Πρόγραμμα Νέων Αγροτών για το πεπόνι

Η «χρυσή» παραδοσιακή καλλιέργεια του πεπονιού, που μεταξύ των δεκαετιών του ‘60 και του ‘80 μετρούσε 40.000 στρέμματα στις παρέμβριες περιοχές του Τυχερού και του Πέπλου Έβρου, παρά τις προσπάθειες γεωπόνων και ορισμένων αγροτών να αναβιώσει, δεν καταφέρνει να φτάσει ούτε τα 1.000 στρέμματα.

Φέτος, εν αναμονή της προκήρυξης για το πρόγραμμα των Νέων Αγροτών, αυξήθηκαν οι καλλιεργούμενες εκτάσεις από 500 σε 700 στρέμματα. Ο γεωπόνος και καλλιεργητής, Βαγγέλης Δέδογλου, μεταφέρει με δυσαρέσκεια ότι «δεν υπάρχει κάποιο άλλο κίνητρο που να δικαιολογεί την αύξηση των εκτάσεων», ελπίζοντας όσοι νέοι επιλέξουν το πεπόνι λόγω του προγράμματος, να το εντάξουν στον καλλιεργητικό σχεδιασμό των ερχόμενων ετών.

Ευαίσθητο και ευάλωτο

Τα τελευταία χρόνια, η καλλιέργεια βάλλεται από την αστάθεια του καιρού και τις ασθένειες. Οι καλλιεργητές του πεπονιού παραμένουν τα ίδια άτομα και αυξομειώνουν τα στρέμματα.

Ο κ. Δέδογλου θυμίζει και επικροτεί το παλαιότερο μέτρο διατήρησης καλλιεργειών που κινδυνεύουν από γενετική διάβρωση, όπου ανήκε και το πεπόνι. Υποστηρίζει τη λύση μιας συνδεδεμένης ενίσχυσης για το πεπόνι ώστε να στηριχθεί η καλλιέργεια, όπως επίσης να συμπεριλάβει ο ΕΛΓΑ συγκεκριμένες ασθένειες που το προσβάλλουν, ώστε να αποζημιώνονται οι παραγωγοί, ειδικά όσοι μένουν πιστοί στη διάσημη «χρυσή κεφαλή».

«Πολλές χρονιές στη “χρυσή κεφαλή” δεν παίρνουμε παραγωγή, λόγω των αντίξοων καιρικών συνθηκών. Είναι ευαίσθητη σε ασθένειες εδάφους, όπως το φουζάριο, και δεν θέλουμε να το καταπολεμήσουμε με ισχυρά μυκητοκτόνα, γιατί θα χάσει την έννοια της παραδοσιακής καλλιέργειας».

Η αντιμετώπιση του εν λόγω μύκητα, που προκάλεσε και την υποχώρηση της καλλιέργειας τη δεκαετία του ‘80, επιχειρείται με οικολογικές μεθόδους, όπως είναι οι πλημμύρες που προκαλούν υδροαπολύμανση.

Ο κ. Δέδογλου παρατηρεί τα τελευταία χρόνια μια αστάθεια στα καιρικά φαινόμενα την άνοιξη και στις αρχές καλοκαιριού, με αποτέλεσμα η καλλιέργεια να γίνεται οψιμότερη, κάτι που μάλιστα το επιδιώκουν. Σπέρνουν όταν σταθεροποιείται ο καιρός, κάπου στα μέσα Ιουνίου, ώστε το πεπόνι να ωριμάζει αντί για τις αρχές στα μέσα Σεπτέμβρη. Θεωρεί ότι είναι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αλλά και των ασθενειών που ευνοούνται από την υγρασία.

Εξάλλου, η οψίμιση διευκολύνει το έθιμο των Εβριτών να συμπεριλαμβάνουν στο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι πεπόνι. Παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η διάσημη «χρυσή κεφαλή», συγκριτικά με ποικιλίες όπως το «κρεμαστό», οι παραγωγοί επιμένουν να την καλλιεργούν σε μεγαλύτερη έκταση, γιατί είναι δεμένοι συναισθηματικά.

Επιπλέον, διατηρεί τα πλεονεκτήματά της, όπως είναι η εξαιρετική γεύση και η καλή μετασυλλεκτική μεταχείριση.