Αφιέρωμα: Πώς μεγιστοποιούμε την παραγωγή και την ποιότητα του βαμβακιού

Mε την περίοδο των σπορών του βαμβακιού να πλησιάζει και την επιστημονική τεκμηρίωση από το ΓΠΑ για την ανάγκη ενίσχυσης του προϊόντος ώστε να αποκτήσει περιβαλλοντικό ισχυρισμό και να καταστεί πιο ανταγωνιστικό να είναι πλέον γνωστή, ένας εκ των κορυφαίων ειδικών στον τομέα, ο Δρ Μ. Νταράουσε, δίνει χρήσιμες συμβουλές στους βαμβακοκαλλιεργητές.

γράφει ο Δρ Μωχάμεντ Νταράουσε,
τέως προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος

Περίπου στις αρχές Απριλίου αναμένεται να ξεκινήσει η σπορά του βαμβακιού, αν και αυτό θα εξαρτηθεί από τις καιρικές συνθήκες. Ο άστατος καιρός που επικράτησε κατά τη διάρκεια της προηγούμενης καλλιεργητικής περιόδου σε πολλές περιοχές της χώρας έχει προκαλέσει ανησυχία στους παραγωγούς, κυρίως της Θεσσαλίας, με τις δύο πλημμύρες που προκάλεσαν μεγάλες ζημιές στην καλλιέργεια.

Οι επιπτώσεις των πλημμυρών δεν έχουν ξεπεραστεί ακόμα σε πολλές περιοχές της Θεσσαλίας. Η μεγάλη ανύψωση του υδροφόρου ορίζοντα δημιουργεί προβλήματα, διότι ακόμα και με τις μικρές βροχοπτώσεις παρατηρείται συγκράτηση επιφανειακού νερού σε αρκετά χωράφια.

Αυτό δυσκολεύει τις εργασίες για προετοιμασία των αγρών για τη σπορά. Έτσι, σε περίπτωση που σημειωθούν βροχοπτώσεις, αυτές μπορεί να οδηγήσουν στην καθυστέρηση της σποράς και να έχουμε μια όψιμη καλλιέργεια.

Προετοιμασία χωραφιών

Σχετικά με την προετοιμασία των χωραφιών, όταν για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν γίνει τα προηγούμενα οργώματα, τότε είναι δυνατό να γίνει όργωμα την άνοιξη, η επιτυχία του οποίου εξαρτάται από την υγρασία του εδάφους. Η επιλογή του κατάλληλου χρόνου για όργωμα έχει μεγάλη σημασία, διότι αν οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές, μπορεί να δημιουργηθούν μεγάλοι σβώλοι, με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί το κατάλληλο ψιλοχωμάτισμα.

Το ανοιξιάτικο όργωμα πρέπει να είναι ελαφρύ, επειδή γίνεται κοντά στη σπορά και μπορεί να αποδειχθεί επιζήμιο σε περίπτωση απώλειας της εδαφικής υγρασίας. Το δισκοσβάρνισμα ή η επιφανειακή κατεργασία του εδάφους πριν από τη σπορά έχει ως σκοπό την καταστροφή των ζιζανίων, την αποτελεσματική ενσωμάτωση των λιπασμάτων και των ζιζανιοκτόνων και την ισοπέδωση τυχόν ανωμαλιών του αγρού για να δημιουργηθεί η κατάλληλη σποροκλίνη για το φύτρωμα.

Ο στόχος της κατεργασίας του εδάφους, πέρα από τη σποροκλίνη, είναι η χαλάρωση της δομής του για τη διασφάλιση του κατάλληλου αερισμού (διαθεσιμότητα οξυγόνου), διότι οι ελαιούχοι σπόροι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη σε οξυγόνο για να φυτρώσουν. Επιπλέον, αποσκοπεί στη διασφάλιση της ταχείας ανάπτυξης των ριζών, την αύξηση της ζώνης της ριζόσφαιρας και τη συγκράτηση και αφομοίωση του νερού από τα φυτά.

Η επιλογή του κατάλληλου χρόνου για όργωμα έχει μεγάλη σημασία, διότι αν οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές, μπορεί να δημιουργηθούν μεγάλοι σβώλοι, με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί το κατάλληλο ψιλοχωμάτισμα

Ως εκ τούτου, θα πρέπει να αποφεύγεται η υπερβολική κατεργασία του εδάφους και η χρήση βαρέων μηχανημάτων που δημιουργούν δυσμενείς συνθήκες με τη συμπίεσή του. Οι παραγωγοί θα πρέπει σταδιακά να υιοθετήσουν νέα περιβαλλοντικά συστήματα, ως μια απαίτηση της νέας ΚΑΠ, όπως η αναγεννητική γεωργία και άλλα συστήματα μειωμένης κατεργασίας του εδάφους, από τα οποία θεωρώ ότι το πιο κατάλληλο για τις ελληνικές συνθήκες είναι το strip tillage και τα συστήματα στενών γραμμών.

