Bελτίωση Παραγωγικότητας: Πώς θα υποκατασταθεί η εισαγόμενη σόγια από εγχώρια παραγόμενες ζωοτροφές

του Γιώργου Βλόντζου, αναπληρωτή καθηγητή διευθυντή Εργαστηρίου Αγροτικής Οικονομίας και Καταναλωτικής Συμπεριφοράς Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ολοκληρώθηκε με επιτυχία το πρόγραμμα CROPFEED, το οποίο υλοποιήθηκε στο πλαίσιο της πρώτης προκήρυξης του «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ» και συγχρηματοδοτήθηκε με πόρους της ΕΕ. Το αντικείμενο του έργου ήταν η δημιουργία πρωτοκόλλου παραγωγής εγχώριων ζωοτροφών για τη διατροφή παραγωγικών ζώων, προκειμένου να αντικατασταθούν οι εισαγόμενες ζωοτροφές με εγχωρίως παραγόμενες χονδροειδείς και πρωτεϊνούχες ζωοτροφές, με στόχο τη μείωση του κόστους παραγωγής και την ανάπτυξη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, σε σύγκριση με την υφιστάμενη κατάσταση.

Το μείζον πρόβλημα των αγελαδοτροφικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα σήμερα είναι το υψηλό κόστος παραγωγής των κτηνοτροφικών προϊόντων, που τις καθιστά συχνά μη ανταγωνιστικές. Για τους λόγους αυτούς, το Εργαστήριο Γεωργίας και Εφαρμοσμένης Φυσιολογίας Φυτών, πρότεινε συγκεκριμένα φυτά τα οποία καλλιεργήθηκαν σε αγρούς, που διαχειρίζονται καλλιεργητές του Συνεταιρισμού ΘΕΣΓΗ.

Οι παραγόμενες ζωοτροφές ήταν επαρκείς για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών 50 αγελάδων γαλακτοπαραγωγής της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης του Πολύκαρπου Τριανταφύλλου στο Πολυδάμειο Φαρσάλων.

Οι κύριοι στόχοι της έρευνας ήταν οι εξής:

1. Αντικατάσταση των εισαγόμενων πρωτεϊνούχων συμπυκνωμένων ζωοτροφών με εγχώριας παραγωγής για μείωση κόστους παραγωγής κτηνοτροφικών μονάδων.

2. Αντικατάσταση του ενσιρώματος καλαμποκιού, που αποτελεί μια καλλιέργεια υψηλών απαιτήσεων, με ενσίρωμα καλλιεργειών χαμηλότερων απαιτήσεων, αλλά ισοδύναμης θρεπτικής αξίας.

3. Σχεδιασμός καλλιεργητικού πρωτοκόλλου παραγωγής σιτηρεσίου στην αγελαδοτροφία, με κύρια συστατικά το Switchgrass (Panicum virgatum L.), το κτηνοτροφικό μπιζέλι (Pisum sativum subsp. arvense L.) και το λευκό λούπινο (Lupinus albus).

4. Αξιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας τόσο της φυτικής, όσο και της ζωικής παραγωγής, έτσι ώστε να υπάρχει πλήρης τεκμηρίωση της βιωσιμότητας της εναλλακτικής πρότασης εκτροφής.

5. Καταγραφή ενός ολοκληρωμένου καταναλωτικού προφίλ ζωοτροφών από τους κτηνοτρόφους, προκειμένου να επαναπροσδιοριστεί η στρατηγική μάρκετινγκ του συνεταιρισμού ΘΕΣΓΗ στον χώρο των ζωοτροφών.

Από την έρευνα αυτή προέκυψαν πολύ σημαντικά συμπεράσματα, όσον αφορά τις κατάλληλες προϋποθέσεις που πρέπει να ισχύουν, προκειμένου η καλλιέργεια των παραπάνω προϊόντων να είναι επιτυχής. Πιο συγκεκριμένα, ο καλλιεργητικός οδηγός που έχει συνταχθεί δίνει στους παραγωγούς με απλό και κατανοητό τρόπο ενδεικτικές ποσότητες σπόρων, λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών προϊόντων που πρέπει να χρησιμοποιηθούν, το χρονοδιάγραμμα των απαιτούμενων καλλιεργητικών εργασιών και τις αναμενόμενες αποδόσεις. Ενδεικτικά, παρουσιάζεται η περίπτωση του λευκού λούπινου στον Πίνακα 1Α και 1Β.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1Α. ΛΕΥΚΟ ΛΟΥΠΙΝΟ

ΠΙΝΑΚΑΣ 1Β. ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

Το σύνολο των παραγόμενων προϊόντων χρησιμοποιήθηκε ως μείγμα ζωοτροφών για την κάλυψη διατροφικών αναγκών αγελάδων γαλακτοπαραγωγής. Στον πίνακα που παρατίθεται παρουσιάζονται τα τρία σιτηρέσια που δοκιμάστηκαν (Πίνακας 2).

