Στα 55 λεπτά ό,τι έχει μείνει από το περσινό Ρονάλντο

Κάτω από 1.000 τόνους το στοκ των μεσόσπερμων ρυζιών στη Χαλάστρα

bsh

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της «ΥΧ» που κυκλοφόρησε την Παρασκευή 18/8

Ελάχιστα είναι πλέον τα αποθέματα μεσόσπερμων ρυζιών εσοδείας 2022 που έχουν απομείνει στις αποθήκες των συνεταιριστικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης, καθώς βαδίζουμε προς την ολοκλήρωση της φετινής εμπορικής σεζόν.

Οι ποσότητες που έχουν στην κατοχή τους οι δύο συνεταιρισμοί της Χαλάστρας εκτιμάται ότι δεν ξεπερνούν αθροιστικά τους 1.000 τόνους και αναμένεται να εξαντληθούν μέσα στον Σεπτέμβριο προτού ξεκινήσει ο αλωνισμός της νέας σοδειάς. Οι τελευταίες πωλήσεις στα Ρονάλντο και Λούνα, που αντιστοιχούν σχεδόν στο 70% της περσινής παραγωγής, έγιναν στα 55 λεπτά/κιλό, επίπεδα τιμών στα οποία σταθεροποιήθηκε η αγορά από τον Φεβρουάριο και μετά, ένεκα της λειψής ιταλικής παραγωγής, αλλά και της έντονης κινητικότητας, που επέδειξαν φέτος οι Τούρκοι αγοραστές, οι οποίοι τα προηγούμενα δύο χρόνια ήταν σαφώς πιο νωχελικοί.

Μεγαλύτερο, αν και σε καμιά περίπτωση ανησυχητικό, είναι το στοκ στα μακρύσπερμα Μπονέτ, τα οποία οι συνεταιρισμοί διαθέτουν προς 36 λεπτά/κιλό, με το ενδιαφέρον ωστόσο των Ευρωπαίων αγοραστών να μην είναι εξίσου ζωηρό, αφού τα εισαγόμενα από την Ασία αντίστοιχα ρύζια, με τους γνωστούς «αστερίσκους» σε ό,τι αφορά τις ποιοτικές και όχι μόνο προδιαγραφές τους, προσφέρονται σε ακόμα χαμηλότερες τιμές.

Αυτό το διάστημα, η εγχώρια αγορά κινείται σε ρυθμούς… θερινής ραστώνης, με τους περισσότερους μύλους να έχουν κλείσει και να εκτελούν εργασίες προγραμματισμένης συντήρησης.

Κάνοντας έναν πρώτο απολογισμό της σεζόν που τελειώνει, ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας Α’ και επικεφαλής της Διεπαγγελματικής, Χρήστος Γκατζάρας, σημειώνει ότι στα μακρύσπερμα ρύζια «ξεκινήσαμε από τα 47-48 λεπτά και οι πιο πρόσφατες πράξεις έγιναν στα 55 λεπτά το κιλό, δίνοντας έναν μέσο όρο της τάξης των 52-53 λεπτών/κιλό». «Ουσιαστικά από τα τέλη Δεκεμβρίου “είχαμε” τα 53 λεπτά και, αν εξαιρέσουμε ένα μικρό χρονικό διάστημα μέσα στον Φεβρουάριο που κάθισε κάπως η αγορά, οι ροές ήταν ομαλές και η ζήτηση σταθερή. Η επανάκαμψη των Τούρκων σίγουρα βοήθησε πολύ σε αυτό», συμπληρώνει ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας Β’, Βασίλης Κουκουρίκης.

Πιέζουν τα Μπονέτ οι εισαγωγές

Αντίθετη ήταν η πορεία των τιμών στα μακρύσπερμα Μπονέτ, τα οποία ξεκίνησαν από τα 47 λεπτά για να υποχωρήσουν σταδιακά μέχρι τα 36 λεπτά/κιλό, επίπεδα που υπολείπονται του κόστους παραγωγής. «Αναγκαστήκαμε να ρίξουμε τις τιμές προκειμένου να ανταπεξέλθουμε στον ανταγωνισμό με τις εισαγωγές και να “φύγουν” ποσότητες. Πρόσφατα, Ισπανοί και Γάλλοι εκδήλωσαν ενδιαφέρον, ωστόσο ακόμα και τα 360 ευρώ/τόνο για ελληνικό paddy έμφλοιο ρύζι εξακολουθούν να τους φαίνονται πολλά, όταν τα τριτοχωρικά ρύζια φτάνουν στα λιμάνια τους στα 320-330 ευρώ/τόνο παραδοτέα», υπογραμμίζει ο κ. Κουκουρίκης.

«Πέρα από τις τιμές και τις ποσότητες, όμως, το θέμα είναι ότι οι εισαγωγές αυτές είναι ανεξέλεγκτες και από ποιοτικής άποψης. Από τις πληροφορίες που έχουμε, συχνά πρόκειται για κάκιστης ποιότητας ρύζια, τα οποία προέρχονται από τα αποθέματα που είχαν σωρεύσει τα προηγούμενα χρόνια, λόγω της πανδημίας και των φόβων επισιτιστικής κρίσης στο εσωτερικό τους, χώρες όπως η Μιανμάρ, η Καμπότζη και η Ινδία.

Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς, ένα τέτοιο προϊόν που έχει μείνει αποθηκευμένο για δυο και τρία χρόνια και βγαίνει τώρα προς διάθεση, ενέχει πολλούς κινδύνους», προσθέτει ο κ. Γκατζάρας. «Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για έμφλοια, επεξεργασμένα ρύζια, συχνά οι ορυζόμυλοι αναγκάζονται να τα “περάσουν” ξανά από τους μύλους τους. Χώρια, φυσικά, όλα τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον τρόπο παραγωγής τους», σημειώνει.

«Γι’ αυτό και εμείς, τόσο ως Διεπαγγελματική, όσο και ως εκπρόσωποι των παραγωγών, δεν θα κουραστούμε να φωνάζουμε ότι πρέπει οι εισαγωγές από τις χώρες αυτές να υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους. Δεν γίνεται η ΕΕ να θεσπίζει και να υποχρεώνει -ορθώς- τους Ευρωπαίους καλλιεργητές να ακολουθούν αυστηρούς κανονισμούς για τη χρήση φυτοπροστατευτικών, το περιβάλλον, την παιδική εργασία κ.ά. και την ίδια στιγμή να επιτρέπει να εισάγεται προϊόν που μόνο αυτούς τους κανονισμούς δεν πληροί. Αυτά τα ζητήματα θα τα θίξουμε για άλλη μια φορά στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης τους αμέσως επόμενους μήνες και ελπίζουμε επιτέλους να βρούμε ανταπόκριση και να δοθεί μια λύση», τονίζει.

Συγκρατημένη αισιοδοξία για τη νέα σοδειά

Η ξηρασία στην Ευρώπη και δη στην Ιταλία, μεγαλύτερη παραγωγό στη Γηραιά Ήπειρο, είχε ως αποτέλεσμα φέτος τη δραματική πτώση των διαθέσιμων ποσοτήτων ρυζιού στην ευρωπαϊκή αγορά, γεγονός που στήριξε τις τιμές των μεσόσπερμων, οι οποίες επηρεάζονται σε πολύ μικρό βαθμό από τις εισαγωγές.

Για τη νέα χρονιά, τα πρώτα μηνύματα είναι ενθαρρυντικά, καθώς μπορεί οι καταρρακτώδεις βροχές της άνοιξης να ανέτρεψαν τις αρχικές εκτιμήσεις για περαιτέρω συρρίκνωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στην Ιταλία, ωστόσο ο άστατος καιρός των τελευταίων μηνών φαίνεται ότι θα επηρεάσει τις αποδόσεις. Την ίδια στιγμή, η ισπανική παραγωγή, λόγω των ξηροθερμικών συνθηκών που εξακολουθούν να μαστίζουν τη χώρα, ούτε φέτος αναμένεται να… σηκώσει κεφάλι.

Σύμφωνα με τον κ. Κουκουρίκη, ευνοϊκή για τη χώρα μας ενδεχομένως να αποδειχτεί η απαγόρευση εξαγωγών δημητριακών, μεταξύ αυτών και ρυζιού, από πλευράς Ρωσίας, καθώς η Τουρκία είναι ένας από τους σημαντικότερους πελάτες για το μεσόσπερμο ρύζι Rapan που καλλιεργείται στη χώρα και το οποίο μοιάζει με το «δικό» μας Ρονάλντο. Εξίσου ευνοϊκή για τα ευρωπαϊκά μακρύσπερμα ρύζια μπορεί να αποδειχθεί η διαφαινόμενη μείωση των διαθέσιμων ποσοτήτων από την Ασία, σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών τους.

Στα περσινά επίπεδα τα στρέμματα

Στην Ελλάδα, εν τω μεταξύ, οι σπορές, λόγω των βροχών, ξεκίνησαν αργότερα από το συνηθισμένο, στα τέλη Μαΐου, και ολοκληρώθηκαν στις αρχές Ιουνίου, με την έναρξη του αλωνισμού να τοποθετείται στις αρχές Οκτωβρίου.

Αν και ο ασυνήθιστα ήπιος χειμώνας έκανε αρκετά ουκ ολίγους παραγωγούς να «λοξοκοιτούν» προς το βαμβάκι, οι βροχές της άνοιξης σε συνδυασμό και με τις «καθισμένες» τιμές του τελευταίου, άλλαξαν το κλίμα, με αποτέλεσμα οι συνολικές εκτάσεις να φτάνουν τελικά πολύ κοντά στα 240.000 περσινά στρέμματα. Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι, στο πλαίσιο των προσπαθειών για την καταπολέμηση του κόκκινου ρυζιού, σπάρθηκαν φέτος αρκετές εκτάσεις με Provisia, δεν μεταβλήθηκε σημαντικά η αναλογία 70-30 μεταξύ των μεσόσπερμων και μακρύσπερμων ποικιλιών. Εξάλλου, μετά και τις βροχές του Μαΐου, που «φόρτωσαν» τα ποτάμια, δεν τίθεται κανένα ζήτημα για την επάρκεια του νερού.

