Aγροχημικά: Ξαναμοιράζεται η πίτα στην παγκόσμια αγορά

Bayer και BASF φλερτάρoυν τη Monsanto, καθώς συνεχίζεται η συγκέντρωση σε σπόρους και φυτοπροστατευτικά

Aγροχημικά: Ξαναμοιράζεται η πίτα στην παγκόσμια αγορά

Το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, η πληροφορία ότι η BASF εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να καταθέσει πρόταση για την εξαγορά της Monsanto έκανε τον γύρο των διεθνών ειδησεογραφικών δικτύων, προκαλώντας το σχετικό «σούσουρο» στα γραφεία των επιχειρηματιών του κλάδου.

Δεν πέρασαν λίγες ώρες και το Bloomberg ήρθε να αποκαλύψει ότι την ίδια ακριβώς σκέψη με τη γερμανική βιομηχανία χημικών κάνει και η «συμπατριώτισσά» της, η Bayer. Αυτήν τη φορά, η είδηση συνοδευόταν από αριθμούς, με το ρεπορτάζ να κάνει λόγο για προσφορά άνω των 40 δισ. ευρώ, που είναι αυτήν τη στιγμή η χρηματιστηριακή αξία της Μοnsanto. Της ίδιας Monsanto, που πριν από λίγους μήνες κυνηγούσε μέχρι την τελευταία στιγμή το «σούπερ-ντηλ» με τη Syngenta. Οι συζητήσεις δεν ευοδώθηκαν, η ελβετική εταιρεία κατέληξε τελικά στα χέρια των Κινέζων (ChemChina) και ο αμερικανικός κολοσσός, που έχει συνδέσει το όνομά του με τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους, αλλά και το γνωστό –όσο και αμφιλεγόμενο– φυτοπροστατευτικό Roundup, βρέθηκε ξαφνικά να αποτελεί ο ίδιος στόχο εξαγοράς.

Όταν ο κυνηγός γίνεται… θήραμα

Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται παρά για ακόμα έναν γύρο στο «παιχνίδι» της συγκέντρωσης, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη εδώ και έναν χρόνο περίπου στην παγκόσμια αγορά των αγροχημικών. Ένα παιχνίδι, στο οποίο ο χρόνος είναι πλέον πυκνός, οι ρόλοι αντιστρέφονται συνεχώς και ο κάθε «παίκτης» μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρεθεί από τη θέση του κυνηγού σε εκείνη του… θηράματος.

Οι συζητήσεις μεταξύ Bayer και Monsanto βρίσκονται σε προκαταρκτικό στάδιο. Ωστόσο, και μόνο το γεγονός ότι οι Γερμανοί σκέφτονται να προχωρήσουν στην εξαγορά του Αμερικανού ανταγωνιστή τους είναι ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί στον κλάδο και το οποίο μπορεί να συνοψιστεί στο μότο «όσο μεγαλύτερα τόσο καλύτερα».

Dow Chemical και DuPont έχουν ήδη δώσει τα χέρια και απομένει το «πράσινο φως» των Αρχών Ανταγωνισμού, προκειμένου να επισφραγιστεί η αξίας 130 δισ. δολαρίων συγχώνευση, ενώ η China National Chemical Corp. (ChemChina) έχει συμφωνήσει να αποκτήσει τον έλεγχο της Syngenta έναντι 46 δισ. δολαρίων. Η τελευταία αντιστάθηκε στο φλερτ της Monsanto, η οποία τον Αύγουστο του 2015 είχε καταθέσει περίπου ισάξια προσφορά.

Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, δύο είναι οι κυριότεροι παράγοντες που αναγκάζουν τις μεγάλες βιομηχανίες αγροτικών εφοδίων να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και καθιστούν σχεδόν νομοτελειακή τη συνένωση δυνάμεων: α) οι ασθενικοί ρυθμοί της παγκόσμιας ανάκαμψης και β) οι χαμηλές τιμές των αγροτικών εμπορευμάτων, τα οποία δεν έχουν βγει ακόμα από τον πτωτικό τους κύκλο και πιέζουν τα εισοδήματα των παραγωγών. Aμφότερα αυτά τα στοιχεία «μεταφράζονται» σε χαμηλή ζήτηση.

