Τι προβλέπουν οι ειδικοί μέχρι το τέλος του έτους για το αγελαδινό γάλα

Οι επιπτώσεις στην ΕΕ λόγω ζωοτροφών και οι προοπτικές για άνοδο τιμών

Το περιοδικό feedstrategy συγκέντρωσε δεδομένα των τελευταίων μηνών στη γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία, συνομίλησε με ειδικούς και προχώρησε σε ορισμένες προβλέψεις για τους επόμενους μήνες της σεζόν που διανύουμε.

Αν και οι διεθνείς εξελίξεις έχουν διαφορετικό αντίκτυπο ανάλογα με την περιοχή και τα χαρακτηριστικά των εκμεταλλεύσεων, ορισμένα συμπεράσματα παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο όσο και για τις ελληνικές εκμεταλλεύσεις. Όπως αναμενόταν, τα προβλήματα των μονάδων με το υψηλό κόστος των ζωοτροφών λόγω του πολέμου βρίσκονται στο επίκεντρο και αυτής της ανάλυσης.

Ποιο θετικό στοιχείο βλέπουν οι ειδικοί στη σχέση ποσότητας – τιμής

«Παρά το γεγονός ότι οι τιμή παραγωγού παρουσιάζει αυξητική τάση και πιθανώς να συνεχίσει να παρουσιάζει, η παραγωγή γάλακτος δεν αυξάνεται», αναφέρεται στην έκθεση του περιοδικού.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ στην Ελλάδα, το πρώτο πεντάμηνο του 2022 η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος μειώθηκε κατά 3% ανά εκμετάλλευση, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Αντίστοιχα στην τιμή παραγωγού καταγράφεται αύξηση άνω των 6 λεπτών/κιλό παραγόμενου γάλακτος σταθερά για κάθε μήνα του εν λόγω πενταμήνου.

Σημαντικό ζήτημα με επιπτώσεις στην παραγωγή γάλακτος αποτελεί, κατά τη Rabobank, η φτωχή ποιότητα των σιτηρεσίων των ζώων, ιδιαίτερα στην Αμερική και στην Ευρώπη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παραγωγοί προτιμούν να εστιάσουν στην οικονομική τους βιωσιμότητα και όχι στην αύξηση της παραγωγής τους, όσο βλέπουν ότι το κόστος των ζωοτροφών συνεχίζει να αυξάνεται».

Όλα αυτά, βέβαια, επηρεάστηκαν και επηρεάζονται καθοριστικά από τον ρωσοουκρανικό πόλεμο, που εκτίναξε τις τιμές των πρώτων υλών και της ενέργειας στα ύψη και σύμφωνα με τη Rabobank δημιουργεί ένα πληθωριστικό σπιράλ που καταλήγει στις τιμές του παραγωγού.

«Οι κτηνοτρόφοι θα συνεχίσουν να παλεύουν με την αβεβαιότητα και την αστάθεια της αγοράς ζωοτροφών, γεγονός που δυσκολεύει πολύ τη δυνατότητα των μονάδων να διατηρήσουν την κερδοφορία τους. Όλοι οι ειδικοί καταλήγουν στο κοινό συμπέρασμα ότι το κόστος των ζωοτροφών αποτελεί τον νούμερο ένα παράγοντα επιβάρυνσης του κόστους παραγωγής.

Ωστόσο, ο Ben Laine, οικονομικός αναλυτής της RaboResearch, θεωρεί ότι αυτή είναι μια περίοδος που οι παραγωγοί μπορούν να επωφεληθούν από τις υψηλές τιμές παραγωγού:

«Οι τιμές παραγωγού είναι σε επίπεδο που αρκούν για να απορροφήσουν την αύξηση του κόστους παραγωγής», αναφέρει ο αναλυτής, έχοντας προφανώς στο μυαλό του εκμεταλλεύσεις με πολύ μεγαλύτερα μεγέθη σε σχέση με την ελληνική, αλλά ακόμα και την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

Πάντως, παρουσιάζει ενδιαφέρον το σχόλιο του ιδίου για την τάση που παρατηρείται για στροφή σε φθηνότερα σιτηρέσια, γεγονός που κατά τον αναλυτή είναι μια λανθασμένη πρακτική: «Οι αγελαδοτρόφοι αντιμετωπίζουν υψηλά κόστη για τα σιτηρέσια των ζώων τους και θα πρέπει να προσέξουν να μην παρασυρθούν από τον πειρασμό να ταΐζουν λιγότερο τα ζώα τους.

