Σταθερή αξία αποδεικνύονται τα κηπευτικά μέσα στην πανδημία

της Μελίνας Ζιάγκου

Τα φυλλώδη λαχανικά αναδεικνύονται σε σταθερή αξία, καθώς, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ της «ΥΧ», διατήρησαν εν πολλοίς τα στρέμματά τους, με επιμέρους μειώσεις, παρά το γεγονός ότι τα μέτρα για την πανδημία και οι οικονομικές επιπτώσεις στα εισοδήματα μεγάλης μερίδας των καταναλωτών έχουν επιφέρει διαφοροποιήσεις στη λειτουργία της αγοράς.

Οι τιμές παραγωγού διαμορφώνονται σε ικανοποιητικά επίπεδα αυτή την περίοδο, αν και με την αναμενόμενη υποχώρηση της ζήτησης προ των εορτών, αλλά και τους μειωμένους πάγκους στις λαϊκές αγορές, οι καλλιεργητές εμφανίζονται αισιόδοξοι ότι τις επόμενες εβδομάδες η κίνηση θα ζωηρέψει. Η καλλιεργητική περίοδος στη διάρκεια των φθινοπωρινών μηνών δεν παρουσίασε δυσκολίες. Χωρίς ακραία καιρικά φαινόμενα και προσβολές από εχθρούς ή ασθένειες που αυξάνουν τις καλλιεργητικές φροντίδες και το κόστος παραγωγής, επιτρέπει στους παραγωγούς να απολαύσουν καλύτερο εισόδημα από κανονικές αποδόσεις.

Καλή συγκυρία

Όπως διαπιστώνει ο παραγωγός από την περιοχή των Μεγάρων στην Αττική και έμπορος, Γιώργος Παπαβασίλης, «είναι καλή η παρούσα συγκυρία. Υπάρχει ροή στην προσφορά και στη ζήτηση από την αγορά, αν και με μια σχετική εγκράτεια που είναι αναμενόμενη.

Οι καταναλωτές δυσκολεύονται οικονομικά, γιατί είμαστε στο τέλος του χρόνου, τα κηπευτικά δεν είναι είδος για στοκάρισμα, τα βρίσκει συνέχεια και τα αγοράζει φρέσκα, το lockdown έχει μειώσει την προσέλευση των πωλητών στις λαϊκές αγορές και οι πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ δεν αντισταθμίζουν ό,τι δεν πωλείται στις λαϊκές γιατί είναι πολύ πιο υψηλές οι λιανικές τιμές». Παράλληλα, εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι ενόψει των γιορτών θα υπάρξει αυξημένη κινητικότητα στην αγορά.

Σε ό,τι αφορά τα επιμέρους είδη φυλλωδών, διακρίνει ότι τον Αύγουστο φυτεύτηκε περισσότερο πράσο σε σχέση με πέρσι, κάτι που αποδίδει στο ότι δεν είναι απαιτητική καλλιέργεια, και διαπιστώνει πως υπάρχει πληθώρα προϊόντων σε όλη την Ελλάδα. Αυτή την περίοδο, η τιμή παραγωγού διαμορφώνεται στα 50-55 λεπτά το κιλό, σύμφωνα με τον κ. Παπαβασίλη.

Αντίθετα, μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες δεν υπήρχαν πολλά μαρούλια στην αγορά, στην πορεία όμως η εικόνα αντιστράφηκε. «Οι παραγωγοί είδαν ότι υπήρχε ζήτηση το καλοκαίρι και έβαλαν περισσότερα το φθινόπωρο», είπε ο ίδιος, ενώ χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις εκτιμά ότι είναι οι φυτεύσεις στο σπανάκι και στο σέλινο. Οι τιμές παραγωγού για το μαρούλι διαμορφώνονται στα 15-20 λεπτά το ένα, στα 25-28 λεπτά για τη σγουρή και τη γαλλική σαλάτα, ενώ 45-50 λεπτά το κιλό πληρώνεται από τους εμπόρους το σέλινο.