Στα ύψη οι διεθνείς τιμές μετά το ινδικό μπλόκο στις εξαγωγές

Σε νέα υψηλά αναρριχώνται οι διεθνείς τιμές του ρυζιού, καθώς το φαινόμενο Ελ Νίνιο δοκιμάζει την Ασία, η οποία είναι υπεύθυνη για το 90% της παγκόσμιας παραγωγής.

Ο σχετικός Δείκτης Τιμών του FAO (FAO Αll Rice Price Index) έφτασε τον Ιούλιο τις 129,7 μονάδες, το υψηλότερο νούμερο από τον Σεπτέμβριο του 2021, αυξημένο κατά 2,8% σε σχέση με τον Ιούνιο (126,2 μονάδες) και κατά 19,7% σε σχέση με τον περσινό Ιούλιο. Τη νέα άνοδο των τιμών πυροδότησε η απόφαση της Ινδίας στις 20 Ιουλίου να αναστείλει τις εξαγωγές όλων των ειδών ρυζιού, πλην του μπασμάτι, λόγω των ανησυχιών για την επίπτωση του Ελ Νίνιο στη δική της παραγωγή -ανησυχίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εκθετική αύξηση των τιμών, οι οποίες έχουν ήδη ενισχυθεί κατά 20% σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο του 2022. Η Ινδία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού, με μερίδιο 40% στις ποσότητες που διακινούνται κάθε χρόνο σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το «πάγωμα» των ινδικών εξαγωγών έρχεται σε μια χρονική στιγμή που τα εποχικά αποθέματα στην Ασία είναι ούτως ή άλλως λιγοστά, ενώ δεν αποκλείεται τον ίδιο δρόμο να ακολουθήσουν και άλλες μεγάλες παραγωγικές χώρες. Στην Ταϊλάνδη, για παράδειγμα, δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα στον κόσμο, οι αρχές παρακινούν τους αγρότες να περιορίσουν τις εκτάσεις με ρύζι, ώστε να εξοικονομηθούν υδάτινοι πόροι, αφού μια από τις βασικές συνέπειες του Ελ Νίνιο είναι η μείωση των βροχοπτώσεων και η ταυτόχρονη άνοδος των θερμοκρασιών. Οι αναλυτές αναμένουν με μεγάλο ενδιαφέρον και τις κινήσεις χωρών όπως το Βιετνάμ και το Πακιστάν, οι οποίες εικάζεται ότι θα επηρεαστούν, έστω και σε μικρότερο βαθμό, από το φαινόμενο.

Οι βροχές σαρώνουν τις αποδόσεις στην Κίνα

Την ίδια στιγμή, η Fitch Ratings σε πρόσφατη έκθεσή της εκτιμά ότι το ισοζύγιο στην παγκόσμια αγορά ρυζιού ενδέχεται να πιεστεί ακόμα περισσότερο καθώς η Κίνα, μεγαλύτερη παραγωγός ρυζιού σε παγκόσμιο επίπεδο, βρίσκεται αντιμέτωπη με ισχυρές βροχοπτώσεις και πλημμύρες λόγω του τυφώνα Doksuri. Όπως αναφέρει ο οίκος, οι βροχές εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν τις αποδόσεις στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας σε μια έκταση που αντιπροσωπεύει σχεδόν το 25% της συνολικής παραγωγής ρυζιού της Κίνας, ενώ, τη στιγμή που γραφόταν η έκθεση, προς τον Βορρά κατευθυνόταν και ο τυφώνας Khanun.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της Fitch Ratings, οι ζημιές από τις νεροποντές, αν και δεν είναι ακόμα σαφείς, είναι πολύ πιθανό να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο τις τιμές του ρυζιού -όπως και άλλων σιτηρών- και να αυξήσουν τις εισαγωγές της χώρας στο β’ εξάμηνο, προκειμένου να καλυφθεί το κενό στην εσωτερική παραγωγή. Πέρα από το ρύζι, οι πλημμύρες αναμένεται να έχουν σοβαρό αντίκτυπο και σε άλλες μεγάλες καλλιέργειες, όπως η σόγια και το καλαμπόκι, γεγονός που θα θα αναγκάσει την Κίνα να αναζητήσει λύσεις μέσω των εισαγωγών.

Για την Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες-παραγωγούς της ΕΕ, όπως η Ιταλία, όσο οι τιμές στην Ασία αυξάνονται, τόσο περισσότερο θα κλείνει η ψαλίδα ανταγωνιστικότητας με το ευρωπαϊκό μακρύσπερμο ρύζι, που είναι και αυτό που επηρεάζεται περισσότερο από τις τριτοχωρικές εισαγωγές.