ΠΙΝΑΚΑΣ 2. ΣΙΤΗΡΕΣΙΑ ΠΟΥ ΔΟΚΙΜΑΣΤΗΚΑΝ

Από την αξιολόγηση που έγινε προέκυψε ότι το πλέον αποδοτικό είναι το σιτηρέσιο Γ, όπου έχουμε μερική αντικατάσταση της σόγιας από τοπικά παραγόμενα ψυχανθή, αλλά και μείωση της χρήσης ενσιρώματος καλαμποκιού με ταυτόχρονη αντικατάστασή του με ενσίρωμα μηδικής και σόργου. Από την έρευνα σε επίπεδο κτηνοτρόφων, καταγράφηκε η επιθυμία τους να υιοθετήσουν το προτεινόμενο σιτηρέσιο, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι αυτό δεν προέκυψε εμπειρικά, αλλά είναι το αποτέλεσμα τριετούς έρευνας που διεξήχθη με την εφαρμογή διεθνώς αναγνωρισμένων μεθοδολογικών προσεγγίσεων.

Προτιμούν το premium

Επιπρόσθετα, διεξήχθη και έρευνα καταναλωτικής συμπεριφοράς σε εθνικό επίπεδο, με το ερώτημα της πρόθεσης αγοράς προϊόντων που έχουν παραχθεί από ζώα που έχουν τραφεί με εγχώριες ζωοτροφές. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά, καθώς μεγάλη μερίδα των καταναλωτών, κυρίως γυναίκες ηλικίας 35-44 ετών, είναι διατεθειμένη να πληρώσει premium τιμής, προκειμένου να αγοράσει τέτοιου είδους προϊόντα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει η ανάλογη πιστοποίηση για αυτό. Το σύνολο των αποτελεσμάτων είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα του προγράμματος.

Η έρευνα αυτή αναδεικνύει τις πολύ ενδιαφέρουσες προοπτικές που έχει ο χώρος της συνεργατικής σχέσης μεταξύ των αροτραίων καλλιεργειών και της ζωικής παραγωγής. Ακόμη και σε κλάδους παραγωγής όπου το επίπεδο ανταγωνισμού είναι ιδιαίτερα υψηλό και έντονο, το καταναλωτικό κοινό αποδεικνύει ότι έχει τη δύναμη να επανακαθορίσει τις προτεραιότητες της παραγωγικής βάσης.

Η τάση αυτή μπορεί να αξιοποιήσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που αποκτούν επιχειρήσεις, οι οποίες συνεργάζονται με ερευνητικά ιδρύματα της χώρας, μεταλαμπαδεύοντας έτσι τεχνογνωσία που παράγεται σε αυτά. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος προκήρυξης και υλοποίησης τέτοιου είδους προγραμμάτων, αρμονικής, ουσιώδους και πραγματικής συνεργασίας γεωργικών επιχειρήσεων και πανεπιστημίων.

Τα αποτελέσματα του προγράμματος επιβεβαιώνουν τη ρεαλιστικότητα του στόχου της μερικής αποδέσμευσης της ζωικής παραγωγής από εισαγωγές σόγιας με εγχωρίως παραγόμενες ζωοτροφές. Η προοπτική αυτή έχει πολλαπλά οφέλη και για τη φυτική παραγωγή μιας μεσογειακής χώρας, όπως η Ελλάδα, γιατί προσφέρει βιώσιμες εναλλακτικές αμειψισποράς στους παραγωγούς, με άμεσα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη.

Τα αποτελέσματα έχουν παρουσιαστεί σε σειρά διεθνών συνεδρίων και έχουν δημοσιευτεί σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά. Τέλος, η διεπιστημονική αυτή προσπάθεια αποτελεί σημείο αναφοράς για μελλοντικές έρευνες, προκειμένου να είναι δυνατή η πιστοποίηση της όλης διαδικασίας και να αναπτυχθούν οι απαραίτητες συμβολαιακές σχέσεις μεταξύ των συμμετεχόντων στην αλυσίδα παραγωγής και αξίας των τελικών προς χρήση προϊόντων, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο το λειτουργικό ρίσκο που συνοδεύει το αγροτικό επιχειρείν.