«Kλειδί» η πτώση των εμπορευμάτων

Μια συμφωνία μεταξύ Bayer και Μοnsanto θα δημιουργούσε αναμφίβολα τον μεγαλύτερο όμιλο σπόρων και φυτοπροστατευτικών στον κόσμο, φέρνοντας κάτω από την ίδια στέγη δύο πασίγνωστα brandnames, καθώς και προϊόντα, όπως το Sivanto (Βayer) και το Roundup (Μοnsanto). H Bayer CropScience, δηλαδή ο «αγροτικός βραχίονας» της Bayer, αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη σε μέγεθος δραστηριότητα του γερμανικού φαρμακευτικού κολοσσού, με τζίρο που το 2015 έφτασε τα 11,5 δισ. δολάρια (10,4 δισ. ευρώ).

Εκτός από τα φυτοπροστατευτικά, η εταιρεία έχει ρίξει μεγάλο βάρος τα τελευταία χρόνια στο κομμάτι των σπόρων, όπου φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε έναν από τους ισχυρότερους «παίκτες». Ενδεχόμενη απόκτηση της Monsanto θα εξυπηρετούσε αυτόν ακριβώς τον στόχο, δεν θα ήταν ωστόσο η μοναδική αμοιβαία επωφελής συνέργεια που θα μπορούσε να επιτευχθεί. Οι δύο επίδοξοι συνέταιροι θα μπορούσαν να εξοικονομήσουν σημαντικά ποσά για έρευνα και ανάπτυξη (R&D), αξιοποιώντας, ταυτόχρονα, την τεχνογνωσία και το δίκτυο που η καθεμιά έχει αποκτήσει στους τομείς εξειδίκευσής της: Δηλαδή, η Bayer CropScience στα φυτοπροστατευτικά και η Monsanto στους σπόρους.

Η Bayer CropScience αποτελεί, αυτήν τη στιγμή, τον δεύτερο μεγαλύτερο «παίκτη» στην παγκόσμια αγορά των φυτοπροστατευτικών, με μερίδιο που, σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων του κλάδου, φτάνει το 18%, ενώ η Syngenta προηγείται με 19%. Η Monsanto έχει τη μερίδα του λέοντος στους σπόρους, με μερίδιο 26%, ακολουθούμενη από την DuPont, που κατέχει το 21%.

Οι ενστάσεις των αναλυτών

Πάντως, δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που προβλέπουν ότι, αν και δεν στερείται στρατηγικής λογικής, η εξαγορά της Monsanto από την Bayer δύσκολα θα προχωρήσει και ότι πιθανότερο είναι να δούμε άλλες μορφές συνεργασίας ή στοχευμένες συμπράξεις μεταξύ των δύο ομίλων. Παρά το γεγονός ότι η μετοχή της Μonsanto έχει υποχωρήσει κατά 28% τους τελευταίους 12 μήνες, πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος, Hugh Grant, «αποκήρυξε» τις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις, λέγοντας ότι η εταιρεία του μπορεί να επιβιώσει με τις δικές της δυνάμεις στην καταιγίδα συγκέντρωσης που και ο ίδιος αναμένει ότι θα ακολουθήσει. Αυτό σημαίνει ότι η Bayer (με συνολική κεφαλαιοποίηση που ξεπερνά τα 90 δισ. δολάρια) θα πρέπει να τη δελεάσει με ένα υψηλό premium της τάξης του 30% που, με την τιμή που έκλεισαν οι μετοχές της Monsanto την περασμένη Τετάρτη, θα κοστολογούσε την εταιρεία στα 60 δισ. δολάρια, χωρίς να συνυπολογίζουμε τα 7 δισ. δολάρια χρεών που πρέπει να αναληφθούν…

Γιάννης Τσατσάκης