Λίπανση

Η λίπανση αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες για να επιτευχθεί μια καλή παραγωγή και ποιότητα. Δεν νοείται η σύσταση λιπαντικών χωρίς να έχει προηγηθεί μια ανάλυση της χημικής και της μηχανικής σύστασης του εδάφους.

Η γνώση του ph του εδάφους είναι σημαντικός παράγοντας για την επιλογή της χημικής μορφής των θρεπτικών στοιχείων στο λίπασμα. Συνεπώς, ο παραγωγός θα πρέπει να γνωρίζει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά του εδάφους που καλλιεργεί, έτσι ώστε να επιλεχθεί ο κατάλληλος τύπος και η κατάλληλη ποσότητα λιπάσματος που απαιτεί η καλλιέργεια.

Η έλλειψη θρεπτικών στοιχείων και η υπερβολική λίπανση δημιουργούν δυσμενείς συνθήκες για την εξέλιξη και την ανάπτυξη της καλλιέργειας. Έτσι, η λίπανση θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης του εδάφους.

Είναι γνωστό ότι το βαμβάκι, με τη συγκομιδή, δεν απομακρύνει μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων από το έδαφος, διότι η ίνα περιέχει αμελητέες ποσότητες ανόργανων στοιχείων. Συγκριτικά με άλλες καλλιέργειες, οι απαιτήσεις του βαμβακιού σε λιπάσματα είναι μικρές, διότι δεν αφαιρεί πολλά στοιχεία από το έδαφος, αφού μετά τη συγκομιδή του προϊόντος παραμένει στο χωράφι το 77% περίπου της φυτικής μάζας (ρίζες, στελέχη, φύλλα).

Η εφαρμογή των λιπασμάτων μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους: Με διασπορά του λιπάσματος χρησιμοποιώντας λιπασματοδιανομέα, γραμμικά –που γίνεται κατά μήκος της γραμμής σποράς–, εντοπισμένη –που τοποθετείται κάτω και δίπλα από τη γραμμή σποράς– και με στάγδην άρδευση (υδρολίπανση). Ανάλογα με τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής, η λίπανση διακρίνεται σε επιφανειακή και βασική, η οποία εφαρμόζεται πριν ή κατά τη σπορά, και συνήθως γίνεται με φωσφορικά, καλιούχα ή οργανικά λιπάσματα.

Η επιφανειακή λίπανση εφαρμόζεται μετά τη σπορά για τα αζωτούχα λιπάσματα (νιτρική ή αμμωνιακή μορφή). Η διαφυλλική λίπανση γίνεται με ψεκασμό των φύλλων με υδατοδιαλυτές μορφές λιπασμάτων, η οποία συνήθως χρησιμοποιείται όταν η καλλιέργεια εμφανίζει για διάφορους λόγους τροφοπενίες, δηλαδή όταν το έδαφος δεν μπορεί να τροφοδοτήσει τα φυτά με επαρκή ποσότητα ορισμένων θρεπτικών στοιχείων.

Εκείνο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την ποσότητα της λίπανσης είναι η στρεμματική απόδοση του χωραφιού, διότι η απομάκρυνση θρεπτικών στοιχείων από το έδαφος εξαρτάται από την παραγόμενη ποσότητα σε σύσπορο, έτσι οι ανάγκες της καλλιέργειας σε λιπαντικές μονάδες είναι διαφορετική μεταξύ των αγρών με διαφορετικές παραγωγικότητες.

Καταπολέμηση ζιζανίων

Τα ζιζάνια συναγωνίζονται την καλλιέργεια σε νερό, θρεπτικά στοιχεία και σε φως, ενώ συγχρόνως προσελκύουν εχθρούς και ασθένειες. Επίσης, αυξάνουν τις ξένες ύλες στο τελικό προϊόν. Συνεπώς, η καταπολέμηση των ζιζανίων είναι σημαντική προϋπόθεση για να επιτευχθεί μια καλή παραγωγή και ποιότητα. Οι πλημμύρες που σημειώθηκαν στη Θεσσαλία αναμένεται να αυξήσουν τον αριθμό των ζιζανίων σε αρκετές περιοχές, όπως δείχνουν κάποιες εικόνες της περιοχής, λόγω και της μεταφοράς σπόρων ζιζανίων από αλλού.

Ο έλεγχος των ζιζανίων κατά την άνοιξη, πριν ή μετά τη σπορά, μπορεί να γίνει μηχανικά και χημικά, με χρήση ζιζανιοκτόνων. Τα προφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα χρησιμοποιούνται πριν από τη σπορά ή κατά τη σπορά, πριν από το φύτρωμα, ενώ τα μεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα εφαρμόζονται μετά το φύτρωμα, όταν τα φυτά έχουν ύψος 12-16 εκ.

