Πλάνα επιβίωσης καταστρώνει η βιομηχανία τροφίμων

Θέμα βιωσιμότητας του κλάδου θέτει το εκρηκτικό κοκτέιλ των ανατιμήσεων

Τις πολλαπλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η βιομηχανία τροφίμων, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις μπορούν να οδηγήσουν σε προβλήματα βιωσιμότητας, επεσήμανε ο πρόεδρος του ΣΕΒΤ, Ιωάννης Γιώτης (φωτό πάνω δεξιά), μιλώντας στην ετήσια γενική συνέλευση των μελών του Συνδέσμου που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα.

Ζήτησε, μάλιστα, από την πολιτεία τη συνέχιση της στήριξης των επιχειρήσεων, ώστε να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στην αύξηση του ενεργειακού κόστους. «Οι προκλήσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε δεν σχετίζονται πλέον με στόχους και στρατηγικές, αλλά με πρωτόγνωρες συνθήκες που δεν έχουν προηγούμενο.

Οι επιπτώσεις σε επίπεδο παραγωγής, μεταποίησης, αγοράς, καταναλωτών είναι πολλές, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται όχι μόνο η ανάπτυξη, αλλά και η βιωσιμότητα του κλάδου μας», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο πρόεδρος του ΣΕΒΤ τόνισε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικές οι ελλείψεις που σημειώνονται πλέον στις πρώτες ύλες με τον κλάδο να αντιμετωπίζει πληθωριστικές πιέσεις και αυξήσεις στην ενέργεια και στις μεταφορές, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλίσει την ομαλή και απρόσκοπτη τροφοδοσία της αγοράς.

«Οι καταναλωτές που αποτελούν τον κινητήριο μοχλό για τη βιομηχανία έχουν υποστεί ουσιαστική μείωση στην αγοραστική τους δύναμη, ενώ οι αλλαγές στην καταναλωτική τους συμπεριφορά είναι σημαντικές και αναπόφευκτα επηρεάζουν τον κλάδο».

Koυμπωμένος για μείωση ΦΠΑ ο Γ. Γεωργαντάς

Ο πρόεδρος του ΣΕΒΤ ζήτησε επίσης τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων για την εισαγωγή πρώτων υλών με πιο γρήγορες διαδικασίες ελέγχων και εξεύρεση εναλλακτικών πηγών για ενέργεια και προμήθεια πρώτων υλών. Ο κ. Γιώτης τόνισε ότι είναι απαραίτητη η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, προκειμένου να μειωθούν οι πιέσεις για τη βιομηχανία και τους καταναλωτές.

Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Γιώργος Γεωργαντάς, ωστόσο, εμμέσως πλην σαφώς απάντησε αρνητικά στο συγκεκριμένο αίτημα, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση θα στηρίξει τη Βιομηχανία Τροφίμων με μέτρα που αφορούν το ενεργειακό κόστος. Ο κ. Γεωργαντάς προσέθεσε ότι το δημοσιονομικό κενό από τη μείωση του ΦΠΑ θα μπορούσε να καλυφθεί, ωστόσο, δεν κρίνεται ως αποτελεσματικό μέτρο στην παρούσα φάση.

«Στις ζωοτροφές και στα λιπάσματα, που μειώθηκε ο ΦΠΑ στο 6% από το 13%, δεν είδα την αποτελεσματικότητα εκείνη τελικά στις τιμές που ήθελα να δω», τόνισε. Παρέπεμψε, ωστόσο, για περισσότερες διευκρινίσεις στο υπουργείο Οικονομικών.

«Υπάρχει πιο αρμόδιο υπουργείο, όπως το Οικονομικών, για να αξιολογήσει τη σκοπιμότητα και την αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου μέτρου. Είμαι ανοιχτός και θετικός σε όποιο μέτρο πραγματικά θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις για να μειώσουν το κόστος στον καταναλωτή», σημείωσε.

Ο υπουργός κάλεσε τις επιχειρήσεις του κλάδου να αξιοποιήσουν τις νέες τεχνολογίες ειδικά αυτή την εποχή που υπάρχουν σχετικά χρηματοδοτικά εργαλεία και να στραφούν στη διεκδίκηση μεγαλύτερου μεριδίου της αγοράς του εξωτερικού, κάτι στο οποίο το υπουργείο πρόκειται να είναι υποστηρικτικό. «Πολλές επιχειρήσεις του κλάδου οφείλουν να αλλάξουν πολλά», τόνισε χαρακτηριστικά.

Η ενέργεια θα παραμείνει ψηλά

Την κατάσταση στον τομέα της ενέργειας ως έχει παρουσίασε ο Ανδρέας Σιαμίσιης, διευθύνων σύμβουλος των ΕΛΠΕ και πρόεδρος του Συμβουλίου του ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, τονίζοντας ότι χρειάζεται να καταρριφθούν κάποιες εντυπώσεις που δεν επιτρέπουν να δούμε καθαρά το θέμα της ενέργειας, το οποίο όπως τόνισε «είναι δομικό» και δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία.

