Σε Κίνα και πιεσμένο στοκ ποντάρει για το ντεμαράζ το βαμβάκι

Υπό «κανονικές» συνθήκες, ένα report του USDA όπως αυτό του Νοεμβρίου που είδε το φως της δημοσιότητας πριν από λίγες μέρες και το οποίο χαμήλωσε κι άλλο τον πήχη τόσο για την αμερικανική όσο και για την παγκόσμια παραγωγή, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως… ελατήριο για το χρηματιστήριο βάμβακος.

Δεδομένου, ωστόσο, ότι η φετινή χρονιά, όπως έχει ξαναγράψει η «ΥΧ» και παραδέχονται άπαντες οι συντελεστές του κλάδου, είναι από πολλές απόψεις «ιδιαίτερη», κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Αντίθετα, μάλιστα, η ανοδική τάση που άρχισε να διαφαίνεται στο τέλος της περασμένης εβδομάδας αποδείχθηκε βραχύβια και, ύστερα από ένα σύντομο φλερτ με τα 80 σεντς, οι τιμές υποχώρησαν ξανά από τη Δευτέρα στην περιοχή των 76 σεντς/λίμπρα (προθεσμιακά Δεκεμβρίου 2018).

των Γιάννη Τσατσάκη, Αντώνη Ανδρονικάκη

Σε αυτό έπαιξαν βέβαια τον ρόλο τους τόσο η πτώση του πετρελαίου όσο και η ισχυροποίηση του δολαρίου, το οποίο, παίρνοντας ώθηση από τη διαφαινόμενη πρόθεση της Fed να αυξήσει για ακόμα μια φορά τα επιτόκια τον προσεχή Δεκέμβριο, σκαρφάλωσε σε υψηλά 17 μηνών έναντι του ευρώ (σ.σ. ισοτιμία 1,124 δολάρια ανά ευρώ την Τρίτη 13 Νοεμβρίου).

Στενό εύρος τιμών

Στην πραγματικότητα, το χρηματιστήριο βάμβακος εξακολουθεί να μην παρεκκλίνει από το στενό εύρος των 75-80 σεντς/λίμπρα, στο οποίο μοιάζει… παγιδευμένο από την αρχή σχεδόν της εγχώριας περιόδου συγκομιδής. Αν και τα θεμελιώδη σε παγκόσμιο επίπεδο (προσφορά – ζήτηση) είναι σταθερά υποστηρικτικά, η αγορά συνεχίζει να λειτουργεί κάτω από τη –βαριά– σκιά του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας. Αυτά τα επίπεδα τιμών απέχουν αρκετά από εκείνα που είχαν καταγραφεί τον Μάιο ή τον Ιούλιο, είναι όμως και υψηλότερα σε ένα ποσοστό 10%-15% από τα αντίστοιχα περσινά.

«Όσο εισάγονται στις ΗΠΑ από την Κίνα αφορολόγητα και αδασμολόγητα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα από μη αμερικανική πρώτη ύλη, τόσο οι τιμές των προθεσμιακών θα πιέζονται και οι ‘‘αρκούδες’’ θα συνεχίσουν να δίνουν τον ρυθμό στην αγορά βάμβακος», σχολιάζει στο έγκυρο cottongrower ο Ο.Α. Cleveland, καθηγητής Αγροτικής Οικονομίας στο πανεπιστήμιο του Μισισιπή.

Τα σενάρια ανόδου

Μια συμφωνία που θα έβαζε τέλος στην αμερικανοκινεζική κόντρα, όπως αυτή για την οποία δημιούργησαν προσδοκίες τα… τουιταρίσματα του προέδρου Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, θα ήταν ασφαλώς μάννα εξ ουρανού για την αγορά. Δεν είναι, ωστόσο, το μοναδικό στοιχείο στο οποίο βασίζουν ορισμένοι αναλυτές τις προβλέψεις τους για άνοδο πάνω από τα 80 σεντς/λίμπρα μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Στηρίγματα μπορούν να προέλθουν και από τους αυξημένους ρυθμούς μείωσης των παγκόσμιων –ιδίως των περυσινών– αποθεμάτων που αποτυπώνει η τελευταία έκθεση του USDA. Οι αμερικανικές αρχές εκτιμούν πλέον ότι το παγκόσμιο στοκ θα συρρικνωθεί φέτος κατά 5,8 εκατ. δεμάτια αντί για 7,8 εκατ. δεμάτια που ανέμενε τον Φεβρουάριο του 2018.

