Υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα: Επιβλαβή για τον ανθρώπινο οργανισμό και τα παγκόσμια διατροφικά μοτίβα

Τα πέντε κρίσιμα συμπεράσματα της νέας σειράς μελετών του «The Lancet»
05/12/2025
7' διάβασμα
yperepexergasmena-trofima-epivlavi-gia-ton-anthropino-organismo-kai-ta-pagkosmia-diatrofika-motiva-368436

Σε μία περίοδο κατά την οποία αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο το πόσο επιβλαβής μπορεί να είναι για τον οργανισμό και την υγεία του ανθρώπου η κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων, μία ακόμη σειρά μελετών, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», έρχεται να υπερθεματίσει σε όσα ήδη γνωρίζουμε.

Σύμφωνα με τα ευρήματα των μελετών, τα οποία και βασίζονται σε περισσότερες από 100 επιστημονικές εργασίες, τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα δεν ευθύνονται απλώς για ένα ευρύ φάσμα χρόνιων παθήσεων, αλλά επιβαρύνουν σχεδόν κάθε σύστημα οργάνων του ανθρώπινου σώματος. Μάλιστα, η διάδοσή τους τα τελευταία χρόνια δείχνει να εκτοπίζει άλλες κατηγορίες τροφών, υποβαθμίζοντας συστηματικά την ποιότητα της διατροφής διεθνώς.

«Το σύνολο των στοιχείων υποστηρίζει τη θέση ότι η αντικατάσταση των παραδοσιακών διατροφικών συνηθειών από υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα αποτελεί βασικό παράγοντα της αυξανόμενης παγκόσμιας επιβάρυνσης από πολλαπλές χρόνιες ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή», υπογραμμίζουν οι ερευνητές και επισημαίνουν την ανάγκη για άμεσες πολιτικές δράσεις, αυστηρότερους κανόνες για την κατηγορία αυτή και ευρύτερες στρατηγικές για την προώθηση, την προστασία και την υποστήριξη υγιεινότερων διατροφικών συνηθειών.

Όπως είναι φυσικό, η νεότερη αυτή σειρά μελετών αναζωπυρώνει τη συζήτηση και εγείρει αντιδράσεις από τη βιομηχανία, η οποία επικρίνει και αμφισβητεί την πρακτικότητα των μέτρων που συστήνει το περιοδικό «The Lancet». Παράλληλα, φορείς του εμπορίου και κατασκευαστές προειδοποιούν ότι μία ταξινόμηση των τροφίμων με βάση την επεξεργασία και όχι το διατροφικό προφίλ ενέχει τον κίνδυνο πρόκλησης σύγχυσης στους καταναλωτές και υπονόμευσης καθιερωμένων διατροφικών οδηγιών, όπως αναφέρει ρεπορτάζ της ιστοσελίδας Food Navigator, που αναδεικνύει το θέμα.

Πάντως, σύμφωνα με τη σειρά μελετών του «Τhe Lancet», υπάρχουν πέντε σημαντικά ευρήματα, τα οποία αναδεικνύουν τους μηχανισμούς κινδύνου, αλλά και την ανάγκη αναθεώρησης των πολιτικών γύρω από τα τρόφιμα, όπως συνοψίζονται παρακάτω:

  • Δεν φταίνε μόνο… τα θρεπτικά συστατικά. Βάσει των ευρημάτων, οι βλάβες που προκαλεί η κατηγορία αυτή των τροφίμων, έχουν να κάνουν με μηχανισμούς που δεν σχετίζονται μόνο με τα συστατικά τους. «Μία από τις βασικές αντιπαραθέσεις γύρω από την ταξινόμηση Nova (ταξινόμηση τροφίμων με βάση τον βαθμό επεξεργασίας τους) αφορά το κατά πόσο η επεξεργασία καθαυτή προκαλεί προβλήματα ή αν τα προβλήματα προέρχονται απλώς από τη θρεπτική σύσταση των τροφίμων.

Πολλοί επικριτές θεωρούσαν ότι η «υπερεπεξεργασία» απλώς συμπίπτει με τρόφιμα φτωχά σε θρεπτική αξία, χωρίς να αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου», σημειώνεται, με τα νέα στοιχεία να απορρίπτουν αυτή την άποψη, καθώς διαπιστώνεται πως τα τρόφιμα αυτά:

  1. Έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε φυτοχημικά, τα οποία προστατεύουν την υγεία.
  2. Είναι ιδιαίτερα ενεργειακά πυκνά.
  3. Κυριότερα, η δομή τους έχει αλλοιωθεί, με αποτέλεσμα να χάνεται το φυσικό «πλέγμα» του τροφίμου.

«Τα περισσότερα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα δεν μοιάζουν πλέον με τις πρώτες ύλες από τις οποίες προήλθαν», υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, η Αμερικανίδα μοριακή βιολόγος και διατροφολόγος Marion Nestle. Όπως επισημαίνει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, που έχει συνδέσει το όνομά της με τη σημασία της διατροφής, ακόμη και οι πιο «υγιεινές» εκδοχές υπερεπεξεργασμένων προϊόντων –π.χ. κάποιο γιαούρτι– παραμένουν λιγότερο υγιεινές από την αντίστοιχη λιγότερο επεξεργασμένη εκδοχή τους.