«Οι τιμές είχαν ανέβει πριν από την εισβολή» τόνισε και σημείωσε εμφατικά ότι οι τιμές θα κατέβουν, αλλά όχι σύντομα, «δεν πρόκειται οι τιμές στην ενέργεια να μειωθούν μέσα στο επόμενο τρίμηνο ή εξάμηνο και δεν θα φτάσουν στα προηγούμενα επίπεδα».

Στο πρόβλημα των πρώτων υλών σε όλα τα επίπεδα της παραγωγής, που είναι είναι ιδιαίτερα οξυμένο, αναφέρθηκε και ο κ. Σιαμίσιης.

Το κόστος της διακίνησης ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, που εξαιτίας του τουρισμού η ανάγκη για μεταφορές τροφίμων είτε στην ξηρά είτε και μέσω θαλάσσης στα νησιά εκτοξεύεται, θα αποτελέσει το κυριότερο στοιχείο αύξησης του κόστους για τις επιχειρήσεις.

Κάλεσε, επίσης, τις βιομηχανίες τροφίμων να ελέγχουν συχνά τα σημεία αποθήκευσης και λιανικής πώλησης των προϊόντων τους, δεδομένου ότι λόγω της αύξησης του κόστους της ενέργειας «πολλοί μπορεί να μπουν στον πειρασμό να μειώσουν την ψύξη, γεγονός που πιθανότατα θα έχει επίπτωση στην ποιότητα, αλλά και στην ασφάλεια των πωλούμενων προϊόντων».

Μειώνονται οι εισκομίσεις γάλακτος

Σε οριακό σημείο βρίσκονται οι γαλακτοβιομηχανίες και οι τυροκομικές επιχειρήσεις, δεδομένου ότι οι κτηνοτρόφοι έχουν από τη μια περιορίσει τη διατροφή των ζώων λόγω της αύξησης του κόστους των ζωοτροφών, ενώ την ίδια στιγμή μειώνουν δραστικά το ζωικό τους κεφάλαιο, οδηγώντας πολλά ζώα για σφαγή.

Ο νέος διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΛΤΑ, Χρήστος Τσόλκας, απευθυνόμενος στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Γεωργαντά, τόνισε ότι καταγράφεται μεγάλη μείωση στις εισκομίσεις γάλακτος λόγω του αυξημένου κόστους στην κτηνοτροφία. «Υπάρχει μείωση της παραγωγής γάλακτος, καθώς πολλοί κτηνοτρόφοι λόγω αυξημένου κόστους προτιμούν να οδηγούν κάποια ζώα σε σφαγή», τόνισε.

Στο ίδιο πνεύμα ο κ. Θανάσης Παπανικολάου, CEΟ της Vivartia, συμπλήρωσε ότι η ΔΕΛΤΑ ξεμένει από γάλα και η Μπάρμπα Στάθης δεν μπορεί να βρει εργατικά χέρια.

Ν. ΒΕΤΤΑΣ, γεν. διευθυντης IOBE
Δύσκολο να μαζευτούν σύντομα οι τιμές

Ο καθηγητής Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, μιλώντας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒΤ, εμφανίστηκε απαισιόδοξος ως προς την πιθανότητα να σταματήσει η άνοδος των τιμών. «Δεν μαζεύονται ποτέ οι τιμές έως ότου νιώσει τον πόνο ο αγοραστής και περιορίσει τις αγορές του», είπε χαρακτηριστικά.

Ο ίδιος απέδωσε το φαινόμενο του πληθωρισμού κυρίως στις ανισορροπίες που προκάλεσε η πανδημία. Έφτασε χρήμα σε πολλούς λόγω των πολιτικών στήριξης, την ώρα που δεν μπορούσαν να καταναλώσουν. «Αυτό απελευθερώθηκε στη συνέχεια και δημιούργησε πληθωρισμό», υποστήριξε.

Ο κ. Βέττας σημείωσε ότι ένα σημαντικό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι βιομηχανίες είναι η έλλειψη καταναλωτικής εμπιστοσύνης στην Ελλάδα, ο δείκτης της οποίας βρίσκεται σε επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.

Συγκεκριμένα, όπως τόνισε ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αυξήθηκε τον Μάιο και διαμορφώθηκε στις -51,3 μονάδες από -55,3 τον προηγούμενο μήνα, αισθητά χαμηλότερα από την αντίστοιχη περυσινή περίοδο που ήταν στις -21,9 μονάδες.

Η διακύμανση του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τον κλάδο Τροφίμων και Ποτών επεσήμανε ο κ. Βέττας.