«Η στήριξη των τιμών στο σημερινό εύρος αφήνει ένα περιθώριο αισιοδοξίας ότι μπορούν να βρεθούν σε καλύτερα επίπεδα», λέει στην «ΥΧ» ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Εκκοκκιστών και Εξαγωγέων Βάμβακος, Αντώνης Σιάρκος. Εξηγεί, μάλιστα, ότι «υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση ότι κάποια στιγμή θα δούμε πιο μαζικές αγορές από την πλευρά της Κίνας», προσθέτοντας ότι «η αίσθηση αυτή βασίζεται στη θεωρία ότι τα –συρρικνωμένα πλέον– κρατικά αποθέματα της Κίνας θα πρέπει να αναπληρωθούν».

Ο ίδιος, πάντως, διευκρινίζει ότι το σενάριο αυτό δεν φαίνεται μέχρι στιγμής να επιβεβαιώνεται: «Πολλοί έμποροι έχουν μεταφέρει εμπορεύματα στη Free Zone της Κίνας, δίχως ωστόσο να μπορούν να τα διαθέσουν εύκολα σε κινεζικά κλωστήρια. Αν και το 2010 το Πεκίνο, μέσα από ένα πρόγραμμα μαζικών αγορών, είχε πυροδοτήσει τις τιμές, εκτιμώ ότι δύσκολα θα μπει πάλι σε μια παρόμοια διαδικασία. Ιδίως τώρα που σχεδόν όλος ο πλανήτης έχει ‘πέσει’ πάνω του για να διαθέσει το προϊόν του».

Με τον αραμπά οι πωλήσεις

vamvaki-sillogi-xorafiΣτην ελληνική αγορά, εν τω μεταξύ, όσο περνάει ο χρόνος, αυξάνεται η πίεση στα εκκοκκιστήρια –κυρίως σε αυτά με τη δυσκολότερη πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό– για να πουλήσουν προϊόν, προκειμένου να εξασφαλίσουν ρευστότητα. Μέχρι στιγμής, οι πωλήσεις εξακολουθούν να εκτελούνται με πολύ αργούς ρυθμούς, ενώ όσο αυξάνεται η προσφορά ελληνικού βάμβακος μειώνεται και το προσφερόμενο premium που εισπράττουν οι επιχειρήσεις σε σχέση με τις χρηματιστηριακές τιμές.

«Σίγουρα η κατάσταση δημιουργεί προβληματισμό, ωστόσο, σταδιακά ως εταιρεία προσπαθούμε να κάνουμε πωλήσεις, όπως είναι άλλωστε και η πολιτική μας», δηλώνει στην «ΥΧ» ο Νίκος Καραγιώργος των ομώνυμων εκκοκκιστηρίων.

Ο ίδιος εκτιμά ότι «από τους περίπου 300.000 τόνους της φετινής παραγωγής εκκοκκισμένου βάμβακος, μέχρι στιγμής έχουν πουληθεί 130.000 τόνοι, φορτώσεις όμως έχουν γίνει μόνο για 45.000 τόνους». Από αυτούς, συμπληρώνει, «περί το 10% έχει πωληθεί στην Τουρκία, ενώ το υπόλοιπο 90% είτε κατευθύνεται στην Κίνα είτε έχει αγοραστεί από μεγάλους εμπόρους χωρίς να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πού τελικά θα διατεθεί».

Στηρίζει τις εδώ τιμές το δολάριο

Σημαντικό όπλο του ελληνικού βαμβακιού στη δύσκολη φετινή σεζόν εξακολουθεί να είναι η εξαιρετική του ποιότητα, έστω και αν δεν λείπουν περιπτώσεις αυξημένης υγρασίας που αφορούν κυρίως προϊόν που συγκομίστηκε τις βραδινές ώρες και το οποίο μοιραία, εκτός από το πρόβλημα διάθεσης που θα αντιμετωπίσει, φαίνεται ότι θα πληρωθεί και με χαμηλότερη τιμή. Τα «κρούσματα» αυτά εντοπίζονται κυρίως στην Κεντρική Μακεδονία.

Στα θετικά πρέπει να προσμετρηθεί και το ισχυρό δολάριο, το οποίο, αν και δεν βοηθά το χρηματιστήριο, λειτουργεί υποστηρικτικά για τις τιμές που λαμβάνουν οι Έλληνες εκκοκκιστές και παραγωγοί σε ευρώ.

