Σε… πασχαλινούς ρυθµούς η αγορά των αµνοεριφίων μέχρι τα Χριστούγεννα

Ξεπέρασαν τα 8 ευρώ οι τιμές, καθώς η ζήτηση από τη Μεσόγειο περιόρισε ακόμα περισσότερο την εγχώρια προσφορά

Σε τιμές που, σε αρκετές περιπτώσεις, ξεπέρασαν τα 7 ευρώ/κιλό στο αρνί και τα 8 ευρώ/κιλό στο κατσίκι, πούλησαν οι κτηνοτρόφοι μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα (18/12) στο πλαίσιο των γιορτών.

Όπως αναφέρουν στην «ΥΧ» παράγοντες της αγοράς κρέατος, αιτία αυτής της εξέλιξης είναι οι σταθερά υψηλοί ρυθμοί των εξαγωγών, ενώ τόσο οι ίδιοι όσο και οι κτηνοτρόφοι αναφέρουν ότι από το καλοκαίρι μέχρι σήμερα η τιμή παραγωγού έχει διατηρηθεί σε σταθερά επίπεδα, γεγονός που επέτρεψε σε μεγάλη μερίδα να πουλήσουν τον αριθμό των ζώων που ήθελαν.

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι εξαιτίας του αυξημένου κόστους παραγωγής, αλλά και των δελεαστικών τιμών, στα σφαγεία δόθηκαν ζώα με χαμηλά βάρη που, υπό άλλες συνθήκες, θα παρέμεναν στους στάβλους.

Αιτία αυτής της εξέλιξης οι σταθερά υψηλοί ρυθμοί των εξαγωγών, όπως μας είπαν εκπρόσωποι της αγοράς κρεάτων. Τόσο οι ίδιοι όσο και οι κτηνοτρόφοι ανέφεραν ότι από το καλοκαίρι μέχρι σήμερα η τιμή παραγωγού διατηρήθηκε σε σταθερά επίπεδα, γεγονός που επέτρεψε σε μεγάλη μερίδα να πουλήσουν τα ζώα που ήθελαν.

Εξαιτίας του αυξημένου κόστους παραγωγής, αλλά και των δελεαστικών τιμών, στα σφαγεία δόθηκαν ζώα σε χαμηλά βάρη, που υπό άλλες συνθήκες θα παρέμεναν στους στάβλους.

Άνω του 20% η αύξηση στις εξαγωγές

Μιλώντας στην «ΥΧ», ο απερχόμενος πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Εμπόρων Κρέατος, Ιωάννης Φασουλάς, κάνει λόγο για σταθερά υψηλή ζήτηση από το εξωτερικό, καθ’ όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου και έως την περασμένη εβδομάδα: «Εκτιμώ ότι η αύξηση των εξαγωγών στα αμνοερίφια φέτος ξεπέρασε συνολικά το 20%, γεγονός που ώθησε τις τιμές προς τα πάνω.

Αυτό συνέβη διότι ο τουρισμός στις γειτονικές μας χώρες Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία πήγε καλά, με αποτέλεσμα να μειωθούν τα αποθέματά τους σε κρέας και να αναζητήσουν από τη χώρα μας. Μάλιστα, σημαντική αύξηση υπήρξε τους τελευταίους μήνες στη ζήτηση για κατσικάκι».

Όπως εξηγεί ο ίδιος, τα χαρακτηριστικά των ζώων που προτιμήθηκαν από τις εν λόγω αγορές ήταν να είναι μίνιμουμ πέντε κιλά και να έχουν συγκεκριμένη ανοιχτόχρωμη απόχρωση κρέατος: «Ισπανία και Πορτογαλία ζητούσαν ζώα από πέντε έως επτά κιλά.

Η Ιταλία ζητάει λίγο πιο μεγάλα, από έξι έως εννιά στη μία κατηγορία και από οκτώ έως δέκα στην άλλη (με, ή χωρίς κεφάλι και συκώτι)». Όπως επισημαίνει ο ίδιος, από τις αρχές της τρέχουσας εβδομάδας υπάρχει μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό, γεγονός που, σε συνδυασμό με την αδυναμία της εσωτερικής αγοράς να απορροφήσει τα σφάγια, έχει επιπτώσεις στην τιμή παραγωγού. Κατά τον κ. Φασουλά, απούλητα θα μείνουν ζώα κυρίως σε νησιωτικές περιοχές της χώρας, αρκετά από αυτά στην Κρήτη.

Ασύμφορο να κρατηθούν τα μικρά ζώα

Όπως δηλώνει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Δημητριακών και Κτηνοτροφικών Προϊόντων Καστοριάς, Δημήτρης Μόσχος, «τις τελευταίες ημέρες, οι τιμές έχουν πέσει μισό ευρώ/κιλό ή και περισσότερο. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι οι πιο πολλοί κτηνοτρόφοι πρόλαβαν και έδωσαν τα ζώα τους, αν και θα πρέπει να δούμε σε ποια τιμή θα αμειφθούν ορισμένοι που έκλεισαν ζώα τις προηγούμενες μέρες, αλλά αυτά θα κατευθυνθούν στην εσωτερική αγορά».

Ο ίδιος συμπληρώνει ότι το ιδιαίτερα αυξημένο κόστος παραγωγής των κτηνοτροφικών μονάδων εξανέμισε το όφελος από τη σημαντική αύξηση τιμών. Ο κτηνοτρόφος από τη Λάρισα, Μιχάλης Τζιότζιος, δηλώνει στην «ΥΧ»: «Η περίοδος ήταν καλή, προσωπικά έδωσα ορισμένα κατσικάκια ακόμα και στα 9 ευρώ. Υπήρχε υψηλή ζήτηση από το εξωτερικό για μικρά αρνιά και κατσίκια. Έφυγαν πολλά ζώα για Ισπανία και Ιταλία με βάρος στα έξι κιλά κατά μέσο όρο».

Ικανοποιημένοι από την εξέλιξη της αγοράς αμνοεριφίων δηλώνουν στην «ΥΧ» ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Κόφινα, Γιώργης Ξυλούρης, στο Ηράκλειο και ο παραγωγός Γιώργης Βενιεράκης, από την ΑΣΕΑΡ στο Ρέθυμνο. Αμφότεροι κάνουν λόγο για τιμές πάνω από 6 ευρώ/κιλό στα αρνιά.

«Λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής, έφυγαν για τα σφαγεία ακόμα και ζώα κάτω από πέντε κιλά, καθώς οι παραγωγοί έκριναν ότι ήταν ασύμφορο να τα κρατήσουν και να τα ταΐζουν», αναφέρει ο κ. Βενιεράκης.