Τεστ αντοχής για τον κλάδο της ζωικών πρωτεϊνών το 2024

Αύξηση παραγωγής σε πτηνοτροφία και υδατοκαλλιέργειες αναμένει η Rabobank

Ετος προκλήσεων ως προς την ανθεκτικότητα και την ευελιξία του κλάδου των ζωικών πρωτεϊνών θα είναι, όπως φαίνεται, το 2024 καθώς τα υψηλά κόστη και η μείωση της προσφοράς αναμένεται να ωθήσουν ψηλότερα τις τιμές, αυξάνοντας όμως παράλληλα τις πιθανότητες για μείωση της κατανάλωσης.

Σύμφωνα με την ετήσια ανάλυση της Rabobank για τον κλάδο και τις προοπτικές του, η παραγωγή συνολικά εκτιμάται ότι θα επιβραδυνθεί σε σύγκριση με την τελευταία τετραετία, λόγω των πιέσεων στα περιθώρια κέρδους. Στα επιμέρους είδη, αύξηση παραγωγής αναμένεται στην πτηνοτροφία και στις υδατοκαλλιέργειες, αν και με χαμηλότερους ρυθμούς σε σύγκριση με το 2023. Αντιθέτως, πτωτικά θα κινηθούν βοδινό και χοιρινό κρέας, όπως και τα ψάρια ελεύθερης αλιείας.

Πιο προσιτές οι ζωοτροφές

Όπως αναφέρει η τράπεζα στην ανάλυσή της, το κόστος των εισροών και, ιδίως, των ζωοτροφών αναμένεται να συνεχίσει να υποχωρεί το επόμενο έτος, όπως και ο πληθωρισμός, χωρίς όμως να φθάνει στα προ πανδημίας επίπεδα.

Παράλληλα, οι καταναλωτές φαίνεται ότι έχουν συνηθίσει τις αυξημένες τιμές και, σε κάποιες τουλάχιστον αγορές, μοιάζουν πρόθυμοι να καταβάλουν ακόμα και ένα premium. Επιπτώσεις στη ζήτηση θα έχει η επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού, ενώ οι επιχειρήσεις του κλάδου θα βρεθούν υπό πίεση για την αναβάθμιση των παραγωγικών τους συστημάτων, ώστε να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των αναδυόμενων αγορών, τις αλλαγές στις καταναλωτικές προτιμήσεις, αλλά και τις νέες κανονιστικές απαιτήσεις.

Σύμφωνα με τον αναλυτή της Rabobank, Justin Sherrard, το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις του χώρου καταφέρνουν «να αυξήσουν την παραγωγή τους και να εκπληρώσουν τις προσδοκίες των καταναλωτών σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία είναι απόδειξη της αντοχής και της ευελιξίας τους».

Όπως σημειώνει, ωστόσο, θα πρέπει αυτές πλέον να «προετοιμαστούν για τη μετάβαση των αλυσίδων εφοδιασμού τους σε ένα περιβάλλον με υψηλό κόστος και στενά περιθώρια κέρδους». Για να ανταποκριθούν σε αυτό, θα πρέπει «να συνεχίσουν να βελτιώνουν την παραγωγικότητά τους, να αναθεωρήσουν τα υπάρχοντα χαρτοφυλάκια τους, να αυξήσουν τις επενδύσεις στην ανάπτυξη νέων προϊόντων και να προσαρμόσουν την τιμολογιακή τους στρατηγική». Στο μεταξύ, ο κλάδος των φυτικών εναλλακτικών μοιάζει να μην απολαμβάνει πια την ίδια δημοφιλία στις τάξεις τόσο των καταναλωτών όσο και των επενδυτών.

Οριακή η ανάπτυξη στις βασικές αγορές

Σε γεωγραφικό επίπεδο, η Rabobank προβλέπει ότι η ζωική παραγωγή στις βασικές αγορές της Β. Αμερικής, της Ευρώπης, της Ωκεανίας, της Κίνας και της ΝΑ Ασίας θα αυξηθεί οριακά κατά 0,5% το 2024, φθάνοντας τους 247 εκατ. τόνους, έναντι αύξησης 1% (2,1 εκατ. τόνοι) το 2023. Στο βοδινό, αναμένεται να συνεχιστεί η πτωτική πορεία του 2023, όπως και στο χοιρινό, σε μικρότερο όμως βαθμό. Αντίθετα, δυναμική ανόδου διατηρούν τα πουλερικά και οι υδατοκαλλιέργειες, σε χαμηλότερους όμως ρυθμούς σε σύγκριση με το 2023.

Ειδικότερα, στην Ευρώπη, οι αλλαγές στα συστήματα παραγωγής (λόγω και των νέων κανονισμών), η μείωση των εξαγωγών και το αυξημένο ρίσκο που συνδέεται με τις ασθένειες των ζώων αναμένεται να συνεχίσουν να πιέζουν τους παραγωγούς και τις επιχειρήσεις.

Σε επίπεδο ζήτησης, αυξημένη αναμένεται η κατανάλωση πουλερικών, σε αντίθεση με εκείνη του βόειου και του χοιρινού κρέατος. Θετικές είναι, σύμφωνα με την Rabobank, οι προοπτικές για την κατανάλωση πουλερικών και στις ΗΠΑ, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για το βόειο κρέας, η παραγωγή του οποίου θα συνεχίσει να μειώνεται, ενώ η τοπική αγορά του χοιρινού φαίνεται ότι βρίσκεται ακόμα σε αναζήτηση μιας νέας ισορροπίας.

Αύξηση παραγωγής σε όλα τα είδη, μικρότερη όμως σε σχέση με το 2023, αναμένεται να καταγράψει η Βραζιλία, γεγονός που πιθανότατα θα της ανοίξει νέες εξαγωγικές ευκαιρίες, ενώ στη ΝΑ Ασία το χοιρινό θα είναι σε θέση οδηγού, παρά την πίεση από την αφρικανική πανώλη, με τα πουλερικά να ακολουθούν. Τέλος, θετικές προδιαγράφονται οι προοπτικές της πτηνοτροφίας και στην Κίνα, σε αντίθεση με το χοιρινό και το βοδινό.