RABOBANK: Πώς ο COVID-19 αλλάζει το παγκόσμιο εμπόριο νωπών προϊόντων

Τον τρόπο με τον οποίο το τοπίο της αγοράς νωπών οπωροκηπευτικών αλλάζει από τα έκτακτα μέτρα, που λαμβάνονται σε παγκόσμιο επίπεδο για τον περιορισμό του κορωνοϊού, αλλά και από τις επιπτώσεις τους στην οικονομία, σκιαγραφεί πρόσφατη έκθεση της Rabobank.

Μια σημαντική παράμετρος είναι τα λουκέτα στην εστίαση και στον κλάδο των υπηρεσιών (π.χ. οργάνωση εκδηλώσεων). Όπως αναφέρει η τράπεζα, μπορεί η ζήτηση για νωπά προϊόντα από τις υπηρεσίες εστίασης να έχει πρακτικά σταματήσει στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική και να μειώνεται ραγδαία στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία, ωστόσο οι συνολικές ποσότητες που θα πουληθούν σε παγκόσμιο επίπεδο αναμένεται να διατηρηθούν στα προ κορωνοϊού επίπεδα, ενδεχομένως και να αυξηθούν, δεδομένου ότι τα γεύματα στο σπίτι περιλαμβάνουν συνήθως μεγαλύτερες ποσότητες φρούτων και λαχανικών εν συγκρίσει με εκείνα των εστιατορίων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, στα μέσα Μαρτίου, οι λιανικές πωλήσεις νωπών οπωροκηπευτικών στις ΗΠΑ ήταν αυξημένες κατά 30% σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο ενώ οι πωλήσεις κατεψυγμένων ήταν υπερδιπλάσιες, λόγω της τάσης για οικιακή αποθεματοποίηση. Παράλληλα, έχουν αυξηθεί σημαντικά οι ηλεκτρονικές πωλήσεις οπωροκηπευτικών.

Αφήνει κενό η εστίαση

Ωστόσο, επιχειρήσεις με κύριο αντικείμενο την τροφοδοσία της εστίασης έχουν ήδη πληγεί καίρια και πολλές από αυτές δεν είναι εύκολο να στραφούν σε άλλους πελάτες, οι οποίοι ζητούν διαφορετικές προδιαγραφές. Το ποσοστό των νωπών κηπευτικών που κατευθύνονται στην εστίαση στην Ευρώπη ανέρχεται στο 20% και πολύ δύσκολα θα «μετακυλιστεί» στο σύνολό του στη λιανική. Έτσι, προϊόντα τα οποία στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στην εστίαση, όπως το λάχανο, τα φρέσκα βότανα, το σπαράγγι κ.λπ., αναμένεται να δεχτούν σημαντικό πλήγμα.

Λείπουν εργατικά χέρια

Την ίδια στιγμή, οι δυσκολίες που εγείρονται στη διακίνηση, σε συνδυασμό με την απότομη αύξηση της ζήτησης από το λιανεμπόριο σε ορισμένες χώρες, έχουν αυξήσει σημαντικά τα μεταφορικά κόστη. Διάχυτος είναι και ο προβληματισμός για τη διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού τόσο στις ίδιες τις καλλιέργειες όσο και στα συσκευαστήρια και στη διανομή. Παραγωγοί και συσκευαστήρια έχουν να αντιμετωπίσουν τα επιπλέον κόστη που απαιτούν οι προσλήψεις για πρόσθετες βάρδιες και τα αυστηρότερα μέτρα υγιεινής.

Ειδικά για την Ευρώπη, οι αγρότες της οποίας βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά σε ξένους εργάτες (από χώρες εντός ή/και εκτός της ΕΕ), η τράπεζα προτείνει ως πιθανή λύση την πρόσληψη φοιτητών ή εργαζομένων από άλλους κλάδους, όπως η τουριστική βιομηχανία οι οποίοι αναμένεται να μείνουν άνεργοι λόγω του κορωνοϊού.

Οι περισσότεροι εκτεθειμένοι

Οι αναλυτές της τράπεζας επισημαίνουν ότι στο ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον, ο βαθμός στον οποίο θα επηρεαστεί μια επιχείρηση καθορίζεται από το είδος του προϊόντος, τους πελάτες της, τις χώρες στις οποίες απευθύνεται και τα κανάλια διανομής που διαθέτει. Επιχειρήσεις, για παράδειγμα, οι οποίες στηρίζονται σε εργαζόμενους από άλλες χώρες και σε εξαγωγές, είναι πιο εκτεθειμένες σε σύγκριση με άλλες που τροφοδοτούν κοντινές αγορές.

Τέλος, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η επίπτωση των συναλλαγματικών ισοτιμιών στις εμπορικές ροές. Καθώς μια παγκόσμια ύφεση είναι πλέον αρκετά πιθανή, ενισχύονται νομίσματα που θεωρούνται «ασφαλή καταφύγια», όπως το αμερικανικό δολάριο. Κάτι τέτοιο ενδέχεται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις αμερικανικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, αλλά θετικό στις εξαγωγές άλλων χωρών, όπως η Ν. Ζηλανδία.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Υπαιθρος Χώρα»
την Παρασκευή 10 Απριλίου 2020