Τολμήσαμε, ελπίζοντας ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Η καλλιέργεια εξελίχθηκε ομαλά και οι τιμές, σε συνδυασμό με τις καλές αποδόσεις, δεδομένου ότι δεν υπήρξαν απώλειες από καιρικά φαινόμενα, κρίνονται ικανοποιητικές

Εν αναμονή των γιορτών

Από την πλευρά του, ο καλλιεργητής Σπύρος Σινγκ, ο οποίος καλλιεργεί 1.000 στρέμματα με φυλλώδη λαχανικά στα Μέγαρα, κάνοντας εξαγωγές και έχοντας εδραιώσει συνεργασίες με αλυσίδες σούπερ μάρκετ, διατήρησε τον προγραμματισμό των σπορών και των φυτεύσεων χωρίς διαφοροποίηση από την αντίστοιχη περσινή περίοδο. «Τολμήσαμε, ελπίζοντας ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα», είπε χαρακτηριστικά. Η καλλιέργεια εξελίχθηκε ομαλά και οι τιμές, σε συνδυασμό με τις καλές αποδόσεις, δεδομένου ότι δεν υπήρξαν απώλειες από καιρικά φαινόμενα, κρίνονται ικανοποιητικές. Ο ίδιος πουλάει το μαρούλι στα 22-30 λεπτά το ένα, ανάλογα με την ποικιλία, με τις σαλάτες περίπου 5 λεπτά πιο πάνω από τη Ρομάνα, που κυριαρχεί ως ποσοστό στην καλλιέργεια μαρουλοειδών και στην αγορά, το σπανάκι 50 λεπτά το κιλό, το πράσο 45-55 λεπτά το κιλό («μια καλή τιμή, για τις αποδόσεις των 5 τόνων το στρέμμα, όπως σχολίασε), το σέλινο 50 λεπτά και τη σελινόριζα 80 λεπτά το κιλό.

Δίνοντας το στίγμα της αγοράς αυτή την περίοδο, ο κ. Σινγκ ανέφερε ότι η ζήτηση δεν είναι αυξημένη, αλλά υπάρχει ροή. Όπως εξήγησε, «ένας λόγος είναι ότι οι ξένοι πελάτες από Ρουμανία και Βουλγαρία αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να έρθουν να παραλάβουν προϊόντα λόγω των μέτρων που εφαρμόζονται στις μετακινήσεις και στη διέλευση των συνόρων. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η εσωτερική αγορά φαίνεται κάπως πιεσμένη. Ασφαλώς, χάσαμε πελάτες από τροφοδοσία σε ξενοδοχεία και εστιατόρια. Από την άλλη μεριά, τα σούπερ μάρκετ έχουν μια σταθερή πορεία χωρίς διακυμάνσεις προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Η κίνηση είναι σαφώς μικρότερη από εκείνη που παρατηρήθηκε στο πρώτο lockdown τον Μάρτιο. Τότε, ό,τι χάσαμε από πελάτες του κλάδου της τροφοδοσίας το κερδίσαμε από τα σούπερ μάρκετ και τα μανάβικα. Τώρα δεν συμβαίνει αυτό. Πλέον και οι καταναλωτές περιορίζονται στα εντελώς απαραίτητα».

Ο παραγωγός, ο οποίος τροφοδοτεί και καταστήματα στην κεντρική λαχαναγορά της Αθήνας, διαπιστώνει ότι εκεί σε σχέση με τα σούπερ μάρκετ η κίνηση είναι υποτονική. Εκτιμά ότι τις επόμενες εβδομάδες θα αυξηθεί η απορρόφηση φυλλωδών κηπευτικών από τη χριστουγεννιάτικη αγορά. Όπως είπε, ήδη δειλά-δειλά ξεκίνησαν οι ξένοι πελάτες του να κάνουν παραγγελίες και αντίστοιχη κινητικότητα περιμένει και από την εγχώρια αγορά.

Στα ίδια στρέμματα έμεινε ο Μαραθώνας

Όταν έκαναν τον προγραμματισμό τους για τις φθινοπωρινές φυτεύσεις οι παραγωγοί στον Μαραθώνα, όπου ένα συντριπτικά μεγάλο ποσοστό απευθύνεται στις λαϊκές αγορές, δεν είχαν υπόψη το δεύτερο lockdown και έτσι λίγο-πολύ διατήρησαν στα περσινά επίπεδα τις φυτεύσεις τους, μας εξήγησε ο γεωπόνος Νίκος Μπουκουβάλας, ο οποίος διατηρεί κατάστημα αγροτικών εφοδίων και σπόρων.

Συγκεκριμένα, όπως είπε, το μαρούλι και το σπανάκι που φυτεύονται συνέχεια διατήρησαν τα στρέμματά τους και τις αναλογίες τους ως ποσοστά στην καλλιέργεια κηπευτικών, παρατηρεί, ωστόσο, μια ελαφρά πτωτική τάση στις παραγγελίες για μαρούλια τις τελευταίες εβδομάδες. Επεσήμανε, όμως, πως «είναι μικρή η διαφορά, κι αυτό γιατί θεωρούμε ότι από Γενάρη θα ανοίξει πάλι η αγορά και αυτά που φυτεύονται τώρα θα τα βρούμε μπροστά μας εκείνη την περίοδο». Στην οικογένεια των μαρουλοειδών, κυρίαρχη στις φυτεύσεις είναι η Ρομάνα, με ποσοστό 60%, και το υπόλοιπο επιμερίζεται στην Batavia, με ποσοστό 30% και στη γαλλική, που καταλαμβάνει το 10%.

