Αμυδρό το εμπορικό αποτύπωμα των ελληνικών συνεταιρισμών

Στους ουραγούς της ΕΕ η χώρα μας σε ό,τι αφορά το μερίδιο αγοράς των συλλογικών σχημάτων

Στην τρίτη και… τελευταία ταχύτητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά τη διείσδυση των συνεταιρισμών στις αγορές αγροτικών προϊόντων –κάτι που σχετίζεται και με την ικανότητα παρέμβασής τους σε αυτές– κατατάσσεται η χώρα μας, με τις ελάχιστες εξαιρέσεις σε κλάδους, όπως π.χ. η πτηνοτροφία (Πίνδος), απλά να επιβεβαιώνουν τον παραπάνω κανόνα.

Τα στοιχεία που παρουσίασε την περασμένη Παρασκευή στη διάρκεια του Συνεδρίου της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ ο Umberto Di Pasquo (φωτό), ανώτατος σύμβουλος πολιτικής της COGECA, παρέχουν μπόλικη τροφή για σκέψη και προβληματισμό. Σύμφωνα με τον Ιταλό εκπρόσωπο της κορυφαίας οργάνωσης, η Ελλάδα εντάσσεται στο γκρουπ των ευρωπαϊκών κρατών όπου το συνολικό μερίδιο αγοράς των αγροτικών συνεταιρισμών βρίσκεται κάτω από το 25%, παρέα με τη Σλοβενία, την Κροατία, τις χώρες της Βαλτικής, καθώς και αυτές του Βίσεγκραντ (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία).

Στην αμέσως επόμενη ταχύτητα βρίσκονται η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, χώρες όπου τα ποσοστά αγοράς των συνεταιρισμών είναι υψηλότερα και κινούνται μεταξύ του 25% και του 50%. Τις καλύτερες επιδόσεις στο εν λόγω πεδίο, με συνεταιριστικά μερίδια αγοράς άνω του 50%, εμφανίζουν η Ολλανδία, η Σουηδία, η Ιρλανδία, η Φινλανδία και η Αυστρία.

Η τελευταία, μάλιστα, παρά τον μικρό πληθυσμό της, εμφανίζει και τον δεύτερο υψηλότερο αριθμό οργανωμένων αγροτών εντός της ΕΕ, καθώς με 1,372 εκατ. άτομα υπολείπεται μόνο της Γερμανίας, η οποία με 1,452 εκατ. αγρότες-μέλη συνεταιρισμών κατέχει την πρώτη θέση στη συγκεκριμένη κατηγορία. Φυσικά, το πλήθος των οργανωμένων αγροτών δεν συμβαδίζει απαραίτητα με εκείνο των συνεταιρισμών.

 

Για παράδειγμα, οι 2.024 συνεταιρισμοί (συμπεριλαμβανομένων και των αλιευτικών και δασικών), που καταγράφονται στη Γερμανία, αντιστοιχούν περίπου στο 40% των 4.703 που έχει να επιδείξει η (πρώτη στην Ευρώπη στο συγκεκριμένο στατιστικό) Ιταλία, οι συνεταιρισμένοι αγρότες της οποίας ανέρχονται σε 742.048, είναι δηλαδή περίπου οι μισοί από τους Γερμανούς.

Τρία μοντέλα

Το στοιχείο αυτό αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, την έντονη διαφοροποίηση σε επίπεδο οργάνωσης και δομής που παρουσιάζει το συνεταιρίζεσθαι στη Γηραιά Ήπειρο, σε βαθμό που να μπορεί κανείς να κάνει λόγο για τρία διακριτά συνεταιριστικά μοντέλα.

Το πρώτο, σύμφωνα με όσα ανέφερε από το βήμα του συνεδρίου ο κ. Di Pasquo, εντοπίζεται στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης και έχει ως βασικό του χαρακτηριστικό την ύπαρξη σχετικά λίγων αριθμητικά, αλλά μεγάλου μεγέθους και υψηλής εξειδίκευσης αγροτικών συνεταιρισμών, με εξίσου υψηλό βαθμό ενσωμάτωσης των αγροτών.

Το δεύτερο μοντέλο απαντά στον ευρωπαϊκό Νότο, ο οποίος, σε αντίθεση με τον Βορρά, χαρακτηρίζεται επί του προκειμένου από υψηλό βαθμό «ατομικότητας». Εδώ η ενσωμάτωση των παραγωγών γίνεται κυρίως μέσω δευτεροβάθμιων οργανώσεων, ενώ η οικονομική διάσταση των συνεταιριστικών σχημάτων που προκύπτουν είναι μάλλον
περιορισμένη.

Το τρίτο μοντέλο αφορά τις χώρες που εντάχθηκαν πιο πρόσφατα στην ΕΕ και στις οποίες, σε γενικές γραμμές, οι συνεταιρισμοί παρουσιάζουν μικρότερη ανάπτυξη σε σχέση με τα παλαιότερα μέλη.

Εργαλείο επιβίωσης και ανάπτυξης οι συγχωνεύσεις

Την ώρα που η συγκέντρωση σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, από τις εισροές μέχρι το λιανεμπόριο, αυξάνεται, πολλοί συνεταιρισμοί επιλέγουν την οδό των συγχωνεύσεων με άλλους συνεταιρισμούς, προκειμένου να ενισχύσουν τη βιωσιμότητά τους και, βεβαίως, να παραμείνουν υπό τον έλεγχο των αγροτών. Μάλιστα, συχνά τέτοιες επιχειρηματικές κινήσεις συνδυάζονται με τη διεθνοποίηση των δραστηριοτήτων τους και τη δημιουργία σχέσεων προμηθευτή ή άμεσου συνεργάτη με αγρότες άλλων χωρών. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα των δύο γαλακτοκομικών συνεταιρισμών Piena Cels και E-Piim από τη Λετονία και την Εσθονία αντίστοιχα, που, όπως ανέφερε ο κ. Di Pasquo, αποφάσισαν πρόσφατα να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Η συμφωνία, μάλιστα, θα συνοδευτεί από μια επένδυση ύψους 100 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία νέας μονάδας επεξεργασίας γάλακτος στην Εσθονία, η οποία θα απορροφά πρώτη ύλη από τους αγρότες αμφότερων των συνεταιρισμών.

Από συλλογικά σχήματα περνά το 64% του γάλακτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι συνεταιρισμοί ελέγχουν το 40% της αγοράς αγροδιατροφικών προϊόντων, με την παρουσία τους να είναι πιο έντονη στον κλάδο του γάλακτος. Εκεί το μερίδιό τους αθροιστικά ξεπερνά το 55%, ενώ μέσω αυτών διακινείται τουλάχιστον το 64% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής γάλακτος. Πάνω από 40% ανέρχεται το ποσοστό των συνεταιρισμών στις αγορές οπωροκηπευτικών και κρασιού, ενώ στις κατηγορίες του ελαιολάδου και των δημητριακών κυμαίνεται μεταξύ 30% και 40%.