  • Οι πολιτικές που στοχεύουν μόνο στα «ένοχα» συστατικά αποτυγχάνουν. Οι στοχευμένες πολιτικές για τον περιορισμό στην περιεκτικότητα συστατικών όπως το αλάτι, η ζάχαρη, τα λίπη, που εφαρμόζονται εδώ και χρόνια, δεν φαίνεται να αποδίδουν. Όπως αναδεικνύει η μελέτη, τέτοιες πολιτικές οδηγούν συχνά σε αναδιαμορφωμένα τρόφιμα, που απλώς «πιάνουν» τα επιτρεπτά όρια, χωρίς να παύουν να είναι υπερεπεξεργασμένα. Γι’ αυτό οι επιστήμονες προτείνουν ειδικά στοχευμένες ρυθμίσεις, όπως:
  1. Περιορισμούς σε τεχνητές γλυκαντικές και χρωστικές ύλες.
  2. Προειδοποιητικές ετικέτες.
  3. Πρόσθετους φόρους.
  4. Περιορισμούς στην παρουσία των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων σε σχολικά περιβάλλοντα.

Παράλληλα, σημειώνουν ότι τα έσοδα από τους φόρους μπορούν να αντισταθμίσουν τυχόν οικονομικές επιβαρύνσεις για χαμηλότερα εισοδήματα, αν κατευθυνθούν στη στήριξη πρόσβασης σε ελάχιστα επεξεργασμένα γεύματα.

  • Σαφέστερη σύνδεση με χρόνιες παθήσεις. Μέσω της σειράς μελετών, τεκμηριώνεται πλέον συστηματικά και από πολλές έρευνες η σχέση μεταξύ αυξημένης κατανάλωσης υπερεπεξεργασμένων και πλήθους χρόνιων παθήσεων, όπως:
  1. Παχυσαρκία.
  2. Καρδιαγγειακή νόσος.
  3. Διαβήτης τύπου 2.
  4. Χρόνια νεφρική νόσος.
  5. Νόσος του Crohn.
  6. Κατάθλιψη.

Μάλιστα, σε δύο από τις μελέτες στις οποίες οι δίαιτες είχαν τις ίδιες δηλωμένες θερμίδες και μακροθρεπτικά συστατικά, οι συμμετέχοντες που κατανάλωσαν υπερεπεξεργασμένα προσέλαβαν, τελικά, περισσότερες θερμίδες λόγω της ωραίας γεύσης τους και της ταχύτερης κατανάλωσής τους.

  • «Συνένοχο» και το πακέτο. Πολλά από τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα τοποθετούνται σε συσκευασίες, τα υλικά των οποίων περιέχουν φθαλικές ενώσεις, δισφαινόλες και PFAS (τα «παντοτινά χημικά», όπως ονομάζεται μία ομάδα χιλιάδων συνθετικών χημικών ουσιών, οι οποίες δεν διασπώνται εύκολα στο περιβάλλον και στο ανθρώπινο σώμα) – ουσίες συνδεδεμένες με ενδοκρινικές διαταραχές, όπως αναδεικνύει η σειρά μελετών του Lancet. Πρόκειται για ουσίες που έχουν συσχετιστεί με:
  1. Μειωμένη γονιμότητα.
  2. Αναπτυξιακές διαταραχές στα παιδιά.
  3. Άλλες σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία.

Δεδομένου ότι τα τρόφιμα αυτά συχνά καταναλώνονται απευθείας από τη συσκευασία ή παραμένουν στη συσκευασία για μεγάλο διάστημα, οι ουσίες των συσκευασιών «περνούν» ευκολότερα στο τρόφιμο και καταλήγουν στον οργανισμό, όπως σημειώνεται.

  • Υπερεπεξεργασμένα αντί των παραδοσιακών διατροφών. Τέλος, ένα από τα πιο ανησυχητικά συμπεράσματα αφορά τη γρήγορη εξάπλωση των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων, ιδιαίτερα σε χώρες χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων. Μεταξύ 2007 και 2022, η κατανάλωσή τους αυξήθηκε σημαντικά. Μάλιστα, οι μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται σε χώρες όπου η αρχική κατανάλωση ήταν χαμηλή.

Χαρακτηριστικά, όπως η «ακαταμάχητη» γεύση τους, συμβάλλουν στην υπερκατανάλωση, εκτοπίζοντας υγιεινότερες τροφές και αφήνοντας ως συνέπεια τη μείωση πρόσληψης φυτικών ινών, πρωτεϊνών και φυτοχημικών, με αύξηση, αντίστροφα, των πρόσθετων που σχετίζονται με αρνητικές επιπτώσεις. Ένα πρόβλημα που δεν περιορίζεται μόνο στα επιμέρους προϊόντα, αλλά σε ολόκληρο το διατροφικό μοτίβο που δημιουργεί η διάδοσή τους, όπως καταλήγουν οι μελετητές.

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: