Ο τουρισμός θα κρίνει τις ανοιξιάτικες φυτεύσεις

Οι καιρικές συνθήκες που επικράτησαν τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο είχαν ως αποτέλεσμα τη μετάθεση και τον προγραμματισμό των φυτεύσεων από 20 ημέρες έως και έναν μήνα αργότερα. Τα παθήματα του περσινού Απρίλη, με τις χαμηλές θερμοκρασίες και τους παγετούς, δεν θέλουν να τα ξαναβιώσουν οι παραγωγοί, οπότε φέτος οι φυτεύσεις ξεκίνησαν με προστατευτικά μέσα, τύπου χαμηλού toll κ.λπ.

Τα θερμοκηπιακά κηπευτικά εξελίσσονται κανονικά αυτή την περίοδο, όμως στα υπαίθρια τεράστιο ρόλο παίζει το κόστος παραγωγής, έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα. Από την πλευρά της αγοράς, η κινητικότητα που επικρατεί στα τουριστικά γραφεία και στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ανεβάζει το ενδιαφέρον των παραγωγών και υπάρχουν αρκετοί που ρισκάρουν και αυξάνουν τις καλλιεργούμενες εκτάσεις.

Σύμφωνα με την Ελπίδα Αλεξανδράτου, παραγωγό κηπευτικών από τη Βλαχάτα Κεφαλονιάς, η φύτευση των σπορόφυτων έχει πάει 15 περίπου μέρες πίσω από την κανονική. «Φυτεύουμε συνήθως στις 25 Μαρτίου, αλλά λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούν το τελευταίο διάστημα το ρίσκο ήταν μεγάλο και ο προγραμματισμός πήγε πίσω». Η κα Αλεξανδράτου καλλιεργεί υπαίθριες ντομάτες, πιπεριές και μελιτζάνες, τις οποίες διακινεί σε σούπερ μάρκετ και στη λαχαναγορά.

Δείχνει να είναι προβληματισμένη με το αυξημένο κόστος παραγωγής, αλλά από την άλλη η μεγάλη τουριστική κινητικότητα που παρατηρείται, ενόψει και της καλοκαιρινής περιόδου (εποχή συλλογής των προϊόντων δηλαδή), είναι ενθαρρυντική. «Στην περιοχή μας καλλιεργούνται για πολλές δεκαετίες κηπευτικά, με κύριο στόχο την εστίαση και κυρίως την καλοκαιρινή περίοδο, που υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για το ντοματάκι τύπου βελανίδι, την επιτραπέζια ντομάτα και την πιπεριά, λόγω της ζήτησής της στη χωριάτικη σαλάτα», μας λέει η ίδια.

Σε ερώτησή μας για το θέμα των τιμών που επικράτησαν την περσινή περίοδο, είπε ότι η ντομάτα κυμάνθηκε μεσοσταθμικά στο 1 ευρώ. Για τη φετινή περίοδο, εκτιμά ότι «θα πουληθεί πάνω από το 1,30, για να καλυφθεί το κόστος παραγωγής».

Κλείνοντας, η ίδια επεσήμανε την αναγκαιότητα της ορθής διαχείρισης και εγκατάστασης των φωτοβολταϊκών από την πλευρά της πολιτείας, έτσι ώστε να μη δημιουργούν προβλήματα στις καλλιέργειες. «Υπάρχει πρόβλημα της εναλλαγής των χωραφιών μας, λόγω της μείωσης των εκτάσεων από την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών. Επίσης, έχει παρατηρηθεί και το φαινόμενο να κόβονται ελιές και τη θέση τους να παίρνουν φωτοβολταϊκά. Αντί να μιλάμε για διέξοδο της αγροτικής οικονομίας λοιπόν, καταλήγουμε να δημιουργούμε επισιτιστικά προβλήματα», συμπληρώνει.

Σταθερές οι Φλωρίνης στον Δομοκό

Χωρίς σημαντικές διακυμάνσεις στον αριθμό των καλλιεργούμενων στρεμμάτων θα ξεκινήσει μετά το δεύτερο δεκαήμερο του Απριλίου η φύτευση ντομάτας, πιπεριάς και μελιτζάνας στο οροπέδιο του Δομοκού. Ο Πέτρος Γεωργούσης, παραγωγός κηπευτικών από τον Παλαμά, εκτιμά ότι το κόστος είναι ανεβασμένο, αλλά θα συνεχίσει να καλλιεργεί κηπευτικά γιατί θα υπάρξουν ελλείψεις, λόγω και της μειωμένης παραγωγής.

Του ζητήσαμε να μας δώσει μία εικόνα για την τρέχουσα περίοδο στο οροπέδιο του Δομοκού και μας είπε ότι, όπως φαίνεται, οι εκτάσεις δεν θα παρουσιάσουν μεταβολές. «Το ενδιαφέρον στην περιοχή συγκεντρώνει η πιπεριά τύπου Φλωρίνης, η οποία έχει δώσει θετικά αποτελέσματα στο οροπέδιο. Οι αποδόσεις μπορούν να ξεπεράσουν τους 5 τόνους το στρέμμα, ανάλογα φυσικά με τη διαχείριση και την περιποίηση, ενώ και η ζήτησή της, όπως έχουμε παρατηρήσει, ανεβαίνει σημαντικά χρόνο με τον χρόνο».

Στη χαμηλή κάλυψη στράφηκε και η Χαλκίδα

Για την οψίμιση της φετινής παραγωγής έκανε λόγο και ο Θανάσης Σιάνος, παραγωγός κηπευτικών από τα Βασιλικά Χαλκίδας. Είπε ότι η περσινή περίοδος δημιούργησε σοβαρά προβλήματα με τους όψιμους παγετούς «οπότε φέτος “προσέχουμε για να έχουμε”. Είμαστε περισσότερο επιφυλακτικοί στη διαχείριση και στην προστασία των φυτεύσεων αυτού του διαστήματος. Δεν έχουμε την πολυτέλεια για απώλειες, λόγω του υψηλού κόστους των εισροών, και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στις κινήσεις μας».

Ο ίδιος επίσης εκτιμά ότι ο προγραμματισμός των καλλιεργειών έχει πάει περίπου έναν μήνα πίσω, με αποτέλεσμα η συλλογή να γίνει όψιμη. «Συνήθως φυτεύουμε το κολοκύθι προς τα τέλη Φεβρουαρίου, ενώ τώρα ξεκινήσαμε μετά τις 25 Μαρτίου. Η ντομάτα μας φυτεύτηκε στα τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου, ενώ άλλες χρονιές μπαίναμε νωρίτερα στα χωράφια. Το ίδιο φαίνεται να γίνεται και για την μελιτζάνα, καθώς και για την πιπεριά. Αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι με την οψίμιση της παραγωγής, αυξάνεται εκθετικά ο κίνδυνος να αντιμετωπίσουμε προβλήματα με την Tuta Absoluta», καταλήγει.

Οι εργάτες γης παραμένουν «αγκάθι» στα Μέγαρα

Την έντονη έλλειψη εργατών γης στην περιοχή των Μεγάρων επισημαίνει σε δήλωσή του ο Σπύρος Σινγκ, παραγωγός κηπευτικών από την περιοχή, κατατάσσοντας το πρόβλημα στο ίδιο επίπεδο με το αυξημένο κόστος εισροών. Πρόκειται για θέματα τα οποία, όπως λέει, αλλάζουν τα δεδομένα για τη φετινή σεζόν.

Ο ίδιος καλλιεργεί πολλά είδη κηπευτικών, μεταξύ αυτών μελιτζάνες και πιπεριές. «Το υψηλό κόστος παραγωγής μάς έχει ανησυχήσει, σε βαθμό που παλεύουμε να μετράμε κάθε κίνησή μας, όσο μικρή και να είναι, για το επόμενο διάστημα. Προσωπικά, πασχίζω να κρατήσω στα περσινά επίπεδα την καλλιέργεια της μελιτζάνας και της πιπεριάς και περιμένω να δω πώς θα εξελιχθεί το πρώτο διάστημα του καλοκαιριού η αγορά των προϊόντων, ώστε να συνεχίσω και την επόμενη περίοδο του φθινοπώρου».

Εστιάζοντας περισσότερο στην αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας, ο κ. Σινγκ αναφέρθηκε στην κίνηση στην οποία προχώρησε, μαζί με άλλους παραγωγούς της περιοχής του, για τη δημιουργία ενός ενεργειακού συνεταιρισμού, ώστε μέσω ΑΠΕ να μειώσουν το κόστος των εκμεταλλεύσεών τους. «Καταθέσαμε μία ολοκληρωμένη πρόταση για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, ώστε να καλύψουμε τις ανάγκες άρδευσης, γιατί το κόστος έχει ανέβει υπέρμετρα», δήλωσε.

Λιγότερα τα προϊόντα στην αγορά

Το υψηλό κόστος παραγωγής δημιουργεί μεγαλύτερο ρίσκο και ειδικά σε καλλιέργειες οι οποίες δεν προστατεύονται από τις καιρικές συνθήκες. Αυτό τονίζει ο Θανάσης Ίσσαρης, παραγωγός και έμπορος κηπευτικών από την Καλλιθέα Βοιωτίας.

Ο ίδιος διατηρεί δικό του κατάστημα στην κεντρική λαχαναγορά της Αθήνας, το οποίο εφοδιάζει με πιπεριές, κολοκύθια και μελιτζάνες από μία καλλιέργεια 500 περίπου στρεμμάτων. «Θα κρατήσω τον ίδιο αριθμό στρεμμάτων με πέρυσι, γιατί το κόστος είναι μεγάλο και η παραγωγή είναι εκτεθειμένη στις καιρικές συνθήκες», υποστηρίζει. Οι παραγωγοί με τους οποίους συνεργάζεται παρουσιάζονται προβληματισμένοι για την τρέχουσα περίοδο, διότι δεν έχουν τη δυνατότητα πιστώσεων για την αγορά των εφοδίων που θα χρειαστούν για την παραγωγή των προϊόντων τους, με αποτέλεσμα, όπως λέει ο ίδιος, «να μην υπάρχουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων στις αγορές».

Κλείνοντας, ο κ. Ίσσαρης τόνισε το μεγάλο πρόβλημα που δημιουργείται από την έλλειψη εργατών γης, όπως επίσης και από την αδυναμία κάλυψης των παραστατικών εξόδων, διότι πολλοί εργάτες δεν μπορούν να ασφαλιστούν, σφού δεν έχουν έγγραφα νόμιμης παραμονής στην Ελλάδα.

Μειωμένες οι πωλήσεις σπορόφυτων

Προβληματισμένοι για τις εξελίξεις στις καλλιέργειες των υπαίθριων κηπευτικών εμφανίζονται και οι παραγωγοί σπορόφυτων. Σύμφωνα με τον Σωτήρη Καμούτση, γεωπόνο και παραγωγό σπορόφυτων, «η αγορά δείχνει να κινείται σε χαμηλό βαρομετρικό, αναμένοντας το επόμενο διάστημα, ώστε να δούμε και οι ίδιοι πώς θα εξελιχθεί».

Λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούν, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους παραγωγής και τη ρευστότητα στην αγορά για την παρούσα περίοδο, οι πωλήσεις δείχνουν να είναι μειωμένες πάνω από 30%.

«Το θετικό σε αυτή την εξέλιξη ήταν ότι τα θερμοκήπια κράτησαν τις καλλιεργούμενες εκτάσεις, αλλά δυστυχώς η εικόνα που αποκομίζουμε δεν είναι και η καλύτερη». Ακόμη και κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο κ. Καμούτσης υποστηρίζει ότι «αυτός που θα καλλιεργήσει την τρέχουσα περίοδο υπαίθρια κηπευτικά δεν θα χάσει. Τα ελληνικά προϊόντα θα είναι λιγότερα στην αγορά και αυτοί που έχουν προγραμματίσει ήδη την καλλιέργειά τους θα έχουν θετικά αποτελέσματα, διότι τα εισαγόμενα θα είναι ακριβότερα. Κατά τη γνώμη μου, πιστεύω ότι αυτοί που θα ασχοληθούν με τα υπαίθρια κηπευτικά θα πρέπει να σχεδιάσουν με τέτοιον τρόπο την καλλιέργειά τους, ώστε να έχουν μία συνεχή ροή στη συλλογή, επιμερίζοντας με αυτόν τον τρόπο τους κινδύνους», καταλήγει ο κ. Καμούτσης.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η δήλωση του Μιχάλη Κούτρα, εστιάζοντας περισσότερο στη ζήτηση φυτών από τουριστικές περιοχές. «Η εκτίμησή μας, αλλά και τα μηνύματα που λαμβάνουμε για την τρέχουσα περίοδο από τους παραγωγούς υπαίθριων κηπευτικών δείχνει μία τάση συγκράτησης των καλλιεργούμενων εκτάσεων σε περιοχές όπου κατά παράδοση καλλιεργούν τα υπαίθρια κηπευτικά.

Μικρή αύξηση παρατηρείται σε τουριστικές περιοχές, αλλά και σημαντική μείωση σε άλλες όπου έβλεπαν συγκυριακά το θέμα των υπαίθριων κηπευτικών ανάλογα με τη ζήτηση της χρονιάς που πέρασε».