Η διατήρηση της παραγωγής σε σταθερά επίπεδα είναι σημαντική, ώστε να πιάσουν τα υψηλά κλιμάκια των τιμών. Αντί να προσπαθούν να κόψουν κόστη, θα πρέπει να αναζητήσουν τρόπους να ενσωματώσουν περισσότερη προστιθέμενη αξία. Τόσες και τόσες φορές, όταν αυξάνεται το κόστος της αγοράς ζωοτροφών, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό των παραγωγών είναι να αφαιρέσουν ορισμένα πρόσθετα που μπορεί να μη θεωρούνται τόσο αναγκαία. Ωστόσο, είναι προτιμότερο να έχεις μια φιλοσοφία που προσανατολίζεται στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας», σημειώνει.

Σύμφωνα με τον διδάκτορα Ζωικής Παραγωγής του ΑΠΘ και στέλεχος μεγάλης επιχείρησης εμπορίας ζωοτροφών, Ιωάννη Καϊμακάμη, «και στη χώρα μας παρατηρούμε αντίστοιχα παραδείγματα, όπου αγελαδοτρόφοι έχουν προβεί σε αφαίρεση προσθετικών από το σιτηρέσιο των ζώων τους, όπως αμινοξέα, βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, ζύμες και έλαια φυτικής προέλευσης.

Ωστόσο, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτές οι πρακτικές είναι βραχείας διάρκειας, καθώς αν εφαρμοστούν σε μεγάλη διάρκεια, θα οδηγήσουν σε επιπτώσεις, πέραν της ελάττωσης της παραγωγής και της υποβάθμισης των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών του γάλακτος, που θα επηρεάσουν, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, εκτός από την παραγωγικότητα, και την ευζωία των ζώων».

Προ των πυλών, οι παρεμποδιστές, όμως οι αγρότες ζητούν άμεσες λύσεις

Η καινοτομία και οι νέες τεχνολογίες πρόσθετων στις ζωοτροφές δίνουν ελπίδα στους παραγωγούς ότι θα καταφέρουν να διατηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για το περιβάλλον στη νέα ΚΑΠ.

Όπως δηλώνει ο αντιπρόεδρος της εταιρείας ερευνών DPI Global, Mike Rincker, «η βιωσιμότητα και η κλιματική αλλαγή σαφώς και αποτελούν βασικά θέματα συζήτησης για τους εμπλεκόμενους στην παραγωγή αγελαδινού γάλακτος, αλλά σε επίπεδο εκμετάλλευσης οι παραγωγοί δίνουν βάρος, από τη μία πλευρά, στο πώς θα βρουν ισορροπία μεταξύ της αξίας που μπορεί να δημιουργηθεί από τη βιωσιμότητα και, από την άλλη, πώς θα επηρεαστεί η κερδοφορία τους.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για όσους εξετάζουν το ενδεχόμενο να εφαρμόσουν νέες τεχνολογίες για να μειώσουν τις εκπομπές τους». Ο αναλυτής Ben Lain από τη Raboresearch έχει ασχοληθεί με τα πρόσθετα ζωοτροφών, που υπόσχονται να μειώνουν σημαντικά αυτές τις ποσότητες αερίων που παράγονται από τα ζώα. «Τα πρόσθετα δείχνουν μεγάλες δυνατότητες σύμφωνα με τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και θα αρχίσουν να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον τα επόμενα χρόνια».

Η Emma Song, επικεφαλής του τεχνικού τμήματος της Wuhan Sunhy Biology στην Κίνα, προσθέτει ότι υπάρχουν διάφορα πρόσθετα, τα οποία θα μπορούν να αξιοποιούν οι κτηνοτρόφοι για να μειώνουν τις εκπομπές των μονάδων τους. «Για παράδειγμα, υπάρχουν ένζυμα που μπορούν να βελτιώσουν τη διαδικασία της πέψης και της πρόσληψης θρεπτικών συστατικών. Ο παρεμποδιστής ουρεάσης είναι ένα από αυτά».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Αμερικανικής Αρχής για το Περιβάλλον και του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, αν και οι Αμερικανοί αγελαδοτρόφοι παράγουν 51% περισσότερο γάλα σε σχέση με το 1990, οι εκπομπές αερίων ανά μονάδα παραγωγής γάλακτος είναι μειωμένες κατά 26%.

Ο Curtis Harms, περιφερειακός διευθυντής της DVM, που δραστηριοποιείται στην παραγωγή πρόσθετων για ζωοτροφές, σημειώνει: «Η βιομηχανία γάλακτος έχει κάνει μεγάλη πρόοδο στη διαχείριση της σίτισης των ζώων. Η βελτίωση στη σύνθεση των σιτηρεσίων θα συνεχίσει να συντελεί στην ανάσχεση των εντερικών εκπομπών των ζώων με πρόσθετα που έχουν περάσει επιτυχώς το στάδιο της έρευνας και μπορούν να εφαρμοστούν σε διάφορες στρατηγικές επιλογές».

