Πλουσιότεροι οι λαϊκατζήδες από δικηγόρους και υδραυλικούς

Τα ευτράπελα που προκύπτουν από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ για τους τζίρους των ελ. επαγγελματιών

Οσμή φοροδιαφυγής αναδύουν τα στοιχεία για τους μέσους τζίρους των ελεύθερων επαγγελματιών με ατομικές επιχειρήσεις που έδωσε στη δημοσιότητα η ΑΑΔΕ και τα οποία θα ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό του ετήσιου τεκμαρτού εισοδήματος.

Όπως προκύπτει από αυτά, ένας μεγάλος αριθμός επαγγελματιών δήλωσε και το 2023 ιδιαίτερα χαμηλά ακαθάριστα έσοδα, προσβλέποντας προφανώς σε μια εξίσου χαμηλή φορολογική επιβάρυνση. Εξόχως αποκαλυπτικά είναι, δε, τα στοιχεία για κλάδους, οι οποίοι εδώ και χρόνια βρίσκονται στο στόχαστρο της φορολογικής διοίκησης ως ύποπτοι για φοροαποφυγή. Ενδεικτικά, δικηγόροι, ηλεκτρολόγοι, μαραγκοί και υδραυλικοί εμφανίζουν παρεμφερείς ή και μικρότερους τζίρους από τους πωλητές λαϊκών αγορών, ενώ ακόμα χαμηλότερα είναι τα έσοδα των αρχιτεκτόνων.

Μιλώντας με αριθμούς:

✱ Δικηγόροι (Νομικές δραστηριότητες): Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, το 2022 στον κλάδο δραστηριοποιούνταν 35.967 φυσικά πρόσωπα με τζίρο 22.890 ευρώ ετησίως ή 1.907 ευρώ/μήνα κατά μέσο όρο.

✱ Υδραυλικοί (Υδραυλικές και κλιματιστικές εγκαταστάσεις θέρμανσης και ψύξης): Στον κλάδο δραστηριοποιούνταν 8.506 επαγγελματίες με ακαθάριστα έσοδα 29.463 ετησίως ή 2.455 ευρώ/μήνα.

✱ Ηλεκτρολόγοι (Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις): Το 2022 ανέρχονταν σε 8.473 φυσικά πρόσωπα με μέσο τζίρο 32.635 ευρώ ετησίως ή 2.720 ευρώ/μήνα.

✱ Μαραγκοί (Ξυλουργικές εργασίες): Οι 4.994 επαγγελματίες δήλωσαν κατά μέσο όρο ακαθάριστα έσοδα 32.913 ευρώ ή 2.742 ευρώ/μήνα.

✱ Πωλητές λαϊκών αγορών (Λιανικό εμπόριο τροφίμων, ποτών και καπνού σε υπαίθριους πάγκους και αγορές): Ανέρχονταν σε 3.972 και έκαναν τζίρο 32.544 ευρώ ή 2.712 ευρώ/μήνα.

Σημειώνεται ότι η λίστα που έδωσε στη δημοσιότητα η ΑΑΔΕ δεν περιλαμβάνει ΚΑΔ με αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς, όπως έχει αναφέρει σε σχετικά ρεπορτάζ η «ΥΧ», σε αυτές τις περιπτώσεις δεν εφαρμόζεται ο τεκμαρτός προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος. Ωστόσο, παρατίθενται στοιχεία από άλλους κλάδους της ευρύτερης αγροδιατροφικής αλυσίδας αρκετά από τα οποία παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Ειδικότερα:

✱ Eμπορικοί αντιπρόσωποι που μεσολαβούν στην πώληση γεωργικών πρώτων υλών, ζώντων ζώων, κλωστοϋφαντουργικών πρώτων υλών: Σε πλήθος 403 επαγγελματιών, ο τζίρος ανήλθε το 2022 σε 72.466 ευρώ κατά μέσο όρο.

