Οι προκλήσεις και οι προοπτικές στον αγροδιατροφικό τομέα, σε ημερίδα της Πειραιώς

Στις προκλήσεις, στις οποίες επιβάλλεται να ανταποκριθεί ο αγροδιατροφικός τομέας, ώστε να πατήσει “τέρμα γκάζι”, αλλά και στην προοπτική του που διαγράφεται ιδιαίτερα ευοίωνη, με τη ζήτηση για τα ελληνικά προϊόντα να είναι ολοένα και περισσότερο αυξανόμενη, αναφέρθηκαν στις τοποθετήσεις τους οι εισηγητές στη σημερινή ημερίδα που διοργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη, με θέμα «Αγροτοδιατροφή- Προκλήσεις και Προοπτικές».
Στον εισαγωγικό του χαιρετισμό ο αντιπρύτανης του ΑΠΘ καθηγητής, Νικόλαος Βαρσακέλης, επισήμανε ότι η ελληνική αγροτοδιατροφή θα πρέπει να αντιμετωπίσει τρία πολύ κρίσιμα ζητήματα, αυτά της κλιματικής αλλαγή, των νέων απαιτήσεων της αγοράς και της εξαγωγής προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας και τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ. “Γι να αντιμετωπιστούν αυτά τα ζητήματα με επιτυχία, απαιτείται συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών”, υπογράμμισε. Μεταξύ άλλων τόνισε: “χρειάζεται καινοτομία και εκπαίδευση για να ανταπεξέλθεις στον ανταγωνισμό” και πρόσθεσε ότι “εκπαίδευση και καινοτομία είναι αναγκαία συνθήκη για να γίνει ο τομέας ανταγωνιστικός”.
“Σέξι” χαρακτήρισε τον αγροδιατροφικό κλάδο ο α’ αντιπρόεδρος του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκη, Μανόλης Βλαχογιάννης και μεταξύ άλλων στην ομιλία του έθεσε επί τάπητος ζητήματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή, την αύξηση του πληθυσμού και την ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση για τρόφιμα, διευκρινίζοντας ότι “υπολογίζεται ότι 15 δισ. θερμίδες, είναι η ημερήσια δυνητική κατανάλωση του πληθυσμού του πλανήτη σε προϊόντα αγροτοδιατροφής”.
Μεταξύ άλλων, ο ίδιος επισήμανε ότι ο αγροδιατροφικός κλάδος στο σύνολό του, με εξαίρεσή τα μεγάλα δίκτυα επιχειρήσεων, χαρακτηρίζεται από μεγάλη διάσπαση στην εξάπλωση της παραγωγής. Συνέστησε “να είμαστε φειδωλοί στην αξιοποίηση τοπικών πόρων”, αφού όπως τόνισε “πρέπει να προστατεύσουμε το μέλλον, καθώς πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δανειζόμαστε πόρους από τις επόμενες γενιές”. Πρόσθεσε ότι πρέπει “να είμαστε πιο εμμονικοί στην προώθηση τεχνολογιών, στην ενσωμάτωση της τεχνολογίας πληροφορικής και στην καλύτερη αξιοποίηση των διατιθέμενων πλουτοπαραγωγικών πόρων”.
Επιπλέον, ο κ . Βλαχογιάννης επισήμανε ότι στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας που ανέλαβε η κυβέρνηση για εξυγίανση στο Καλοχώρι, “δεν πρέπει να χάσουμε την ευκαιρία να το τρέξουμε. Η συμβολή του επιμελητηρίου στο συγκεκριμένο θέμα πρέπει να είναι καθοριστική”. Παράλληλα, ο ίδιος στην τοποθέτησή του επισήμανε ότι στην Ελλάδα, στον τομέα της αγροδιατροφής, πρέπει να αξιοποιήσουμε τη δημιουργία εμπορικών σημάτων και να “κατοχυρώνουμε τις ευρεσιτεχνίες” και τόνισε ότι “σε αυτά τα δύο πεδία γίνεται η μάχη στο εξωτερικό και εκεί πρέπει να δουλέψουμε συστηματικά. Είναι θλιβερό να γίνεται παραγωγή γνώσης από πανεπιστήμια και να μην προχωρά στην κατοχύρωση των ευρεσιτεχνιών. Χρειάζεται δουλειά”. Κατέληξε λέγοντας ότι “οι επενδύσεις στα άυλα περιουσιακά στοιχεία είναι το κύριο χαρακτηριστικό ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων του μέλλοντος και εκεί δίνεται η μάχη”.
Από την πλευρά του ο πρύτανης του ΑΠΘ, καθηγητής Περικλής Μήτκας, τόνισε ότι το ΑΠΘ είναι το πανεπιστήμιο που έχει εκπαιδεύσει την πλειονότητα των επιστημόνων που στηρίζουν τον παραγωγό αλλά και τις επιχειρήσεις του κλάδου και σημείωσε ότι έχουν σημαντική δραστηριότητα, στο πλαίσιο των ερευνητικών προγραμμάτων της ΕΕ.
Μεταξύ άλλων ο ίδιος τόνισε ότι το ΑΠΘ αντιλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια το ρόλο του και ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας και στο πλαίσιο αυτό αυξάνει ολοένα και περισσότερο τις επαφές του με τις επιχειρήσεις του τομέα σε όλα τα επίπεδα.
Διευκρίνισε ότι το πανεπιστήμιο μπορεί να έχει ρόλο εκπαιδευτικό και συμβουλευτικό στην αγροδιατροφή και μεταξύ άλλων τόνισε ότι το ΑΠΘ προσπάθησε πριν μερικά χρόνια να περάσει και στη συμβολαιακή συμβουλευτική, δηλαδή επιστήμονες να συμβουλεύουν σε μόνιμη βάση παραγωγούς. Ωστόσο, όπως είπε χαρακτηριστικά “δεν το έχουμε καταφέρει ακόμη”.