Παράθυρο για ακόμα πιο υψηλές τιμές, λόγω μειωμένης παραγωγής

Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα αυξημένα μεταφορικά κόστη και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα θα επηρεάσουν αρνητικά τις εξαγωγές γάλακτος. «Η αύξηση που σημειώθηκε παγκοσμίως στις εξαγωγές γάλακτος το 2021 είναι απίθανο να επαναληφθεί το 2022, καθώς το έλλειμμα στις διαθέσιμες ποσότητες θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση του πλεονάσματος εξαγωγών των «Big 7», των επτά δηλαδή εξαγωγικών δυνάμεων διεθνώς, που είναι οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Νέα Ζηλανδία, η Αυστραλία, η Βραζιλία, η Αργεντινή και η Ουρουγουάη. Σύμφωνα με τον Curtis Harms, «η επιβράδυνση παγκοσμίως στην παραγωγή γάλακτος αναμένεται να συνεχιστεί, δημιουργώντας νέα ελλείμματα, εξαιτίας των αυξανόμενων τιμών στις ζωοτροφές.

Η έλλειψη γάλακτος λογικά θα έχει θετικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση της τιμής παραγωγού στις ΗΠΑ, αλλά θα εξαρτηθεί και από τη δύναμη του δολαρίου και τη ζήτηση για γάλα διεθνώς».

Οι ειδικοί εντοπίζουν, επίσης, πρόβλημα και στην έλλειψη διαθεσιμότητας του παλμιτικού οξέος, μιας ουσίας που χρησιμοποιείται εδώ και αρκετά χρόνια ως πηγή λίπους στη δίαιτα των ζώων.

«Απαραίτητοι οι εργάτες, παρά την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών»

Παρά την αξιοποίηση τεχνολογιών αυτοματοποίησης, με ρομποτικά συστήματα και τεχνολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης, «εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη ανάγκη για την εύρεση προσωπικού ιδιαίτερα με ειδίκευση και προσόντα», καταλήγει η έρευνα.

Σε ό,τι αφορά τις φορητές τεχνολογίες στις αγελάδες, όπως είναι τα περιλαίμια που καταγράφουν τις ζωτικές ενδείξεις των ζώων, αλλά και τους παραγωγικούς τους δείκτες, αποκτούν όλο και μεγαλύτερο κοινό από παραγωγούς που στοχεύουν με αυτόν τον τρόπο να βελτιώσουν την αποδοτικότητα των μονάδων τους.

Μεγάλη η πρόκληση για τη βιώσιμη κτηνοτροφία

«Τη στιγμή που οι αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις έρχονται αντιμέτωπες εδώ και αρκετούς μήνες με σημαντικά υψηλότερα κόστη παραγωγής και ελλείψεις εργατικού δυναμικού, η προσπάθεια για να μειωθούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου έχει ξεκινήσει», αναφέρεται στην έκθεση.

Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά, όπως έδειξαν οι πρόσφατες κινητοποιήσεις δεκάδων χιλιάδων Ολλανδών κτηνοτρόφων που θεωρούν ότι οι νέες υποχρεώσεις για μείωση των εκπομπών των αερίων τους οδηγούν στο κλείσιμο των μονάδων τους.

Η πρόταση νόμου της ολλανδικής κυβέρνησης προβλέπει μείωση των εκπομπών αερίων κατά 50% έως το 2030 και πρακτικά ωθεί τους αγελαδοτρόφους στη μείωση του ζωικού τους κεφαλαίου.

Μάλιστα, οι κυβερνώντες διατείνονται ότι όσες μονάδες δεν προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα θα οδηγηθούν σε λουκέτο.

 

Οι 20 μεγαλύτερες επιχειρήσεις γάλακτος παγκοσμίως (2021)

Lactalis

Γαλλία

Nestle

Ελβετία

Dairy Farmers of America

ΗΠΑ

Danone

Γαλλία

Yili

Κίνα

Fonterra

Ν. Ζηλανδία

FrieslandCampina

Ολλανδία

Arla Foods

Δανία/Σουηδία

Mengniu

Κίνα

Saputo

Καναδάς

Unilever

M. Bρετανία

DMK

Γερμανία

Meiji

Ιαπωνία

Savencia

Γαλλία

Kraft Heinz

ΗΠΑ

Αgropur

Kαναδάς

Sodiaal

Γαλλία

Gujarat Cooperative

Ινδία

Shreiber Foods

ΗΠΑ

Muller

Γερμανία

Πηγή: Rabobank