Η ζιζανιοκτονία διακρίνεται σε ενσωματούμενη και επιφανειακή. Η ενσωμάτωση γίνεται πριν ή κατά τη σπορά, με δισκοσβάρνα ή με καλλιεργητή προετοιμασίας. Η εργασία αυτή απαιτεί το έδαφος να είναι καλά ψιλοχωματισμένο, να έχει την κατάλληλη υγρασία και η ενσωμάτωση να γίνει σε βάθος 3-5 εκ. Τα επιφανειακά ζιζανιοκτόνα εφαρμόζονται μετά τη σπορά και πριν από το φύτρωμα.

Η χημική καταπολέμηση ζιζανίων πρέπει να γίνεται με εκλεκτικές δραστικές ουσίες, χωρίς να επηρεάζονται τα φυτά. Οι μεγάλες δόσεις χάνουν την εκλεκτικότητά τους και ενδέχεται να επηρεάσουν τα φυτά. Η μηχανική αντιμετώπιση ζιζανίων γίνεται πριν από τη σπορά, με το όργωμα, με χρήση καλλιεργητή ή δισκοσβάρνα, ενώ μετά το φύτρωμα γίνεται μεταξύ των γραμμών, με μηχανοσκαλιστήρι.

Σπορά

Σχετικά με τη σπορά, ο παραγωγός πρέπει να χρησιμοποιεί εγγυημένο σπόρο, καλής ποιότητας και υψηλής βλαστικότητας (πάνω από 80%), απεντομωμένο και απολυμασμένο, έτσι ώστε να διασφαλίζεται το καλό φύτρωμα χωρίς να μεταφέρονται εχθροί και ασθένειες στην καλλιέργεια.

Η σπορά γίνεται, συνήθως, Απρίλιο-Μάιο και ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, κυρίως της θερμοκρασίας και της υγρασίας του εδάφους. Το βάθος της σποράς κυμαίνεται στα 2-5 εκ. Σε πρώιμη σπορά, ο σπόρος πρέπει να τοποθετείται σε μικρό βάθος 2-3 εκ., όπου η θερμοκρασία του εδάφους είναι υψηλότερη και χρειάζεται μικρότερη δύναμη και χρόνο για να φυτρώσει. Μεγάλος αριθμός φυτών σημαίνει κατανάλωση περισσότερου νερού και λιπασμάτων για την ίδια παραγωγή, ίσως και μικρότερη.

Σε όψιμη σπορά, ο σπόρος μπορεί να τοποθετηθεί και βαθύτερα για να διασφαλιστεί η υγρασία. Στην περίπτωση αυτή, η θερμοκρασία εδάφους είναι υψηλή και ο σπόρος έχει μεγαλύτερη δύναμη να υπερνικήσει το μεγάλο βάθος σποράς. Σε χωράφια ελαφρά (αμμώδη, ιλυοαμμώδη), που δημιουργούν κρούστα μετά από βροχή ή πότισμα, μπορεί να χρησιμοποιείται περισσότερος σπόρος (γιατί σαπίζει εύκολα) και να τοποθετείται σε μικρό βάθος (2 εκ.), ώστε να μπορεί εύκολα να θερμανθεί και να σπάσει την κρούστα.

Αντίθετα, σε χωράφια που γρήγορα θερμαίνονται, σχίζουν και δεν κρουστιάζουν, θα πρέπει το βάθος σποράς να είναι μεγαλύτερο, περίπου 3-5 εκ. Για τα ελληνικά δεδομένα, πάντα, συστήνεται η πρώιμη σπορά, προκειμένου να υπάρχει αρκετός χρόνος επανασποράς σε περίπτωση αποτυχίας του φυτρώματος, για την άνθιση και για να αποφευχθούν οι μεγάλες ζημιές από ρόδινο και πράσινο σκουλήκι και, τέλος, για να έχουμε πρώιμη συγκομιδή πριν από τις πρώιμες βροχές του Σεπτεμβρίου κατά τη συγκομιδή. Υπάρχουν ενδείξεις πως, όσο αναβάλλεται η σπορά, τόσο ο αριθμός των λουλουδιών ανά φυτό είναι μικρότερος και το ποσοστό ανθόρροιας μεγαλύτερο.

Η ποσότητα του σπόρου είναι 1,8-2 κιλά/στρέμμα και εξαρτάται από την ποιότητα του σπόρου (βλαστικότητα, καθαρότητα, βλαστική δύναμη), την ποικιλία, την εποχή σποράς και, τέλος, από τη σύσταση του χωραφιού. Στις πρώιμες ποικιλίες, σε σχέση με τις όψιμες, ίσως χρειάζονται περισσότεροι σπόροι (περισσότερα φυτά), διότι αρκετοί σπόροι σαπίζουν εύκολα.

Σε χωράφια αμμουδερά και ιλυοαμμώδη, που δημιουργούν κρούστα, χρειάζεται περισσότερος σπόρος, διότι εύκολα μπορεί να σαπίσει, ενώ στα αργιλώδη (μαυρόγεια) χωράφια, που αερίζονται καλά και θερμαίνονται εύκολα, χρειάζεται λιγότερος σπόρος.