Άγκυρα σε πολυετή χαμηλά έχουν ρίξει οι τιμές σε τσιπούρα και λαβράκι

Εξαρτημένες από τέσσερις βασικές αγορές παραμένουν οι εγχώριες επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιέργειας, τη στιγμή που ο τουρκικός ανταγωνισμός, με κύριο όπλο του τις χαμηλές τιμές, ανοίγει συνεχώς τη βεντάλια των εξαγωγικών του προορισμών αυξάνοντας, μεταξύ άλλων, το μερίδιό του και στην ελληνική αγορά.

Όπως αναφέρει στην απολογιστική έκθεσή του για το 2018 ο FAO Globefish, στο πρώτο εξάμηνο του έτους οι αποστολές προς την Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία και την Πορτογαλία αντιπροσώπευαν το 84% των ελληνικών εξαγωγών λαβρακιού και το 82% των εξαγωγών τσιπούρας. Στο ίδιο διάστημα, οι τουρκικές εξαγωγές προς την Ισπανία και την Ελλάδα, τις δύο χώρες δηλαδή που αποτελούν τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις του κλάδου, αυξήθηκαν 8% στο λαβράκι φτάνοντας το 20% του συνόλου, ενώ διπλασιάστηκαν σχεδόν στην τσιπούρα, αντιπροσωπεύοντας πλέον το 23% από 12% έναν χρόνο πριν. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι οι επιχειρήσεις της γειτονικής χώρας έχουν ανοίξει τα τελευταία χρόνια διαύλους και προς τις αγορές των ΗΠΑ, της Ρωσίας και του Λίβανου.

Το πλεόνασμα προσφοράς απόρροια της αλματώδους αύξησης της τουρκικής παραγωγής τα τελευταία χρόνια σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της τουρκικής λίρας ήταν οι δύο παράγοντες που διαμόρφωσαν το τοπίο της αγοράς την περασμένη χρονιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία του FAO Globefish, η τιμή για το ελληνικό λαβράκι βάρους 300 έως 450 γραμμαρίων στην Ιταλία τον Ιούλιο (μήνα που, υπό κανονικές συνθήκες, η ζήτηση για ψάρια πιάνει το peak της, δίνοντας και αντίστοιχη ώθηση στις τιμές) ήταν 4,50 ευρώ/κιλό, δηλαδή 1 ευρώ χαμηλότερα σε σχέση με το 2017, ενώ φθηνότερα κατά 40 λεπτά το κιλό πωλούνταν και η τσιπούρα του ίδιου βάρους.

Αμετάβλητο το σκηνικό στο έμπα του ’19

Το σκηνικό παραμένει αμετάβλητο στις αρχές του 2019, με τις τιμές για την τσιπούρα και το λαβράκι τον Ιανουάριο στην Ιταλία να διαμορφώνονται, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Οργανισμού, στα 3,80 και 3,90 ευρώ/κιλό αντίστοιχα, επίπεδα που, όπως φαίνεται και από τον πίνακα, συνιστούν πολυετή χαμηλά.

Η υποχώρηση της λίρας ενίσχυσε την περασμένη χρονιά ακόμα περισσότερο το αβαντάζ τιμής που, ούτως ή άλλως, διέθεταν οι τουρκικές επιχειρήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μέσες τιμές εξαγωγής προς την ΕΕ για το τουρκικό λαβράκι και την τσιπούρα στο τρίτο τρίμηνο του 2018 ήταν χαμηλότερες κατά 20% και 15% αντίστοιχα σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα πέρυσι.

Πάντως, ο FAO Globefish εκτιμά ότι η μείωση της ζήτησης στο εσωτερικό της Τουρκίας σε συνδυασμό με την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού αφενός θα πυροδοτήσουν έναν νέο γύρο συγκέντρωσης, οδηγώντας αρκετές μικρές επιχειρήσεις στην «αγκαλιά» μεγαλύτερων, αφετέρου θα επιβραδύνουν έως έναν βαθμό τους ρυθμούς αύξησης της τουρκικής παραγωγής.

Δύσκολοι οι επόμενοι μήνες

Ακόμα κι έτσι, ωστόσο, οι βραχυπρόθεσμες προβλέψεις, σε ό,τι αφορά τις τιμές, κάθε άλλο παρά ευοίωνες μπορούν να χαρακτηριστούν. Ο FAO Globefish εκτιμά ότι η παγκόσμια παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού για το 2019 θα ανέλθει στους 400.000 τόνους, με το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης σε ποσοστό 6% (σε σχέση με το 2018) να προέρχεται από την Τουρκία, ενώ αύξηση 4,5% αναμένεται και για την Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές είναι πολύ πιθανό να υποχωρήσουν περαιτέρω, ενώ τα περιθώρια κέρδους, όπως όλα δείχνουν, θα συνεχίσουν να συμπιέζονται.

Αλλαγή σκηνικού ενδεχομένως να προκύψει από το τέλος του 2019 και μετά, καθώς η συνεχιζόμενη αστάθεια στις αγορές δεν αποκλείεται να αναγκάσει τις επιχειρήσεις να βάλουν φρένο στην παραγωγή, σε μια προσπάθεια να στηρίξουν τις τιμές. Σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει δυνητικά επί ελληνικού εδάφους και η ολοκλήρωση της εξαγοράς του Νηρέα και της Σελόντα από το κονσόρτιουμ, με επικεφαλής την Amerra που ήδη ελέγχει την