Ακριβαίνουν τα λιπάσματα το 2021

Αύξηση της ζήτησης λόγω των ενισχυμένων τιμών σε βασικά αγροτικά προϊόντα διαβλέπουν οι αναλυτές

Αντιστροφή της πτωτικής τάσης που καταγράφηκε το 2020 στις τιμές των λιπασμάτων παγκοσμίως αναμένουν για την επόμενη χρονιά οι αναλυτές, δίχως μάλιστα αυτό να επηρεάζει αρνητικά τη ζήτηση, η οποία, σύμφωνα με τους ίδιους, θα είναι εξίσου αν όχι και περισσότερο ισχυρή.

Το σενάριο αυτό υποστηρίζεται από τις αυξημένες τιμές των αγροτικών εμπορευμάτων, σε μια συγκυρία που οι περισσότεροι άλλοι κλάδοι, αλλά και η παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της προσπαθούν να ανακτήσουν τον βηματισμό τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μηνιαίος Δείκτης Τιμών Τροφίμων του FAO (Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ) αναρριχήθηκε τον Νοέμβριο σε υψηλά σχεδόν έξι ετών, ενώ η Παγκόσμια Τράπεζα προέβλεψε σε πρόσφατη ανάλυσή της ότι ο αντίστοιχος δικός της δείκτης (World Bank Food Price Index) θα κλείσει το 2020 με αύξηση άνω του 3%, ακολουθούμενη από νέα αύξηση 1,5% το 2020.

Σημαντικό ρόλο φαίνεται ότι έχει παίξει εδώ η αναθεώρηση επί τα χείρω των αρχικών εκτιμήσεων για τη διαθεσιμότητα κάποιων βασικών αγροτικών προϊόντων. «Καθώς πλησιάζουμε προς το τέλος του 2020, το μομέντουμ για τα περισσότερα αγροτικά εμπορεύματα ενισχύεται λόγω της μειωμένης προσφοράς και της μεγαλύτερης του αναμενομένου ζήτησης […], καθώς επίσης και της υποτίμησης του δολαρίου», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές της Παγκόσμιας Τράπεζας και προσθέτουν: «Οι πρώτες εκτιμήσεις για τη φετινή σεζόν έδιναν την εικόνα ότι η συνολική παγκόσμια προσφορά (αρχικά αποθέματα συν παραγωγή), σε ό,τι αφορά τη σόγια και τα τρία δημητριακά (σιτάρι, ρύζι, καλαμπόκι), που αθροιστικά καλύπτουν τα 2/3 των θερμιδικών αναγκών παγκοσμίως, θα ήταν υψηλότερη κατά 3% σε σχέση με το 2019-2020». Στην πορεία, ωστόσο, τα δεδομένα άρχισαν να αναθεωρούνται προς τα κάτω, με αποτέλεσμα η τελευταία εκτίμηση (Νοέμβριος 2020) να μιλάει για αύξηση μόλις 1,4% σε σχέση με πέρυσι, μικρότερη μάλιστα του 2,2%, που είναι ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης για τις τρεις τελευταίες δεκαετίες.

Όχι φθηνότερα, αλλά πιο προσιτά

Πώς μεταφράζονται όλα αυτά την παγκόσμια αγορά λιπασμάτων; Σύμφωνα με τις τοποθετήσεις των περισσότερων αναλυτών στο «T3 (Τrends, Technology & Transportation) Fertilizer Conference», που πραγματοποιήθηκε φέτος διαδικτυακά στις αρχές Νοεμβρίου, οι αυξημένες τιμές των αγροτικών προϊόντων αναμένεται να κάνουν το 2021 τα προϊόντα θρέψης πιο προσιτά για τους αγρότες.

«Πιο προσιτά», βέβαια, δεν σημαίνει απαραίτητα και «πιο φθηνά». Η επικεφαλής Ερευνών της Green Markets, Alexis Maxwell, που ανέλυσε στο συνέδριο τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές της αγοράς αζωτούχων λιπασμάτων επικαλέστηκε έναν «δείκτη προσιτότητας» (affordability ratio), ο οποίος προκύπτει από την αναλογία του σταθμισμένου μέσου όρου των τιμών των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης των αγροτικών προϊόντων προς τις παγκόσμιες τιμές των λιπασμάτων.

Ο δείκτης αυτός εμφανίζεται αυξημένος, δεδομένου ότι οι τιμές των αγροτικών εμπορευμάτων (αριθμητής του κλάσματος) έχουν ενισχυθεί, σύμφωνα με την ίδια, κατά σχεδόν 30% από το δεύτερο τρίμηνο του 2020, ενώ οι τιμές των λιπασμάτων (παρονομαστής) και δη των αζωτούχων βρίσκονται κάτω από τους περσινούς μέσους όρους. «Αυτή η πρόσθετη ‘‘ένεση’’ ρευστότητας λογικά θα επιτρέψει στους αγρότες να επενδύσουν περισσότερα σε εισροές το 2021», ανέφερε χαρακτηριστικά η κα Maxwell.

Με μείωση 10% κλείνει το 2020

Για να ανατραπεί η παραπάνω σχέση, θα πρέπει οι τιμές των λιπασμάτων να αυξηθούν με ταχύτατους ρυθμούς τους επόμενους μήνες, κάτι που δεν φαντάζει αυτήν τη στιγμή ιδιαίτερα πιθανό. Για παράδειγμα, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι οι τιμές των λιπασμάτων θα αυξηθούν μεσοσταθμικά κατά 3% το 2021, έχοντας όμως κλείσει τη φετινή χρονιά με πτώση 10%.

Εξάλλου, μέσα στο 2021 αναμένεται να δούμε αρκετά νέα εργοστάσια –η κατασκευή των οποίων φέτος «πάγωσε» λόγω της πανδημίας– να προστίθενται στο παγκόσμιο δίκτυο, ανεβάζοντας τη συνολική προσφορά, αν και όχι σε επίπεδα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν εντυπωσιακά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κας Maxwell, η παγκόσμια δυναμικότητα αναμένεται να αυξηθεί κατά 2 εκατ. τόνους στην ουρία και κατά 5 εκατ. τόνους στην αμμωνία.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Υπαιθρος Χώρα»
την Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020