✱ Χονδρικό εμπόριο σιτηρών, ακατέργαστων καπνών, σπόρων και ζωοτροφών: Οι 2.243 επαγγελματίες του κλάδου δήλωσαν τζίρο 241.853 ευρώ κατά μέσο όρο.

✱ Κατασκευαστές γεωργικών και δασοκομικών μηχανημάτων: Στον κλάδο δραστηριοποιούνταν 267 φυσικά πρόσωπα με ακαθάριστα έσοδα 104.638 ευρώ.

✱ Ενοικιαστές και εκμισθωτές γεωργικών μηχανημάτων και εξοπλισμού: Οι μόλις 39 επαγγελματίες του κλάδου δήλωσαν τζίρο 15.283 ευρώ.

✱ Χονδρέμποροι φρούτων και λαχανικών: Oι 2.801 επαγγελματίες του χώρου δήλωσαν ακαθάριστα έσοδα 232.235 ευρώ.

✱ Χονδρέμποροι κρέατος και προϊόντων κρέατος: Σε σύνολο 2.135 επαγγελματιών ο τζίρος ανήλθε σε 141.974 ευρώ.

✱ Μανάβηδες (Λιανικό εμπόριο φρούτων και λαχανικών σε εξειδικευμένα καταστήματα): Τα 2.921 φυσικά πρόσωπα δήλωσαν τζίρο 83.766 ευρώ.

✱ Κρεοπώλες (Λιανικό εμπόριο κρέατος και προϊόντων κρέατος σε εξειδικευμένα καταστήματα): Οι 4.880 επαγγελματίες του χώρου δήλωσαν τζίρο 136.185 ευρώ.

✱ Ιχθυοπώλες (Λιανικό εμπόριο ψαριών, καρκινοειδών, μαλακίων σε εξειδικευμένα καταστήματα): τα 1.577 φυσικά πρόσωπα δήλωσαν τζίρο 72.223 ευρώ.

✱ Λειτουργία γαλακτοκομείων και τυροκομία: Οι επαγγελματίες του κλάδου ανέρχονταν σε 327 με ακαθάριστα έσοδα 220.832 ευρώ.

Aπό τους συναφείς με την αγροτική παραγωγή κλάδους, οι παραγωγοί παρασκευασμένων τροφών για ζώα που εκτρέφονται σε αγρόκτημα εμφανίζουν τον υψηλότερο μέσο τζίρο, που ανέρχεται σε 484.631 ευρώ. Μάλιστα, η εν λόγω κατηγορία επαγγελματιών είναι τρίτη στη σχετική κατάταξη μετά τους πρατηριούχους καυσίμων (λιανικό εμπόριο καυσίμων κίνησης σε εξουσιοδοτημένο κατάστημα), με τζίρο 772.275 ευρώ κατά μέσο όρο, και τους χονδρεμπόρους προϊόντων καπνού, με πάνω από 1,295 εκατ. ευρώ.

Πώς βγαίνει το τεκμαρτό

Ο μέσος όρος των ακαθάριστων εσόδων χρησιμοποιείται, όπως προαναφέρθηκε, για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού εισοδήματος των ελεύθερων επαγγελματιών. Ειδικότερα, γίνεται προσαύξηση 5% επί του ποσού κατά το οποίο ο κύκλος εργασιών του φορολογούμενου υπερβαίνει τον μέσο ετήσιο κύκλο εργασιών του ΚΑΔ στον οποίο δραστηριοποιείται. Για παράδειγμα, αν ο μέσος τζίρος του ΚΑΔ ανέρχεται σε 25.000 και τα ακαθάριστα έσοδά του είναι 35.000 ευρώ, η προσαύξηση 5% εφαρμόζεται στη διαφορά των 10.000 ευρώ. Έτσι, αν το τεκμαρτό του εισόδημα είναι π.χ. 17.000 ευρώ θα προστεθούν 500 ευρώ, οπότε το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα θα ανέλθει σε 17.500 ευρώ.