Όσον αφορά το πράσο, είναι ένα είδος που βάζουν όλοι οι παραγωγοί στην περιοχή με μια τάση περίπου 2-3 στρεμμάτων σε μια μέση καλλιέργεια της τάξης των 20-25 στρεμμάτων. Το σέλινο μπαίνει ως μικρή επιλογή, συμπληρωματικά στην καλλιέργεια των λαχανικών και όχι ως βασικό είδος, με τους παραγωγούς να διαθέτουν συνολικά 1 στρέμμα για σέλινο και σελινόριζα. Καλλιεργητικά, έκανε λόγο για μια καλή χρονιά και για τον Μαραθώνα, χωρίς καιρικά φαινόμενα και μυκητολογικές προσβολές.

Τα φυλλώδη, όπως και συνολικά τα κηπευτικά, έχουν σχετικά καλές τιμές για τους παραγωγούς που συνεργάζονται με εμπόρους και σούπερ μάρκετ, ανέφερε ο κ. Μπουκουβάλας, επισημαίνοντας ότι πτώση έχουν υποστεί οι παραγωγοί που έδιναν σε ενδιάμεσους που τροφοδοτούν την εστίαση. Πιο συγκεκριμένα, όπως ο ίδιος σημείωσε, «για όσους τροφοδοτούν σούπερ μάρκετ, δείχνει να είναι μια κανονική χρονιά επί του παρόντος, γιατί πέρσι, στην πρώτη φάση της πανδημίας, οι πωλήσεις εκτινάχτηκαν. Τώρα, τα πράγματα είναι λίγο-πολύ κανονικά. Λίγο πριν από τις γιορτές πέφτει η κίνηση, αυξάνεται την περίοδο των γιορτών και, εκτός άλλου απροόπτου, αναμένεται μια σταθερή ροή από τον Ιανουάριο».

Μέχρι και 50% λιγότερο φύτεψαν στα Ψαχνά

Διαφορετική είναι η εικόνα που σχηματίζει για την περιοχή των Ψαχνών, στην Εύβοια, ο γεωπόνος Νίκος Γκίκας. «Γενικά, έχουν βάλει μικρότερες ποσότητες στην περιοχή μας στα φυλλώδη. Οι καταστροφές που προκάλεσε η πλημμύρα του Αυγούστου δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως, κάποιες καλλιέργειες δεν κατάφεραν να τις αναπληρώσουν οι παραγωγοί, οι οποίοι αντιμετωπίζουν και οικονομικές δυσκολίες. Έχει μείνει ακαλλιέργητο ένα ποσοστό της τάξης του 20% φέτος, και πιθανόν σε αυτό να οφείλεται και το γεγονός ότι είναι ικανοποιητικές οι τιμές», σχολίασε.

Εξαίρεση διακρίνει ότι αποτελεί το σπανάκι στις φθινοπωρινές φυτεύσεις, από τις πωλήσεις που πραγματοποιεί ο ίδιος. Όπως εξήγησε, επειδή μπαίνει Οκτώβριο-Νοέμβριο, οι παραγωγοί κηπευτικών έβαλαν περισσότερο. «Έχουν βάλει αρκετά πιο όψιμα, βλέποντας ότι υπάρχει ένα κενό και είναι πιο εύκολη η καλλιέργεια. Πράσο δεν μπορούν να βάλουν αυτή την εποχή, και φέτος φαίνεται ότι είναι κάπως λιγότερο, το σέλινο είναι πολύ πιο δύσκολο, ενώ μετά τον Αύγουστο ξαναέβαλαν κάποιες καλλιέργειες μαρουλιού».

Ειδικά όσον αφορά τον προγραμματισμό ενόψει της αγοράς των γιορτών, ο κ. Γκίκας διακρίνει διστακτικότητα εκ μέρους των παραγωγών που εμπορεύονται τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές, μη γνωρίζοντας πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση σε σχέση με τα μέτρα που αφορούν τον τρόπο προσέλευσής τους στις λαϊκές. Όπως τόνισε, «έχουν βάλει σαφώς λιγότερα για τις φετινές γιορτές. Η μείωση στα φυλλώδη σε σχέση με πέρσι κυμαίνεται μεταξύ 30% και 50% από παραγωγό σε παραγωγό», ενώ σταθερές διατήρησαν τις σπορές και τις φυτεύσεις τους εκείνοι που διαθέτουν σε εμπόρους.