 799 και 1.220. Πάντως, οι ζημιές περιορίστηκαν σε απόλυτους αριθμούς μετά τη δεκαετία 2001-2010, όταν και σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες σε κόστος (13,1 δισ. ευρώ).

Πίνακας 1: Επιπτώσεις στην Ευρώπη από ακραία φαινόμενα
(περίοδος 1980 – 2020)

 

Ζημίες (σε εκατ. ευρώ)

Ανθρώπινες απώλειες

Γερμανία

107.572

39.775

Γαλλία

98.994

40.239

Ιταλία

90.061

5.098

Ισπανία

60.976

2.508

Ελβετία

16.396

6.025

Πολωνία

16.050

1.098

Ρουμανία

13.990

151

Τσεχία

13.888

1.382

Πορτογαλία

13.461

478

Αυστρία

11.353

2.219

Ελλάδα

10.394

1.603

πηγή: CATDAT

Νότια Ευρώπη
Το καλαμπόκι και άλλα δημητριακά απειλούνται με αφανισμό

Μετά τη σύναψη της Πράσινης Συμφωνίας τον Φεβρουάριο του 2021, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε μια νέα «Στρατηγική προσαρμογής» της ΕΕ στα νέα δεδομένα της Κλιματικής Κρίσης.

Ωστόσο, η τελευταία δεν αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα για μελλοντικές ζημίες και απώλειες. Επιπλέον παράγοντες είναι η αύξηση του πληθυσμού και η οικονομική ανάπτυξη ορισμένων περιοχών του κόσμου (αλλά και της Ευρώπης σε μικρότερο βαθμό) που αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις μελλοντικές οικονομικοκοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

H μοντελοποίηση των επιπτώσεων των ακραίων φαινομένων με επαρκή ακρίβεια δεν είναι πάντα εφικτή, ενώ απαιτείται η συλλογή περαιτέρω συγκρίσιμων στοιχείων, σύμφωνα με τους μελετητές. Ωστόσο, υπάρχουν επιπτώσεις που μπορούν να υπολογιστούν σε ευρύτερο πλαίσιο και συνδέονται με την Κλιματική Κρίση. Για την Ευρώπη, αυτό πραγματοποιήθηκε από μελετητές του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Κομισιόν. Η μελέτη που ακολουθεί εστιάζει στις επιπτώσεις της αύξησης της θερμοκρασίας στον πρωτογενή τομέα και ιδιαίτερα στα σιτηρά.

Επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στον πρωτογενή τομέα

Το Κοινό Κέντρο Ερευνών (JRC) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μέσω του προγράμματος «PESETA IV», μελέτησε τις επιπτώσεις της ανόδου της θερμοκρασίας έως 3 βαθμούς Κελσίου, καθώς και τον βαθμό που αυτές οι επιπτώσεις μπορούν να ανασχεθούν αν αυτή η άνοδος συγκρατηθεί στον 1,5 βαθμό. Παρακάτω αναφέρονται οι συνέπειες της ανόδου της θερμοκρασίας στον γεωργικό τομέα όπως καταγράφονται σε μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2020.

Καλαμπόκι: Απειλείται με απώλεια παραγωγής έως και 80%

Η Κλιματική Αλλαγή αναμένεται να πλήξει την παραγωγικότητα των σιτηρών και ιδιαίτερα το καλαμπόκι. Συγκεκριμένα, αναμένεται να προκαλέσει μείωση έως 11% σε περιοχές της Νότιας Ευρώπης, στην πιθανότητα αύξησης της θερμοκρασίας κατά 2 Βαθμούς Κελσίου. Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις από έλλειψη νερού για άρδευση, η μείωση των αποδόσεων στο καλαμπόκι μπορεί να φτάσει το 20% για όλη την Ευρώπη.

Μάλιστα, για ορισμένες καλλιέργειες, και σε ορισμένες χώρες κυρίως της Ν. Ευρώπης (Πορτογαλία, Βουλγαρία, Ισπανία και Ελλάδα), μπορεί να χαθεί ακόμα και το 80% της παραγωγής. Εάν συμβεί αυτό, η καλλιέργεια μπορεί να μην είναι πλέον βιώσιμη σε περιοχές με μειωμένη διαθεσιμότητα νερού. Ακόμα και η υιοθέτηση πρακτικών, όπως η αλλαγή των ημερομηνιών του αλωνισμού ή η χρήση σπόρων διαφορετικών ποικιλιών, δεν θα επαρκεί για εμποδίσει αυτές τις επιπτώσεις.

Σημαντικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην Ευρώπη

✱ Οι μεγάλες πυρκαγιές και οι εισβολές παρασίτων θα γίνουν πιο συχνές ενώ θα έχουν βαρύτερες επιπτώσεις, όπως αύξηση απώλειας βιομάζας και απώλεια άνθρακα από το έδαφος.

✱ Οι οικονομικές απώλειες από την έλλειψη ύδατος για την Ευρωπαϊκή Ένωση θα αυξηθούν σε 45 δισ. ευρώ/έτος έως το 2100, δηλαδή θα αυξηθούν πέντε φορές σε σχέση με τις σημερινές απώλειες (9 δισ. /έτος).

✱ Άνοδος της θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς Κελσίου στα σημερινά δεδομένα της οικονομίας (2020) αντιπροσωπεύουν απώλειες στο 1,4% του Ακαθάριστου Παραγόμενου Προϊόντος (ΑΠΠ) των κρατών-μελών της ΕΕ, λόγω κλιματικών επιπτώσεων (πλημμύρες ποταμών και ακτών, ξηρασία, απώλεια γεωργικής παραγωγής, προβλήματα στην παραγωγή ενέργειας). Με άνοδο 4 βαθμών Κελσίου οι οικονομικές επιπτώσεις εκτιμάται ότι θα αυξηθούν στο 1,9% του ΑΠΠ.

Ευνοημένη σε αποδόσεις και διαθέσιμο νερό η Βόρεια Ευρώπη

Στις ανακατατάξεις από την αύξηση της θερμοκρασίας, η Βόρεια Ευρώπη θα ευνοηθεί, «γνωρίζοντας» ορισμένες θετικές εξελίξεις: Η παραγωγή μαλακού σίτου που προέρχεται κυρίως από ξηρικά αγροτεμάχια αναμένεται να αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 5% στη Βόρεια Ευρώπη, λόγω συχνότερων βροχοπτώσεων. Αντίθετα, σε περιοχές της Ν. Ευρώπης αναμένεται μείωση των αποδόσεων από 12% έως και 50%, λόγω μειωμένων βροχοπτώσεων.

Ωστόσο, εδώ, η πιθανή αξιοποίηση διαφορετικών ποικιλιών μπορεί να ωφελήσει σημαντικά την παραγωγή σίτου. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τη μελέτη, οι εν λόγω επιπτώσεις στις καλλιεργητικές αποδόσεις δύνανται να μειωθούν σημαντικά αν υπάρξουν ρυθμιστικά μέτρα στις αγορές και με δεδομένο ότι σοβαρές επιπτώσεις θα υπάρξουν σε χώρες εκτός Ευρώπης. Εάν αυτό συμβεί, υπάρχει η δυναμική μιας ελαφράς αύξησης της παραγωγής στην Ευρώπη, καθώς θα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι άλλων περιοχών.

Όπως παρατηρεί κάποιος διαβάζοντας τη μελέτη, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης είναι ευνοημένες σε σχέση με την περιοχή της Μεσογείου. Επίπτωση που αναμένεται να εμφανιστεί με σφοδρότητα κυρίως στα νότια της ηπείρου είναι ότι τα αποθέματα ύδατος αναμένεται να μειωθούν έως και 40%, ενώ φαινόμενα ξηρασίας και λειψυδρίας θα συμβαίνουν με μεγαλύτερη συχνότητα. Οι επιπτώσεις θα είναι μεγάλες σε περιοχές που ήδη αντιμετωπίζουν πρόβλημα με την έλλειψη νερού. Επιπλέον, δυσάρεστη διάσταση, που αφορά και πάλι κυρίως τη Ν. Ευρώπη, είναι ότι η συχνότητα των κυμάτων καύσωνα αναμένεται να αυξηθεί δραματικά. «Αν δεν ανασχεθούν τα αίτια των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης η ανθρώπινη δραστηριότητα θα πληγεί σοβαρά καθώς οι επιπτώσεις από τον καύσωνα μπορεί να είναι από 30 έως 50 φορές βαρύτερες σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ελλάδα», αναφέρουν οι μελετητές.