Κάτι καλύτερο από το 50άρι περιμένουν οι παραγωγοί

Με τη συγκομιδή να φτάνει πλέον στο τέλος της, ακόμα και στις ακριτικές περιοχές, τα εγχώρια εκκοκκιστήρια έχουν παραλάβει μέχρι στιγμής, σύμφωνα με το cotton-net.gr, περισσότερους από 785.000 τόνους σύσπορου βαμβακιού.

Oι προκαταβολές που έχουν δοθεί ξεκινούν από τα 40 και φτάνουν μέχρι τα 50 λεπτά/κιλό για παράδοση στο εκκοκκιστήριο. «Φέτος, η παραγωγή ήταν καλή, η συγκομιδή εξελίχθηκε πολύ άνετα, η χρονιά ήταν πρώιμη, τελειώσαμε νωρίς και τα χωράφια είναι ήδη οργωμένα», λέει στην «ΥΧ» ο παραγωγός από την Πέλλα, Λάκης Παπαδόπουλος. «Πέρσι, η πλειοψηφία πήρε από 50 έως 53 λεπτά και κάποιοι λίγοι που μπορούσαν να αποθηκεύσουν το προϊόν έφτασαν τα 55 λεπτά. Φέτος, δεν ξέρουμε πόσο θα πάρουμε. Οι εκκοκκιστές πήραν ξερά βαμβάκια χωρίς υγρασία, αλλά δεν μας λένε τιμή και σε συνδυασμό με τις παρακρατήσεις της βασικής ενίσχυσης η κατάσταση είναι δύσκολη. Προκαταβολές δίνονται όπως και πέρσι, όμως κανείς δεν ξέρει πότε θα γίνει η εκκαθάριση και σε ποια τιμή».

Από την πλευρά του, ο Γιώργος Καρτάλης, από τον Αλιστράτη Σερρών, κάνει λόγο για καλές αποδόσεις, αλλά και σε αυξημένα κοστολόγια λόγω περισσότερων ψεκασμών. «Ένας μέσος όρος που μπορώ να υπολογίσω είναι τα 400 κιλά/στρέμμα, όμως το πετρέλαιο αυξήθηκε για ακόμα μια χρονιά, ενώ χρειάστηκε να κάνουμε και κάποια ραντίσματα για τζιτζικάκια και αφίδες. Οι εκκοκκιστές κόβουν ενδεικτικές τιμές στα 50 λεπτά και περιμένουμε να δούμε την τελική έκβαση», καταλήγει.

Μεγαλύτερη παραγωγή, αλλά και κατανάλωση βλέπει το USDA

Το USDA έκοψε τη φόρα στο βαμβάκιΜειωμένη κατά 3,5% σε σχέση με πέρσι βλέπει την παγκόσμια παραγωγή στο δελτίο Νοεμβρίου το USDA, τοποθετώντας τη στα 119,4 εκατ. δεμάτια, νούμερο υψηλότερο από τα 117 εκατ. δεμάτια που προέβλεπε τον Φεβρουάριο του 2018.

Η αναθεωρημένη προς τα πάνω εκτίμηση οφείλεται κυρίως στις καλύτερες του αναμενομένου αποδόσεις σε Βραζιλία, Κίνα και Τουρκία. Αυξημένη, ωστόσο, κατά 2,9% στα 126,9 εκατ. δεμάτια εκτιμάται ότι θα είναι και η κατανάλωση (σ.σ. η πρόβλεψη του Φεβρουαρίου μιλούσε για αύξηση 2%), καθώς η άνοδος των τιμών του πολυεστέρα καθιστά το βαμβάκι πιο ανταγωνιστικό.

Την ίδια στιγμή, τα παγκόσμια αποθέματα αναμένεται να μειωθούν στα 72,6 εκατ. δεμάτια, πολύ κάτω από τα 82,7 εκατ. δεμάτια που προέβλεπε τον Φεβρουάριο το USDA. Η διαφορά οφείλεται στα προσφάτως (τον Οκτώβριο, συγκεκριμένα) αναθεωρημένα επί τα χείρω στοιχεία για τα αποθέματα της περσινής χρονιάς στις περισσότερες χώρες, αλλά και στους ταχύτερους ρυθμούς μείωσης των αποθεμάτων αυτών στη διάρκεια της φετινής σεζόν. Με αυτά τα δεδομένα, το USDA εκτιμά τώρα ότι η μείωση των αποθεμάτων σε σχέση με πέρυσι θα φτάσει τα 7,8 εκατ. δεμάτια αντί για 5,8 εκατ. δεμάτια που ήταν η εκτίμηση του Φεβρουαρίου.