Τελευταία η Ελλάδα στη χρήση διαδικτύου νέας γενιάς στις αγροτικές περιοχές της ΕΕ

Στις τελευταίες θέσεις των χωρών της Ευρώπης σχετικά με τη χρήση του διαδικτύου νέας γενιάς στις αγροτικές περιοχές βρίσκεται η Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως καταγράφεται στην πρόσφατη έκθεση του ευρωπαϊκού προγράμματος SHERPA, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα.

Το πρόγραμμα έχει ως στόχο να συγκεντρώσει γνώσεις που συμβάλλουν στη δημιουργία συστάσεων και πολιτικών που σχετίζονται με τις αγροτικές περιοχές της ΕΕ. Στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού για τις αγροτικές περιοχές από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019, συμμετέχοντες από τους τομείς της επιστήμης, της κοινωνίας και της πολιτικής καταθέτουν τις απόψεις τους, μέσω του προγράμματος για την ενίσχυση των αγροτικών περιοχών και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης.

Οι αγροτικές περιοχές σε όλη την Ευρώπη, σύμφωνα με την έκθεση, παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά και καθορίζονται από το γεωγραφικό, οικονομικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό και πολιτιστικό τους υπόβαθρο. Έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές τις τελευταίες δεκαετίες λόγω πολλών βασικών παραγόντων, όπως κοινωνικοοικονομικές αλλαγές, πιέσεις στην πρωτογενή παραγωγή, τεχνολογική ανάπτυξη, οικονομική και δημογραφική αλλαγή και πολιτικές πρωτοβουλίες σε εθνικό ή κοινοτικό επίπεδο.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, σύμφωνα με την έκθεση, είναι η γήρανση του πληθυσμού, η ερήμωση των περιοχών, η αστικοποίηση, η κλιματική αλλαγή, που επηρεάζει κατά κύριο λόγο το αγροτικό επάγγελμα, ενώ ανάμεσά τους βρίσκεται και η άνοδος της ψηφιοποίησης που, χωρίς τις κατάλληλες υποδομές, δεν μπορεί να αξιοποιηθεί επαρκώς από τις αγροτικές περιοχές.

Η άνοδος της ψηφιοποίησης και των έξυπνων αγροτικών περιοχών

Όπως καταγράφει η έκθεση, το 2003, τα άτομα που ζούσαν σε αγροτικές περιοχές στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ είχαν τη χαμηλότερη πρόσβαση στο διαδίκτυο καθημερινά. Από τότε, αν και έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος, το 2017, το ποσοστό των αγροτικών νοικοκυριών στην ΕΕ που είχε πρόσβαση σε δίκτυο επόμενης γενιάς δεν ξεπερνούσε το 40%, όπως αποτυπώνεται και στο σχετικό διάγραμμα.

Πιο αναλυτικά, η Ελλάδα, όπως φαίνεται από τα στοιχεία, βρίσκεται στην τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη στην πρόσβαση των αγροτικών νοικοκυριών σε δίκτυο επόμενης γενιάς με το ποσοστό να είναι ιδιαίτερα χαμηλό. Αντίθετα, στην πρώτη θέση βρίσκεται η Μάλτα στην οποία το 100% των νοικοκυριών τόσο στο σύνολό τους όσο και στις αγροτικές περιοχές έχουν πρόσβαση σε δίκτυο επόμενης γενιάς.

Η έκθεση τονίζει ότι οι αγροτικές περιοχές αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια που περιορίζουν την πρόσβαση σε ευρυζωνικές υπηρεσίες υψηλής ταχύτητας και, ως εκ τούτου, επιβραδύνεται η ψηφιοποίηση των δραστηριοτήτων των κατοίκων και περιορίζεται η πρόσβαση σε διαδικτυακές υπηρεσίες, γεγονός που δημιουργεί χάσμα ανάμεσα σε αυτές και στις αστικές περιοχές. Η ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών στις αγροτικές περιοχές αποτελεί πρόκληση που, αν αντιμετωπιστεί κατάλληλα, μπορεί να βελτιώσει τη ζωή και το επάγγελμα των κατοίκων της υπαίθρου.

Οι τεχνολογικές ανακαλύψεις προσφέρουν, σύμφωνα με την έκθεση, ευκαιρίες για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών. Οι αναδυόμενες τεχνολογίες, όπως ο αυτοματισμός και η τεχνητή νοημοσύνη, το cloud computing και το Διαδίκτυο των Πραγμάτων, θα ανοίξουν νέες δυνατότητες παραγωγής και θα μεταμορφώσουν τον τρόπο πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες.

Καινοτόμοι νέοι στην Ελλάδα

Όπως επανειλημμένα έχει παρουσιάσει η «ΥΧ», υπάρχουν νέοι που έχουν κάνει αλματώδη βήματα, εφαρμόζοντας τις σύγχρονες τεχνολογίες στο χωράφι. Παρακάτω παρουσιάζονται δύο τέτοια παραδείγματα νέων αγροτών που εφαρμόζουν τεχνολογικά συστήματα και έχουν ήδη δει τα αποτελέσματά τους στη μείωση του κόστους παραγωγής και στη βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων.

Πρώτος είναι ο 20χρονος Αχμέτ Χουσεΐν από την περιοχή της Γλυφάδας στη Ροδόπη, ο οποίος καλλιεργεί βαμβάκι, επενδύοντας με την οικογένειά του στις σύγχρονες τεχνολογίες. Χρησιμοποιώντας συστήματα αυτόματης καθοδήγησης σε τρακτέρ, αλλά και μετεωρολογικούς σταθμούς στο χωράφι, έχει καταφέρει να μειώσει το κόστος παραγωγής της καλλιέργειας.

Όπως αναφέρει στην «ΥΧ», «με το σύστημα αυτόματης καθοδήγησης και τα κατάλληλα παρελκόμενα μπορεί κανείς να αλλάξει τον τρόπο λίπανσης στην καλλιέργεια και να κάνει πιο σωστό ράντισμα. Όταν ραντίζαμε, δηλαδή, δεν είχαμε επικαλύψεις, άρα κάναμε οικονομία στα φυτοφάρμακα, ενώ και στη λίπανση καταφέραμε να μην έχουμε επικαλύψεις. Επίσης, με τη χρήση των μετεωρολογικών σταθμών καταφέραμε να μειώσουμε τη χρήση του νερού κατά 25%, με τις αρδευτικές δόσεις να μειώνονται από τις επτά στις τέσσερις».

Ακόμα ένα παράδειγμα είναι ο Λεωνίδας Κούσης από την Κρύα Βρύση Γιαννιτσών Πέλλας, ο οποίος μέσω της εγκατάστασης μετεωρολογικών σταθμών στην αμπελοκαλλιέργειά του έχει καταφέρει να μειώσει το κόστος της φυτοπροστασίας.

Όπως εξηγεί, «πριν από την εφαρμογή της ευφυούς γεωργίας ήμασταν κοντά στα 350 ευρώ το στρέμμα για τα φυτοφάρμακα, με την τεχνολογία έχουμε καταφέρει να είμαστε κάτω από τα 200 ευρώ».