Ο κ. Μήτκας, στην τοποθέτησή του στην ημερίδα, πρότεινε τη δημιουργία στο πανεπιστήμιο κέντρου με εργαστήρια που θα κάνουν αναλύσεις για εξειδικευμένα προϊόντα, μετρήσεις, αξιολογήσεις τροφίμων και θα παρέχει υπηρεσίες σε όλη την Ελλάδα, είτε σε τρόφιμα ή ακόμη και να έχει και πρότυπες εκτροφές, θερμοκήπια, καλλιέργειες,δίνοντας έτσι διαρκώς νέες τάσεις και μεταφέροντας τις καλές πρακτικές.
«Είναι πράγματα που μπορούμε να κάνουμε, τα κάνουμε και πρέπει να τα κάνουμε πιο συστηματικά. Δεν το έχουμε πετύχει», τόνισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι στη χώρα υπάρχουν αποσπασματικές προσπάθειες, αλλά «είναι μικρή για να λειτουργούν πολλοί διαφορετικοί φορείς. Εμείς λέμε να συμπράξουμε ως ΑΠΘ σε τέτοιου είδους μεγάλες δράσεις».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Αθανάσιος Σαββάκης, έδωσε έμφαση στη σύνδεση της πρωτογενούς παραγωγής και της μεταποίησης και στην εξαγωγή επώνυμων, επεξεργασμένων και υψηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντων. Οπως είπε, “πρέπει να εγκαταλείψουμε την πρακτική της εξαγωγής εξαιρετικών προΐόντων σε bulk, χύδην”. Αναφερόμενος στα προβλήματα των μεταποιητικών επιχειρήσεων παραγωγής τροφίμων, ο κ. Σαββάκης αναφέρθηκε και στα θέματα γραφειοκρατίας, των υψηλών προσφορών και της αυξημένης φορολογίας.
Σε σχέση με τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει γενικότερα η μεταποίηση και ειδικότερα η αγροδιατροφή, ο κ. Σαββάκης είπε ότι “έχουν μια περιβαλλοντική διάσταση”. Αφορούν όπως διευκρίνισε τη μέτρηση και τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και την εφαρμογή τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας από μεταποιητικές επιχειρήσεις. Διευκρίνισε “έχουμε μείνει πίσω σε σχέση με ανταγωνισμός και δεν έχουμε πολύ χρόνο να υιοθετήσουμε αυτά τα μοντέλα”.
Τη θέση του ότι “χάρη στις εξαγωγές στεκόμαστε στα πόδια μας” έθεσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων, Γιώργος Κωνσταντόπουλος, τονίζοντας ότι οι εξαγωγές τροφίμων αυξήθηκαν κατά περίπου 45% τα τελευταία 10 χρόνια. “Οι ελληνικές επιχειρήσεις τροφίμων προχωρούν σε εκσυγχρονισμό των βιομηχανιών, παρακολουθούν τις διεθνείς αγορές, αφουγκράζονται τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες και στις αγορές, συνεργάζονται με τα Πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα” επισήμανε ο ίδιος.
Μεταξύ άλλων ο ίδιος είπε ότι η Ελλάδα στον αγροδιατροφικό τομέα δεν έχει πρόβλημα με τις πωλήσεις και τη ζήτηση και πρόσθεσε ότι αυτά “αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο”, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα εντοπίζεται στην παραγωγή. Οπως είπε, “δεν έχουμε τις ποσότητες να δώσουμε ακόμη και σε τομείς που υπάρχει δέλεαρ τιμής στον παραγωγό να παράξει, το θέμα είναι ποιος θα τα μαζέψει; (…) “Η Χαλκιδική θα κάνει μπουμ στην παραγωγή ελιάς φέτος και δεν υπάρχει κόσμος να τις μαζέψει. Θα πρέπει να κάνουμε εισαγωγή εργατών να τις μαζέψουν, δεν υπάρχουν άνθρωποι να κάνουν χειρονακτικές εργασίες” επισήμανε.
Υπογράμμισε ότι οι πωλήσεις “είναι πλέον το λιγότερο που θα πρέπει να μας απασχολεί. Οι εξαγωγές δεν έχουν οροφή, όλοι θέλουν να ζήσουν τον ελληνικό γαστρονομικό μύθο στο πιάτο τους, ξέρουμε να παντρέψουμε την ιστορία και τον πολιτισμό με τη διατροφή, τις σύγχρονες ανάγκες, ξέρουμε τι θέλει ο πλανήτης σε επίπεδο υγιεινής διατροφής και έχουμε σημαντικά όπλα”.
Τόνισε παράλληλα ότι «τα ελληνικά τρόφιμα έχουν πεδίο ανάπτυξης το σύνολο της διεθνούς αγοράς. Ανοίγουν μεγάλες αγορές για τους Έλληνες εξαγωγείς, Βραζιλία, Κίνα , Ινδία. Δεν πρέπει να περιοριστούμε στους παραδοσιακούς μας πελάτες. Τα ποιοτικά ελληνικά προϊόντα, συχνά καινοτόμα, έχουν δυνατότητες πωλήσεων ακόμη και σε κορεσμένες αγορές, για παράδειγμα πουλάμε ελιές, συσκευασμένες, στην Αίγυπτο, δηλαδή σε μία παραγωγό χώρα που εξάγει τεράστιες ποσότητες ελιάς σε bulk».
Δείτε ΕΔΩ το δελτίο τύπου από την ημερίδα
Δείτε ΕΔΩ τα βιογραφικά των ομιλητών
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