Πώς λούπινο και κουκί ωφελούν την κτηνοτροφία και το περιβάλλον

Η κάλυψη των διατροφικών αναγκών στον τομέα της κτηνοτροφίας αποτελεί το βασικό μέλημα για μία κτηνοτροφική μονάδα. Τα πρωτεϊνούχα φυτά συμβάλλουν σημαντικά στη διατροφή των ζώων και αυξάνουν την παραγωγικότητα. Αξιόλογο όμως ποσοστό των αναγκών της εγχώριας αγοράς καλύπτεται με εισαγωγές, κυρίως σόγιας.

Η αξιοποίηση γηγενών ειδών και ποικιλιών κτηνοτροφικών φυτών δίνει τη δυνατότητα σε γεωργούς και κτηνοτρόφους να καλύψουν ένα σημαντικό ποσοστό των υποχρεώσεων και της ζήτησης από την εγχώρια παραγωγή.

Παράλληλα, ορισμένες από αυτές τις ποικιλίες είναι προσαρμοσμένες στις εδαφοκλιματολογικές συνθήκες της χώρας και μπορούν να προσδώσουν ένα σημαντικό αποτέλεσμα, τόσο οικονομικό, όσο και περιβαλλοντικό.

Όμως, μέχρι και σήμερα, τα αποτελέσματα διαχείρισης και παραγωγής αυτών των ειδών βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα, λόγω της ελλιπούς ενημέρωσης, αλλά και της γνώσης γύρω από τις συγκεκριμένες καλλιέργειες.

Καλλιέργεια λούπινου ως εναλλακτική της σόγιας

Σύμφωνα με τον Στέλιο Βογιατζή, γεωργό και κτηνοτρόφο από τα Βασιλικά Θεσσαλονίκης, το λούπινο είναι μία εύκολη καλλιέργεια και δεν απαιτεί σημαντικές εισροές. Ο ίδιος μάλιστα χρησιμοποιεί το λούπινο στη βιολογική κτηνοτροφία και δεν κάνει χρήση σόγιας.

«Είναι ένα φυτό το οποίο δίνει πρωτεΐνες σε κοντινά ποσοστά με τη σόγια (35% το λούπινο, 40% η σόγια). Το μειονέκτημά του είναι ότι έχει πικρή γεύση και δεν το προτιμούν εύκολα τα ζώα. Εμείς το χρησιμοποιούμε στο 5% έως 6% του σιτηρεσίου, αλευροποιημένο με το ενσίρωμα».

Περιγράφοντας κάποια επιμέρους στοιχεία, ο κ. Βογιατζής είπε ότι μπορούν να αξιοποιηθούν φτωχά και άνυδρα εδάφη και οι αποδόσεις μπορούν να ξεπεράσουν ακόμα και τα 200 κιλά το στρέμμα. Σε ό,τι αφορά το θέμα των κουκιών, ο κ. Βογιατζής δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λόγω της δυνατότητας για δεύτερη καλλιέργεια στον ίδιο χρόνο.

«Σπέρνουμε αυτή την εποχή το κτηνοτροφικό κουκί και το συλλέγουμε το Μάιο. Το φυτό, επειδή είναι άζωτοδεσμευτικό ,έχει τη δυνατότητα να δώσει σημαντικές μονάδες αζώτου, τις οποίες εμείς χρησιμοποιούμε σε επίσπορες καλλιέργειες, όπως είναι το καλαμπόκι».

Σύμβαση που έμεινε στα χαρτιά

Για το κτηνοτροφικό κουκί μας μίλησε και ο Κοσμάς Τσιλιάς, από τον Τρίλοφο Θεσσαλονίκης. Η γνωριμία του με το φυτό έγινε μετά από σύμβαση με μονάδα ζωοτροφών, η οποία όμως δεν ολοκληρώθηκε.

«Μας υποσχέθηκαν ότι θα έπαιρναν το προϊόν αλλά τελικά άλλαξαν την τιμή που είχαμε συμφωνήσει, ζήταγαν λιγότερα από 30 λεπτά. Αυτό ήταν το αρνητικό της υπόθεσης, αλλά εμείς είδαμε και τη θετική πλευρά, ότι δηλαδή γνωρίσαμε ένα φυτό με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και πολλαπλές δυνατότητες. Το γεγονός ότι ξεπερνά σε πρωτεΐνη το 30% δίνει τη δυνατότητα στον κτηνοτρόφο να έχει τροφή με χαμηλότερο κόστος».

Περιγράφοντας τις δυνατότητες του κτηνοτροφικού κουκιού, ο κ. Τσιλιάς δείχνει ιδιαίτερα προβληματισμένος από τη μέχρι τώρα ενημέρωση των γεωργών και των κτηνοτρόφων γύρω από αυτό το φυτό.

«Το κτηνοτροφικό κουκί, και ειδικότερα ποικιλίες οι οποίες προσαρμόζονται στις εδαφοκλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας, έχουν τεράστιες δυνατότητες και μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, όπως επίσης και στην προστασία του περιβάλλοντος. Πρέπει άμεσα η πολιτεία να δείξει ενδιαφέρον για να στηρίξει αυτή την καλλιέργεια, για το καλό όλων μας», καταλήγει.