Ριμπάουντ στην κατανάλωση βάμβακος βλέπει τη νέα σεζόν το USDA

Στο σενάριο της οικονομικής ανάκαμψης ποντάρει το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας, «βιδωμένο» στο εύρος των 79-84 σεντς το χρηματιστήριο

των Γιάννη Τσατσάκη, Μαρίας Αμπατζή

Σε ένα στενό εύρος τιμών μεταξύ 79 και 84 σεντς/λίμπρα κινείται τις τελευταίες εβδομάδες το χρηματιστήριο βάμβακος, με την αγορά άλλοτε να παραδίδεται στη δυσθυμία που γεννά το ευρύτερο «μουντό» μακροοικονομικό περιβάλλον και άλλοτε να δείχνει σημάδια αντίδρασης, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσει οποιαδήποτε θετική είδηση έρχεται από το μέτωπο των θεμελιωδών.

Μια τέτοια αντίδραση καταγράφηκε στις αρχές της τρέχουσας εβδομάδας όταν, βρίσκοντας ερείσματα στην έκθεση προσφοράς-ζήτησης Μαΐου του USDA που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα, κατάφερε να ξεκολλήσει από το κάτω όριο της διακύμανσης και να κινηθεί πάνω από τα 82 σεντς. Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι την Τρίτη το χρηματιστήριο βάμβακος παρέμεινε σε θετικό έδαφος, όταν οι υπόλοιπες αγορές υποχώρησαν.

Λιγότερες οι εγκαταλειμμένες εκτάσεις στις ΗΠΑ

Το report του USDA αναθεώρησε πτωτικά κατά 212.000 δέματα την περσινή σοδειά των ΗΠΑ στα 14,5 εκατ. δέματα, ενώ παράλληλα αύξησε κατά 400.000 δέματα την εκτίμησή του για τις αμερικανικές εξαγωγές. Αυτό είχε ως συνέπεια να αναθεωρηθούν προς τα κάτω κατά 600.000 δέματα τα αποθέματα στο τέλος της σεζόν. Επιπλέον, στις πρώτες του προβλέψεις για την ερχόμενη χρονιά, το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας αναμένει μια παραγωγή της τάξης των 15,5 εκατ. δεμάτων, παρά τη μείωση των εκτάσεων κατά 10 εκατ. στρέμματα. Κι αυτό γιατί το ποσοστό εγκατάλειψης της καλλιέργειας αναμένεται να είναι το μισό από το 47% που καταγράφηκε πέρυσι, με αποτέλεσμα οι εκτάσεις που θα συγκομισθούν να είναι ανεβασμένες κατά σχεδόν 5,7 εκατ. στρέμματα.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το USDA αναμένει για τη σεζόν 2023/2024 ελαφρά μειωμένη κατά 644.000 δέματα παραγωγή στα 115,7 εκατ. δέματα, όμως, λόγω των υψηλών αποθεμάτων που θα «κληροδοτήσει» η φετινή, υποτονική από πλευράς ζήτησης, χρονιά (92,6 εκατ. δέματα), οι συνολικές διαθέσιμες ποσότητες διαφαίνονται αρκετά αυξημένες. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, έχει η πρόβλεψη του USDA για αύξηση της παγκόσμιας κατανάλωσης κατά σχεδόν 6% (5,67%, για την ακρίβεια) στα 116,2 εκατ. δέματα. Εφόσον επιβεβαιωθεί το νούμερο αυτό, θα συνιστά τη δεύτερη καλύτερη επίδοση της τελευταίας πενταετίας, ενώ και η ετήσια μεταβολή θα είναι σχεδόν τετραπλάσια από τον μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της κατανάλωσης από το 1960/1961 και μετά (1,5%).

Κάποιοι αναλυτές θεωρούν τις προβλέψεις του USDA για το 2023/2024 υπερβολικά αισιόδοξες, δεδομένων των μακροοικονομικών συνθηκών. Το ίδιο το USDA παραθέτει στο report του τις τελευταίες εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Απρίλιος 2023), που κάνει λόγο για ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας κατά 2,8% το 2023 και κατά 3% το 2024, με αρκετή δόση όμως αβεβαιότητας λόγω ανησυχιών για το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό και άλλους παράγοντες που ενδεχομένως να δράσουν ανασταλτικά για την παγκόσμια ανάπτυξη. Παρ’ όλα αυτά, το USDA θεωρεί ότι η γενικότερη χαλάρωση των οικονομικών πιέσεων και η αυξημένη διαθεσιμότητα βάμβακος θα λειτουργήσουν υποστηρικτικά για την κατανάλωση, όπως επίσης και η αποδυνάμωση του δολαρίου, το άνοιγμα των πιστωτικών γραμμών και τα χαμηλότερα κόστη ενέργειας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι για τη χώρα μας το USDA κάνει λόγο για μια παραγωγή της τάξης των 283.000 τόνων (1,3 εκατ. δέματα) τη σεζόν 2023/2024 και ισάριθμες εξαγωγές έναντι 278.000 τόνων τη σεζόν 2022/2023, ενώ προσδιορίζει τις εκτάσεις σε 2,4 εκατ. στρέμματα.

«Χρονιά με πολλά ερωτηματικά»

Ο αντιπρόσωπος – αγοραστής εκκοκκισμένου βάμβακος, Δημήτρης Μαδιανός, αν και αποφεύγει τις προβλέψεις, εκτιμά πως, σε ό,τι αφορά τις τιμές, «αν δεν υπάρξουν εξωγενείς παράγοντες, είναι πιο πιθανή η άνοδος από την πτώση». Σε εμπορικό επίπεδο, τονίζει στην «ΥΧ» ότι αυτό που χαρακτηρίζει τη σεζόν είναι μια πρωτοφανής «παγωμάρα». «Οι χώρες που είναι οι άμεσοι αγοραστές μας, στο τόξο της Μεσογείου, είναι υπό καθεστώς capital controls. Ξεκινάμε με τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν στη μέση της περσινής χρονιάς», λέει, αναφερόμενος στα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν Αίγυπτος, Πακιστάν και Μπαγκλαντές.

Την ίδια στιγμή, η γειτονική Τουρκία, που αγόρασε την περσινή σεζόν τις μεγαλύτερες ποσότητες του ελληνικού βαμβακιού, προσπαθεί να ανακάμψει. Ο σεισμός τον Φεβρουάριο χτύπησε μια περιοχή που αριθμεί το μεγαλύτερο ποσοστό των κλωστηρίων, τα οποία δεν κατάφεραν μέχρι στιγμής να επουλώσουν τις ζημιές τους και να επανέλθουν. Στα προβλήματα, ο κ. Μαδιανός καταγράφει τη δυσκολία εύρεσης πρώτων υλών (τσιμέντο και σίδερο), αλλά και εργατικού δυναμικού, καθώς η περιοχή του Μαράς έχει ερημώσει, ενώ την κατάσταση επιδεινώνουν τα προβλήματα της ενέργειας και του πληθωρισμού.

«Η Τουρκία έχει περσινά αποθέματα βαμβακιού, περίπου 560.000 τόνους, εκ των οποίων ο ρυθμός πώλησης είναι πολύ χαμηλός. Πουλούσε από το δικό της βαμβάκι 5.000 τόνους εκκοκκισμένου την εβδομάδα. Καθώς πολλοί αγοραστές θεωρούσαν ότι μετά τις εκλογές η λίρα θα πέσει αρκετά, έγινε ένα άνοιγμα αγορών μία-δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές και πούλησαν περίπου 35.000-40.000 τόνους». Η λίρα, εξηγεί, κρατιέται μέχρι στιγμής με τεχνητούς τρόπους έναντι του δολαρίου και τυπώνεται χρήμα, επομένως εκτιμάται ότι το νόμισμα θα πέσει. Επί της ουσίας, όπως σχολιάζει, πάνω από την τουρκική αγορά αιωρείται ένα ερωτηματικό χωρίς επί του παρόντος να υπάρχει πρόσημο θετικό ή αρνητικό.

Σημειωτόν οι προπωλήσεις εκκοκκισμένου

Όσον αφορά τη χώρα μας, ο κ. Μαδιανός αναφέρει ότι πέρυσι τέτοια εποχή είχαν πουληθεί περίπου 35.000 τόνοι ελληνικού εκκοκκισμένου βάμβακος για την επόμενη σεζόν, ενώ φέτος είμαστε μεταξύ 5.000 και 10.000 τόνων. Καταλήγοντας, συστήνει στους παραγωγούς να χρησιμοποιήσουν τις προπωλήσεις «ως ένα εργαλείο δημιουργίας καλού μέσου όρου, γιατί κανείς δεν μπορεί να πετύχει το ανώτατο».